ΚΥΠΡΟΣ, ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΒΙΑΣΜΟΣ: Η Κομισιόν, αφού απομόνωσε έντεχνα ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κύπρου από το διεθνή δανεισμό, με τη βοήθεια της Fitch και της ΕΚΤ, την υποχρέωσε να συνθηκολογήσει – προφανώς με γεωπολιτικές σκοπιμότητες
"Το 1960 η Κύπρος ανακήρυξε την ανεξαρτησία της, από την κάποτε μεγάλη αποικιοκρατική δύναμη - από τη Μ. Βρετανία. Μερικά χρόνια αργότερα, το νησί χωρίσθηκε de facto στα δύο, μετά την εισβολή της Τουρκίας - ενώ το 2004 εισήλθε, το ελεύθερο μέρος, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σχετικά γρήγορα, το 2008, το ευρώ αντικατέστησε την κυπριακή λίρα - με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν το ίδιο έτος τα προβλήματα, τα οποία ενδεχομένως θα οδηγήσουν ξανά την Κύπρο στην ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής της ανεξαρτησίας.
Δυστυχώς, η σημερινή κρίση μπορεί να την μεταβάλει σε ένα είδος προτεκτοράτου της Ευρωζώνης, σε μία χώρα της Γερμανικής Κοινοπολιτείας καλύτερα, όπως και την Ελλάδα".
Ανάλυση
Οι αιτίες της κυπριακής κρίσης δανεισμού μοιάζουν να είναι κάτι ενδιάμεσο, μεταξύ των προβλημάτων της Ισπανίας ή/και της Ιρλανδίας, καθώς επίσης της Ελλάδας.
Από τη μία πλευρά θεωρείται ότι, η έντονη οικοδομική δραστηριότητα δημιούργησε μία φούσκα στην αγορά ακινήτων, το σπάσιμο της οποίας οδήγησε στην πτώση των τιμών - η οποία έφερε στην επιφάνεια, σε συνδυασμό με την ελληνική κρίση, τα προβλήματα του χρηματοπιστωτικού της τομέα.
Από την άλλη πλευρά, κατηγορείται ο διογκωμένος δημόσιος τομέας της (αριθμός δημοσίων υπαλλήλων, μεγάλες αμοιβές) ο οποίος, σε συνδυασμό με τις υψηλές συντάξεις, λέγεται πως ευθύνεται για τα σχετικά υψηλά ελλείμματα στον προϋπολογισμό της.
Ο συνδυασμός τώρα των παραπάνω «γεγονότων», φαίνεται πως οδήγησε στην απομόνωση της Κύπρου από τις χρηματαγορές -από τις οποίες αδυνατούσε πλέον να δανεισθεί με βιώσιμα επιτόκια.
Κατά τους οικονομολόγους του νησιού, πρόκειται για μία κρίση ρευστότητας - σε αντίθεση με την Ελλάδα η οποία, σύμφωνα βέβαια με τους ίδιους, χαρακτηρίζεται από μία κρίση βιωσιμότητας του χρέους.
Στα πλαίσια αυτά, η κυβέρνηση της Κύπρου επέλεξε αρχικά να καταφύγει στο δανεισμό 2,5 δις € από τη Ρωσία, με επιτόκιο 4,5% - έτσι ώστε να αποφύγει τη «βοήθεια» της Ευρώπης και ειδικά την εισβολή του ΔΝΤ στην επικράτεια της, με όλα όσα κάτι τέτοιο συνεπάγεται (υφεσιακά προγράμματα λιτότητας, λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας κοκ.).
Ο μεγαλύτερος φόβος της ήταν η ενδεχόμενη επιβολή της αύξησης του φόρου εισοδήματος (10%), η οποία θα ανάγκαζε πολλές ξένες επιχειρήσεις να «μεταναστεύσουν» - αφού η εγκατάσταση τους εκεί οφείλεται κυρίως στους χαμηλούς συντελεστές φορολόγησης τους (φορολογικός παράδεισος).
Περαιτέρω, κατά τη δική μας άποψη, η κυπριακή κρίση δανεισμού μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με την αντίστοιχη της Ισλανδίας- αφού το βασικό πρόβλημα και των δύο χωρών ήταν για την Ισλανδία (είναι ακόμη για την Κύπρο), το υπερδιογκωμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Και στις δύο χώρες, το ξέσπασμα της κρίσης έφερε στην επιφάνεια το τεράστιο αυτό πρόβλημα τους - όπου, στην περίπτωση της Κύπρου, η παράλληλη ελληνική κρίση, ιδιαίτερα η διαγραφή χρέους (PSI), επιδείνωσε κατά πολύ την ήδη άσχημη κατάσταση της.
Ο παρακάτω συγκριτικός Πίνακας Ι, ο οποίος αποτυπώνει τα μεγέθη των δύο χωρών σε δολάρια το 2011, θα μας βοηθήσει στην περαιτέρω ανάλυση μας:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι:
Οικονομικοί δείκτες της Κύπρου και της Ισλανδίας το 2011 (προβλέψεις), σε δις $
Δείκτες Κύπρος Ισλανδία
ΑΕΠ 24,95 14,05
Ρυθμός ανάπτυξης 0,5% 3,1%
Γεωργία/ΑΕΠ 2,4% 5,4%
Βιομηχανία/ΑΕΠ 16,5% 24,7%
Υπηρεσίες/ΑΕΠ 81,1% 69,9%
Εργαζόμενοι 414.100 175.700
Ανεργία 7,71% 7,4%
Έλλειμμα προϋπολογισμού -6,5% -4,4%
Δημόσιο χρέος/ΑΕΠ 65,8% 128,3%
Εξαγωγές 2,16 5,3 Εισαγωγές 8,03 4,5
Εμπορικό έλλειμμα/πλεόνασμα -5,87 0,80
Εμπορικό έλλειμμα/ΑΕΠ -23,53% 5,69%
Εξωτερικό χρέος 35,87 124,5
Εξωτερικό χρέος/ΑΕΠ 143,7% 886,1%
Πηγή: CIA World Factbook
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται καθαρά από τον Πίνακα Ι, το μεγάλο πρόβλημα της Κύπρου είναι το εμπορικό έλλειμμα (πλεόνασμα η Ισλανδία), σε σχέση με το ΑΕΠ – με τη γεωμετρική αύξηση του δημοσίου και εξωτερικού χρέους της Ισλανδίας, λόγω της υπερχρέωσης των τραπεζών της, να δείχνει το δρόμο που θα οδηγηθεί η Κύπρος, η οποία πάσχει (επί πλέον) από την ίδια ασθένεια.
Η «ειδοποιός» διαφορά φυσικά μεταξύ των δύο χωρών, η οποία ίσως αποδειχθεί μοιραία για την Κύπρο, είναι αφενός μεν το νόμισμα, αφετέρου η συμμετοχή της στην Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με τη «γεωπολιτική» της θέση - αφού η Ισλανδία, σε μία σχετικά ουδέτερη γεωγραφική ζώνη, είχε την (επώδυνη) δυνατότητα υποτίμησης του νομίσματος της, καθώς επίσης την ανεξαρτησία, αλλά και το θάρρος, να αρνηθεί την ανάληψη των τραπεζικών χρεών από τους Πολίτες της (αν και συνυπολογίζονται ακόμη στα εξωτερικά χρέη της).
Σε κάθε περίπτωση, τόσο η Κύπρος, όσο η Ισπανία και η Ιρλανδία, δεν είχαν ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, αλλά ούτε και υψηλό δημόσιο χρέος, πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Η Κύπρος δε το 2008 είχε ένα πλεόνασμα της τάξης του 0,9% και δημόσιο χρέος χαμηλότερο από το 50% του ΑΕΠ της - πολύ λιγότερο δηλαδή, από αυτό που απαιτείται από τη συμφωνία του Μάαστριχτ.
Η ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΦΟΥΣΚΑ "Λίγο μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers, τον Οκτώβριο του 2008, το 85% του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ισλανδίας κατέρρευσε – με αποτέλεσμα να αλλάξουν τα πάντα στη χώρα, μέσα σε λίγες μόνο ημέρες.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή οι τρεις μεγάλες τράπεζες, οι οποίες τελικά χρεοκόπησαν, είχαν αποκτήσει το δεκαπλάσιο μέγεθος του ΑΕΠ της Ισλανδίας,παρά το ότι είχαν ιδιωτικοποιηθεί μόλις το 2002 – ενώ μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα είχαν εξαγοράσει, με τη βοήθεια της άμετρης μόχλευσης, πολυάριθμες επιχειρήσεις στη Σκανδιναβία, στις Η.Π.Α. και στη Μ. Βρετανία".
Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος της Κύπρου έχει συνολικό ισολογισμό της τάξης των 152 δις € - γεγονός που σημαίνει ότι,υπερβαίνει το ΑΕΠ της χώρας κατά περίπου οκτώ φορές.
Τέτοιες τρομακτικές διαστάσεις γνωρίζουμε μόνο από την Ιρλανδίακαι την Ισλανδία – χώρες οι οποίες οδηγήθηκαν στη χρεοκοπία, από τον τραπεζικό τους τομέα (όπως και η Ουρουγουάη).
Εν τούτοις, δεν είναι μόνο το μέγεθος ανησυχητικό για την Κύπρο - αλλά και η μεγάλη εξάρτηση των τραπεζών της από την Ελλάδα (όπου φυσικά οι κυπριακές τράπεζες κέρδισαν πάρα πολλά χρήματα τα τελευταία χρόνια).
Ειδικότερα, από τη μία πλευρά έχουμε τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, τα οποία κατέχουν κυπριακές τράπεζες – με την Τράπεζα Κύπρου να διαθέτει ομόλογα αξίας 2,4 δις €, καθώς επίσης την μικρότερη της, την Κυπριακή Λαϊκή Τράπεζα, να έχει στα βιβλία της ομόλογα αξίας 3,4 δις €.
Η διαγραφή χρέους της Ελλάδας (PSI) υποχρέωσε τις δύο αυτές τράπεζες να «αποσβέσουν» περί τα 3 δις € (4,2 δις € οι τρεις μεγαλύτερες) - ποσόν που αντιστοιχεί με το 17% περίπου του κυπριακού ΑΕΠ (σε μία εποχή, το Μάρτιο του 2012, όπου η Κύπρος θα έπρεπε να πληρώσει τόκους άνω του 10%, εάν ήθελε να δανεισθεί από τις διεθνείς αγορές).
Περαιτέρω, ο χρηματοπιστωτικός κλάδος της Κύπρου κατέχει, συνολικά, ομόλογα του ελληνικού δημοσίου αξίας περίπου 14 δις €- αν και σε αυτό το ποσόν συμπεριλαμβάνονται επίσης οι απαιτήσεις των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στη Κύπρο και δεν υπάρχει λόγος να ανακεφαλαιοποιηθούν από το νησί (επειδή οι ελληνικές τράπεζες και εκεί έχουν πρόσβαση στο μηχανισμό ELA, ο οποίος χρηματοδοτείται από την ΕΚΤ).
Από την άλλη πλευρά βέβαια, οι κυπριακές τράπεζες δεν έχουν μόνο χρεόγραφα του ελληνικού δημοσίου στην κατοχή τους, αλλά και τραπεζικά ομόλογα, αξίας 5 δις € - καθώς επίσης δάνεια στον ιδιωτικό τομέα της Ελλάδας, συνολικής αξίας περί τα 22 δις €. Στην περίπτωση τώρα που η Ελλάδα δεν θα υποχρεωνόταν να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη (κάτι για το οποίο συνεχίζουν να αμφιβάλλουν οι αγορές), η ενδεχόμενη διαγραφή ομολόγων και απαιτήσεων εκ μέρους των κυπριακών τραπεζών θα παρέμενε σε ελεγχόμενα επίπεδα.
Εάν όμως η Ελλάδα επέστρεφε στο εθνικό της νόμισμα, το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου θα ήταν αδύνατον να διασωθεί – αφού, σε μία τέτοια περίπτωση, οι ζημίες υπολογίζονται πως θα ήταν της τάξης των 19 δις € ή πάνω από το 100% του ΑΕΠ της Κύπρου.
Ολοκληρώνοντας, τα μικρά σχετικά ελλείμματα του προϋπολογισμού της Κύπρου, τα οποία εμφανίσθηκαν μετά το 2008, δεν οφείλονται (ακόμη) στο κόστος διάσωσης των τραπεζών της – αλλά στην πολιτική λιτότητας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα, η οποία είναι ο σημαντικότερος εμπορικός της εταίρος (Πίνακας ΙΙ).
Ειδικότερα, η μείωση της ζήτησης στην Ελλάδα είχε σαν συνέπεια τον περιορισμό του ρυθμού ανάπτυξης της Κύπρου – με αποτέλεσμα να αυξηθεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού της, η ανεργία κλπ.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ:
Σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι της Κύπρου το 2011
Χώρα Εξαγωγές Εισαγωγές
Ελλάδα 26,2% 21,5%
Μ. Βρετανία 10,2% 9,2%
Γερμανία 5,6% 8,1%
Ισραήλ 10,4%
Ιταλία 8,3%
Πηγή: CIA
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η κρίση στην πραγματική οικονομία της Κύπρου, οφείλεται αφενός μεν στον περιορισμό της ζήτησης στην Ελλάδα, αφετέρου στο μειωμένο δανεισμό των επιχειρήσεων της από τις τράπεζες – ενώ η ενδεχόμενη χρηματοπιστωτική της καταστροφή θα ήταν το αποτέλεσμα της υπερδιόγκωσης του τραπεζικού της κλάδου, η οποία ήλθε στην επιφάνεια, μετά το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης.
Ο ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΕΚΒΙΑΣΜΟΣ
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η Κύπρος δανείσθηκε 2,5 δις € από τη Ρωσία, με επιτόκιο 4,5% - έτσι ώστε να αντιμετωπίσει ουσιαστικά τα προβλήματα των τραπεζών της. Κατά τους πλέον συντηρητικούς υπολογισμούς και με την προϋπόθεση ότι, δεν θα συμβεί το «μοιραίο» στην Ελλάδα (κάτι που είναι περισσότερο επικίνδυνο από ποτέ, με φόντο το 2013, κατά την άποψη μας), απαιτούνται τουλάχιστον τα τετραπλάσια, σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Αν και η Κύπρος θα μπορούσε αναμφίβολα να δανεισθεί περαιτέρω ένα τέτοιο ποσόν από τη Ρωσία, η Ευρώπη είναι αντίθετη – επειδή θέλει να εμποδίσει την αύξηση της επιρροής της Ρωσίας στο νησί.
Ειδικότερα, η Κύπρος είναι παραδοσιακά φιλικά προσκείμενη προς τη Ρωσία, έχοντας όχι μόνο «πολιτιστικούς δεσμούς» αλλά και οικονομικούς - αφού είναι το χρηματοπιστωτικό κέντρο πολλών ρωσικών επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν ιδρύσει εκεί υπεράκτιες εταιρείες (offshore).
Παράλληλα, λόγω των πολύ χαμηλών συντελεστών φορολόγησης, σε συνδυασμό με ένα εξαιρετικά φιλελεύθερο επιχειρηματικό πλαίσιο, η χώρα αποτελεί το αγαπημένο κέντρο εγκατάστασης πολλών διεθνών επενδυτών – οι οποίοι «τοποθετούνται» από εκεί στη Ρωσία, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα τη χαμηλή φορολόγηση και τη νομική σιγουριά ενός κράτους-μέλους της Ευρωζώνης.
Δεν είναι όμως μόνο οι «νομοταγείς» επενδυτές αυτοί οι οποίοι χρησιμοποιούν την Κύπρο ως κέντρο των δραστηριοτήτων τους στη ρωσική αγορά – αφού την ίδια στιγμή είναι ο τόπος εγκατάστασης «παράνομων ομάδων» οι οποίες, μέσω των υπεράκτιων εταιριών που διαθέτουν στο νησί, έχουν τη δυνατότητα ξεπλύματος μαύρου χρήματος κοκ.
Για όλες τις παραπάνω αιτίες, η Κύπρος είναι πολύ συνδεδεμένη με τη Ρωσία – ενώ μένουν εκεί περί τους 40.000 Ρώσους (το 5% του συνολικού πληθυσμού), διατίθενται ρωσικές εφημερίδες, λειτουργούν ρωσικά σχολεία, ραδιοφωνικοί σταθμοί, καταστήματα ένδυσης, εστιατόρια στα οποία ομιλούνται ρωσικά κλπ.
Εκτός αυτού, περίπου το 25% των καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες προέρχεται από τη Ρωσία - ενώ, παρά το ότι η Κύπρος την ζημιώνει περί το 1 δις € ετησίως (διαφυγόντα φορολογικά έσοδα από το ρωσικό δημόσιο), παραμένει συμπαθής, λόγω της σημαντικότατης γεωπολιτικής θέσης της.
Αναλυτικότερα, επειδή στη Συρία, στο μοναδικό δηλαδή λιμάνι του ρωσικού πολεμικού ναυτικού στη Μεσόγειο, η κατάσταση είναι εντελώς αβέβαιη και εκρηκτική, η ενδεχόμενη «προσάρτηση» της Κύπρου ως συμμάχου θα ήταν, από γεωπολιτικής πλευράς, αποφασιστικής σημασίας για τη Ρωσία – αφού θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μεσοπρόθεσμα ένα κυπριακό λιμάνι για το πολεμικό ναυτικό της.
Παράλληλα, τα δικαιώματα εξόρυξης φυσικού αερίου, μεγάλες ποσότητες του οποίου φαίνεται πως έχουν ανακαλυφθεί στο θαλάσσιο υπέδαφος της Κύπρου, ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τις μεγάλες ενεργειακές εταιρείες της Ρωσίας – όπως επίσης τις ευρωπαϊκές, τις αμερικανικές και τις κινεζικές.
Επειδή λοιπόν η Κύπρος αντιμετωπίζει τη Ρωσία ως έναν δυνητικό στρατηγικό εταίρο, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά ενδιαφέροντα (συμφέροντα), η Κομισιόν προσπάθησε, όσο πιο γρήγορα μπορούσε, να την υποχρεώσει να υπαχθεί στο μηχανισμό στήριξης – αρχικά με τη βοήθεια της ανάγκης ανακεφαλαιοποίησης της Κυπριακής Λαϊκής Τράπεζας, ύψους 1,8 δις €.
Φυσικά τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να εξασφαλισθούν από τη Ρωσία, δια μέσου μίας διακρατικής συμφωνίας δανεισμού – γεγονός που γνωρίζει πολύ καλά η Ευρώπη. Εν τούτοις, η ΕΕ είχε ένα δεύτερο, πολύ πιο δυνατό και «σκληρό» χαρτί στα χέρια της, έτσι ώστε να αναγκάσει την Κύπρο να συνθηκολογήσει.
Στα πλαίσια αυτά, κάνοντας χρήση δηλαδή του δεύτερου χαρτιού της, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι, λόγω της υποτίμησης των ομολόγων του κυπριακού δημοσίου εκ μέρους της Fitch, δεν θα τα έκανε πλέον αποδεκτά ως εγγύηση στο Ευρωσύστημα - μία απόφαση, η οποία είναι επιτρεπτή από τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία της ΕΚΤ.
Όμως, δεν εφαρμόσθηκε κάτι ανάλογο, σε σχέση με τις υπόλοιπες προβληματικές χώρες της Ευρωζώνης, εκ μέρους της ΕΚΤ – αφού ακόμη και τα ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου ήταν αποδεκτά ως εγγύηση. Επομένως, εάν φυσικά είναι σωστές οι πηγές και η πληροφόρηση μας, επρόκειτο για μία εμφανώς «εχθρική ενέργεια», η οποία είχε διαφορετικό σκοπό, από αυτόν που τυπικά ανακοινώθηκε.
Ειδικότερα, με τον τρόπο αυτό η ΕΚΤ απομόνωσε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κύπρου, από έναν ενδεχόμενο διεθνή δανεισμό – φυσικά δε από το δανεισμό της εκ μέρους της Ρωσίας, η οποία θα ήταν πολύ δύσκολο να αναλάβει πλέον τη διάσωση ενός διογκωμένου τραπεζικού συστήματος, με συνολικό ισολογισμό της τάξης των 152 δις €.
ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ
Το κυπριακό φορολογικό σύστημα είναι σε τέτοιο βαθμό φιλελεύθερο, ώστε δεν μπορεί κανείς να το «απελευθερώσει» περισσότερο, μέσω ενδεχόμενων διαρθρωτικών αλλαγών – παρά το ότι (θεωρητικά) κυβερνάται από ένα σοσιαλιστικό κόμμα και έναν πρόεδρο, ο οποίος αυτοαποκαλείται «το κόκκινο πρόβατο» της Ευρώπης (σοσιαλισμός και «νόμιμη φοροδιαφυγή», είναι μάλλον ασύμβατες μεταξύ τους έννοιες).
Ακόμη περισσότερο, τόσο το φορολογικό, όσο και το νομικό σύστημα της Κύπρου, λέγεται πως δεν έχει να ζηλέψει τίποτα, ακόμη και από τα πλέον νεοφιλελεύθερα καθεστώτα.
Περαιτέρω, οι δύο σημαντικότεροι πυλώνες της κυπριακής οικονομίας είναι ο τουρισμός και η χρηματοπιστωτική βιομηχανία – με την τελευταία να στηρίζεται κυρίως στο χαμηλό συντελεστή φορολόγησης των κερδών (10%) ο οποίος, σε συνδυασμό με άλλες μεθόδους αποφυγής της φορολογίας, είναι παγκοσμίως ασυναγώνιστος.
Εάν τώρα η Κύπρος αύξανε το συντελεστή φορολόγησης, τότε το δημόσιο της δεν θα εισέπραττε λιγότερα χρήματα, αλλά ενδεχομένως σχεδόν καθόλου. Τα «μοντέλα εξοικονόμησης φόρων», με τα οποία προσελκύονται επιχειρήσεις και επενδυτές από όλο τον πλανήτη, στηρίζονται κυρίως στο συγκεκριμένο συντελεστή – με αποτέλεσμα, η οποιαδήποτε αλλαγή του (κάτι ανάλογο ισχύει και στην Ιρλανδία), να κατάστρεφε εντελώς την οικονομία της χώρας.
Επομένως, εάν η Ευρώπη απαιτούσε, με αντάλλαγμα τη «διάσωση» της Κύπρου, την αύξηση του συντελεστή, η κατάρρευση του νησιού θα ήταν δεδομένη – παράλληλα φυσικά με την καταβαράθρωση του σχετικά υψηλού βιοτικού επιπέδου των κατοίκων του.
Από την άλλη πλευρά, το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων του στενού δημοσίου τομέα της χώρας οι οποίοι, όπως και στην Ελλάδα, ενοχοποιούνται για τη «χρεοκοπία» της πατρίδας τους (υψηλό κόστος κλπ.) είναι της τάξης των 52.000 – έναντι 414.100 συνολικά εργαζομένων.
Αποτελούν δηλαδή το 12,5% του συνόλου, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα είναι περίπου 14,6%. Επομένως, δεν πρόκειται για ένα υπερβολικά διογκωμένο δημόσιο, όσο και αν επιχειρείται να εμφανιστεί ως τέτοιο, από τους συνδίκους των δανειστών της Κύπρου (Τρόικα).
Ολοκληρώνοντας, οι ενοποιημένοι λογαριασμοί της κεντρικής κυβέρνησης (προϋπολογισμός) και των υπό διαχείριση ταμείων της Κύπρου (σε χρηματική βάση το 2011) απεικονίζονται στον Πίνακα ΙΙΙ που ακολουθεί:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Ενοποιημένοι λογαριασμοί σε χιλιάδες ευρώ, το 2011
Λογαριασμός Ποσόν Ποσοστό επί του ΑΕΠ
Δημόσια έσοδα και χορηγίες 6.589.531 37,10%
Δημόσιες Δαπάνες 7.674.110 43,21%
Δημοσιονομικό Έλλειμμα -1.084.579 -6,01%
Πρωτογενές Ισοζύγιο -549.260
Μισθοί και ημερομίσθια (δαπάνες) 1.947.811 10,97%
Συντάξεις και φιλοδωρήματα 549.345 3,09%
Πληρωμές ταμείων κοινωνικών ασφαλίσεων 1.367.881 7,79%
Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών Κύπρου
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση:
Τα συνολικά έσοδα της Κύπρου το 2011 καταγράφονται από τη Eurostat στο 39,8% του ΑΕΠ της (40,9% της Ελλάδας, 35,1% της Ισπανίας, 35,3% της Ιρλανδίας), ενώ οι συνολικές δαπάνες στο 46,1% του ΑΕΠ της (50,1% της Ελλάδας, 43,6% της Ισπανίας και 48,1% της Ιρλανδίας).
Από τον Πίνακα ΙΙΙ συμπεραίνουμε ότι, εφόσον βέβαια ο αριθμός των ΔΥ που πληρώνονται από το δημόσιο είναι πράγματι 52.000,ο μέσος καθαρός μισθός είναι εξαιρετικά υψηλός – της τάξης των 3.120 € (37.442 ετησίως), όπως ακριβώς και στην Ελλάδα, πριν από την εισβολή του ΔΝΤ.
Επομένως, μία ενδεχόμενη μείωση του κατά 1.000 € μηνιαία (στα 2.100 € καθαρά, μείωση 35%), θα εξοικονομούσε περί τα 600 εκ. € καθαρά ή περί το 1 δις € μικτά – οπότε θα μηδενιζόταν εντελώς το έλλειμμα της Κύπρου.
Εν τούτοις, το πρόβλημα της Κύπρου δεν είναι το έλλειμμα – ο μηδενισμός του οποίου θεωρείται κάτι περισσότερο από εφικτός, είτε μέσω της μείωσης των δαπανών, είτε μέσω της αύξησης των εσόδων.
Επίσης δεν είναι το δημόσιο χρέος, αφού πρόκειται για ένα από τα χαμηλότερα της Ευρώπης – όπως κάποτε της Ιρλανδίας και της Ισλανδίας.
Το μεγάλο πρόβλημα του νησιού είναι το υπερβολικά διογκωμένο και εξαιρετικά επικίνδυνο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο πρέπει με κάθε θυσία να περιορισθεί «εξυγιαινόμενο» – ενώ χρησιμοποιείται «εκβιαστικά» από την Κομισιόν, με στόχο την πλήρη υποταγή της Κύπρου στη «Γερμανική Κοινοπολιτεία».
Δυστυχώς για την Κύπρο, ο μηδενισμός του ελλείμματος, ακόμη και η επίτευξη μεγάλων πλεονασμάτων, είναι αδύνατον ποτέ να αντισταθμίσει τους κινδύνους του τραπεζικού της συστήματος – αφού το μέγεθος του υπερβαίνει πάνω από οκτώ φορές το ΑΕΠ της.
Επομένως, η όποια πολιτική λιτότητας αποφασισθεί και εφαρμοσθεί, απλά θα επιδεινώσει περαιτέρω τα προβλήματα της, αντί να τα επιλύσει – ενώ αποκλειστικά και μόνο η εισβολή του ΔΝΤ και της Γερμανίας, ίσως αποδειχθεί μοιραία για το νησί.
Ειδικότερα, μία τέτοια εισβολή θα εκφοβίσει πιθανότατα τους επενδυτές και λοιπούς «καταθέτες», από τους οποίους ουσιαστικά ζει η Κύπρος – με αποτέλεσμα να την εγκαταλείψουν ξαφνικά και μαζικά, αναζητώντας σε άλλα κράτη το κέντρο εγκατάστασης των δραστηριοτήτων τους.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο υπουργός οικονομικών του νησιού ήταν στέλεχος της Τράπεζας Κύπρου από το 1985, μέχρι το 2010 διεύθυνε το διοικητικό της συμβούλιο, ταυτόχρονα δε ήταν πρόεδρος της ένωσης τραπεζιτών της Κύπρου.
Είναι μάλλον δύσκολο λοιπόν να απαιτήσει σήμερα, ως υπουργός οικονομικών, τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας του από την Ευρώπη, όταν ο ίδιος συνέβαλλε τα μέγιστα στην υπερδιόγκωση του – η οποία πιθανότατα θα κοστίσει στην πατρίδα του την εθνική της ανεξαρτησία, τη λεηλασία του ιδιωτικού και δημόσιου πλούτου της κοκ. (η τράπεζα Κύπρου χρειάστηκε 500 εκ. € από το δημόσιο για να μην χρεοκοπήσει – ενώ η Λαϊκή 1,8 δις €).
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, εάν οι πολίτες της Κύπρου υποχρεωθούν να αναλάβουν τα χρέη των τραπεζών τους (όπως οι Ιρλανδοί στο παρελθόν και οι Ισπανοί σύντομα), το μέλλον τους διαγράφεται εξαιρετικά σκοτεινό – σε πλήρη αντίθεση με την Ελλάδα, στην οποία απλά απαιτείται μία ικανή, επαρκής και θαρραλέα κυβέρνηση, για να ξεφύγει εντελώς από την οικονομική κρίση (υπενθυμίζουμε πως στην Οικονομία το πρόβλημα του δημοσίου χρέους είναι κατά πολύ πιο εύκολο στην επίλυση του, σε σχέση με το ιδιωτικό χρέος).
Κατά την άποψη μας λοιπόν (μετά τη συγκεκριμενοποίηση των προβλημάτων των τραπεζών και εφόσον το ύψος των κεφαλαίων που απαιτούνται για την ολοκληρωτική διάσωση τους είναι μεγαλύτερο του 50% του ΑΕΠ της χώρας), η μοναδική λύση της Κύπρου είναι να «επιτρέψει» άμεσα στις όποιες υπερχρεωμένες τράπεζες της να χρεοκοπήσουν.
Στη συνέχεια βέβαια να τις κρατικοποιήσει – κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας, όπου όμως δεν μπορούμε να «μετρήσουμε» τους «γεωπολιτικούς κινδύνους», αφού η Κύπρος ευρίσκεται, δυστυχώς ή ευτυχώς, σε μία εντελώς διαφορετική γεωγραφική θέση.
Ολοκληρώνοντας, από την «εγκληματική» αντιμετώπιση της μικρής, πολύπαθης αυτής χώρας της Μεσογείου, φαίνεται δυστυχώς το σκοτεινό πρόσωπο της ηγεσίας της Ευρωζώνης, καθώς επίσης αυτών που την κατευθύνουν από το παρασκήνιο – ένα πρόσωπο που, μέχρι στιγμής, δεν έχουν συνειδητοποιήσει οι ελεύθεροι πολίτες της Ευρώπης.
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 21. Οκτωβρίου 2012
πηγή
"Το 1960 η Κύπρος ανακήρυξε την ανεξαρτησία της, από την κάποτε μεγάλη αποικιοκρατική δύναμη - από τη Μ. Βρετανία. Μερικά χρόνια αργότερα, το νησί χωρίσθηκε de facto στα δύο, μετά την εισβολή της Τουρκίας - ενώ το 2004 εισήλθε, το ελεύθερο μέρος, στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σχετικά γρήγορα, το 2008, το ευρώ αντικατέστησε την κυπριακή λίρα - με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν το ίδιο έτος τα προβλήματα, τα οποία ενδεχομένως θα οδηγήσουν ξανά την Κύπρο στην ολοκληρωτική απώλεια της εθνικής της ανεξαρτησίας.
Δυστυχώς, η σημερινή κρίση μπορεί να την μεταβάλει σε ένα είδος προτεκτοράτου της Ευρωζώνης, σε μία χώρα της Γερμανικής Κοινοπολιτείας καλύτερα, όπως και την Ελλάδα".
Ανάλυση
Οι αιτίες της κυπριακής κρίσης δανεισμού μοιάζουν να είναι κάτι ενδιάμεσο, μεταξύ των προβλημάτων της Ισπανίας ή/και της Ιρλανδίας, καθώς επίσης της Ελλάδας.
Από τη μία πλευρά θεωρείται ότι, η έντονη οικοδομική δραστηριότητα δημιούργησε μία φούσκα στην αγορά ακινήτων, το σπάσιμο της οποίας οδήγησε στην πτώση των τιμών - η οποία έφερε στην επιφάνεια, σε συνδυασμό με την ελληνική κρίση, τα προβλήματα του χρηματοπιστωτικού της τομέα.
Από την άλλη πλευρά, κατηγορείται ο διογκωμένος δημόσιος τομέας της (αριθμός δημοσίων υπαλλήλων, μεγάλες αμοιβές) ο οποίος, σε συνδυασμό με τις υψηλές συντάξεις, λέγεται πως ευθύνεται για τα σχετικά υψηλά ελλείμματα στον προϋπολογισμό της.
Ο συνδυασμός τώρα των παραπάνω «γεγονότων», φαίνεται πως οδήγησε στην απομόνωση της Κύπρου από τις χρηματαγορές -από τις οποίες αδυνατούσε πλέον να δανεισθεί με βιώσιμα επιτόκια.
Κατά τους οικονομολόγους του νησιού, πρόκειται για μία κρίση ρευστότητας - σε αντίθεση με την Ελλάδα η οποία, σύμφωνα βέβαια με τους ίδιους, χαρακτηρίζεται από μία κρίση βιωσιμότητας του χρέους.
Στα πλαίσια αυτά, η κυβέρνηση της Κύπρου επέλεξε αρχικά να καταφύγει στο δανεισμό 2,5 δις € από τη Ρωσία, με επιτόκιο 4,5% - έτσι ώστε να αποφύγει τη «βοήθεια» της Ευρώπης και ειδικά την εισβολή του ΔΝΤ στην επικράτεια της, με όλα όσα κάτι τέτοιο συνεπάγεται (υφεσιακά προγράμματα λιτότητας, λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας κοκ.).
Ο μεγαλύτερος φόβος της ήταν η ενδεχόμενη επιβολή της αύξησης του φόρου εισοδήματος (10%), η οποία θα ανάγκαζε πολλές ξένες επιχειρήσεις να «μεταναστεύσουν» - αφού η εγκατάσταση τους εκεί οφείλεται κυρίως στους χαμηλούς συντελεστές φορολόγησης τους (φορολογικός παράδεισος).
Περαιτέρω, κατά τη δική μας άποψη, η κυπριακή κρίση δανεισμού μοιάζει σε μεγάλο βαθμό με την αντίστοιχη της Ισλανδίας- αφού το βασικό πρόβλημα και των δύο χωρών ήταν για την Ισλανδία (είναι ακόμη για την Κύπρο), το υπερδιογκωμένο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Και στις δύο χώρες, το ξέσπασμα της κρίσης έφερε στην επιφάνεια το τεράστιο αυτό πρόβλημα τους - όπου, στην περίπτωση της Κύπρου, η παράλληλη ελληνική κρίση, ιδιαίτερα η διαγραφή χρέους (PSI), επιδείνωσε κατά πολύ την ήδη άσχημη κατάσταση της.
Ο παρακάτω συγκριτικός Πίνακας Ι, ο οποίος αποτυπώνει τα μεγέθη των δύο χωρών σε δολάρια το 2011, θα μας βοηθήσει στην περαιτέρω ανάλυση μας:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι:
Οικονομικοί δείκτες της Κύπρου και της Ισλανδίας το 2011 (προβλέψεις), σε δις $
Δείκτες Κύπρος Ισλανδία
ΑΕΠ 24,95 14,05
Ρυθμός ανάπτυξης 0,5% 3,1%
Γεωργία/ΑΕΠ 2,4% 5,4%
Βιομηχανία/ΑΕΠ 16,5% 24,7%
Υπηρεσίες/ΑΕΠ 81,1% 69,9%
Εργαζόμενοι 414.100 175.700
Ανεργία 7,71% 7,4%
Έλλειμμα προϋπολογισμού -6,5% -4,4%
Δημόσιο χρέος/ΑΕΠ 65,8% 128,3%
Εξαγωγές 2,16 5,3 Εισαγωγές 8,03 4,5
Εμπορικό έλλειμμα/πλεόνασμα -5,87 0,80
Εμπορικό έλλειμμα/ΑΕΠ -23,53% 5,69%
Εξωτερικό χρέος 35,87 124,5
Εξωτερικό χρέος/ΑΕΠ 143,7% 886,1%
Πηγή: CIA World Factbook
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Όπως φαίνεται καθαρά από τον Πίνακα Ι, το μεγάλο πρόβλημα της Κύπρου είναι το εμπορικό έλλειμμα (πλεόνασμα η Ισλανδία), σε σχέση με το ΑΕΠ – με τη γεωμετρική αύξηση του δημοσίου και εξωτερικού χρέους της Ισλανδίας, λόγω της υπερχρέωσης των τραπεζών της, να δείχνει το δρόμο που θα οδηγηθεί η Κύπρος, η οποία πάσχει (επί πλέον) από την ίδια ασθένεια.
Η «ειδοποιός» διαφορά φυσικά μεταξύ των δύο χωρών, η οποία ίσως αποδειχθεί μοιραία για την Κύπρο, είναι αφενός μεν το νόμισμα, αφετέρου η συμμετοχή της στην Ευρωζώνη, σε συνδυασμό με τη «γεωπολιτική» της θέση - αφού η Ισλανδία, σε μία σχετικά ουδέτερη γεωγραφική ζώνη, είχε την (επώδυνη) δυνατότητα υποτίμησης του νομίσματος της, καθώς επίσης την ανεξαρτησία, αλλά και το θάρρος, να αρνηθεί την ανάληψη των τραπεζικών χρεών από τους Πολίτες της (αν και συνυπολογίζονται ακόμη στα εξωτερικά χρέη της).
Σε κάθε περίπτωση, τόσο η Κύπρος, όσο η Ισπανία και η Ιρλανδία, δεν είχαν ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, αλλά ούτε και υψηλό δημόσιο χρέος, πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Η Κύπρος δε το 2008 είχε ένα πλεόνασμα της τάξης του 0,9% και δημόσιο χρέος χαμηλότερο από το 50% του ΑΕΠ της - πολύ λιγότερο δηλαδή, από αυτό που απαιτείται από τη συμφωνία του Μάαστριχτ.
Η ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΦΟΥΣΚΑ "Λίγο μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers, τον Οκτώβριο του 2008, το 85% του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ισλανδίας κατέρρευσε – με αποτέλεσμα να αλλάξουν τα πάντα στη χώρα, μέσα σε λίγες μόνο ημέρες.
Μέχρι εκείνη τη στιγμή οι τρεις μεγάλες τράπεζες, οι οποίες τελικά χρεοκόπησαν, είχαν αποκτήσει το δεκαπλάσιο μέγεθος του ΑΕΠ της Ισλανδίας,παρά το ότι είχαν ιδιωτικοποιηθεί μόλις το 2002 – ενώ μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα είχαν εξαγοράσει, με τη βοήθεια της άμετρης μόχλευσης, πολυάριθμες επιχειρήσεις στη Σκανδιναβία, στις Η.Π.Α. και στη Μ. Βρετανία".
Ο χρηματοπιστωτικός κλάδος της Κύπρου έχει συνολικό ισολογισμό της τάξης των 152 δις € - γεγονός που σημαίνει ότι,υπερβαίνει το ΑΕΠ της χώρας κατά περίπου οκτώ φορές.
Τέτοιες τρομακτικές διαστάσεις γνωρίζουμε μόνο από την Ιρλανδίακαι την Ισλανδία – χώρες οι οποίες οδηγήθηκαν στη χρεοκοπία, από τον τραπεζικό τους τομέα (όπως και η Ουρουγουάη).
Εν τούτοις, δεν είναι μόνο το μέγεθος ανησυχητικό για την Κύπρο - αλλά και η μεγάλη εξάρτηση των τραπεζών της από την Ελλάδα (όπου φυσικά οι κυπριακές τράπεζες κέρδισαν πάρα πολλά χρήματα τα τελευταία χρόνια).
Ειδικότερα, από τη μία πλευρά έχουμε τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου, τα οποία κατέχουν κυπριακές τράπεζες – με την Τράπεζα Κύπρου να διαθέτει ομόλογα αξίας 2,4 δις €, καθώς επίσης την μικρότερη της, την Κυπριακή Λαϊκή Τράπεζα, να έχει στα βιβλία της ομόλογα αξίας 3,4 δις €.
Η διαγραφή χρέους της Ελλάδας (PSI) υποχρέωσε τις δύο αυτές τράπεζες να «αποσβέσουν» περί τα 3 δις € (4,2 δις € οι τρεις μεγαλύτερες) - ποσόν που αντιστοιχεί με το 17% περίπου του κυπριακού ΑΕΠ (σε μία εποχή, το Μάρτιο του 2012, όπου η Κύπρος θα έπρεπε να πληρώσει τόκους άνω του 10%, εάν ήθελε να δανεισθεί από τις διεθνείς αγορές).
Περαιτέρω, ο χρηματοπιστωτικός κλάδος της Κύπρου κατέχει, συνολικά, ομόλογα του ελληνικού δημοσίου αξίας περίπου 14 δις €- αν και σε αυτό το ποσόν συμπεριλαμβάνονται επίσης οι απαιτήσεις των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες είναι εγκατεστημένες στη Κύπρο και δεν υπάρχει λόγος να ανακεφαλαιοποιηθούν από το νησί (επειδή οι ελληνικές τράπεζες και εκεί έχουν πρόσβαση στο μηχανισμό ELA, ο οποίος χρηματοδοτείται από την ΕΚΤ).
Από την άλλη πλευρά βέβαια, οι κυπριακές τράπεζες δεν έχουν μόνο χρεόγραφα του ελληνικού δημοσίου στην κατοχή τους, αλλά και τραπεζικά ομόλογα, αξίας 5 δις € - καθώς επίσης δάνεια στον ιδιωτικό τομέα της Ελλάδας, συνολικής αξίας περί τα 22 δις €. Στην περίπτωση τώρα που η Ελλάδα δεν θα υποχρεωνόταν να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη (κάτι για το οποίο συνεχίζουν να αμφιβάλλουν οι αγορές), η ενδεχόμενη διαγραφή ομολόγων και απαιτήσεων εκ μέρους των κυπριακών τραπεζών θα παρέμενε σε ελεγχόμενα επίπεδα.
Εάν όμως η Ελλάδα επέστρεφε στο εθνικό της νόμισμα, το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου θα ήταν αδύνατον να διασωθεί – αφού, σε μία τέτοια περίπτωση, οι ζημίες υπολογίζονται πως θα ήταν της τάξης των 19 δις € ή πάνω από το 100% του ΑΕΠ της Κύπρου.
Ολοκληρώνοντας, τα μικρά σχετικά ελλείμματα του προϋπολογισμού της Κύπρου, τα οποία εμφανίσθηκαν μετά το 2008, δεν οφείλονται (ακόμη) στο κόστος διάσωσης των τραπεζών της – αλλά στην πολιτική λιτότητας που επιβλήθηκε στην Ελλάδα, η οποία είναι ο σημαντικότερος εμπορικός της εταίρος (Πίνακας ΙΙ).
Ειδικότερα, η μείωση της ζήτησης στην Ελλάδα είχε σαν συνέπεια τον περιορισμό του ρυθμού ανάπτυξης της Κύπρου – με αποτέλεσμα να αυξηθεί το έλλειμμα του προϋπολογισμού της, η ανεργία κλπ.
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ:
Σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι της Κύπρου το 2011
Χώρα Εξαγωγές Εισαγωγές
Ελλάδα 26,2% 21,5%
Μ. Βρετανία 10,2% 9,2%
Γερμανία 5,6% 8,1%
Ισραήλ 10,4%
Ιταλία 8,3%
Πηγή: CIA
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η κρίση στην πραγματική οικονομία της Κύπρου, οφείλεται αφενός μεν στον περιορισμό της ζήτησης στην Ελλάδα, αφετέρου στο μειωμένο δανεισμό των επιχειρήσεων της από τις τράπεζες – ενώ η ενδεχόμενη χρηματοπιστωτική της καταστροφή θα ήταν το αποτέλεσμα της υπερδιόγκωσης του τραπεζικού της κλάδου, η οποία ήλθε στην επιφάνεια, μετά το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης.
Ο ΓΕΩΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΣ ΕΚΒΙΑΣΜΟΣ
Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η Κύπρος δανείσθηκε 2,5 δις € από τη Ρωσία, με επιτόκιο 4,5% - έτσι ώστε να αντιμετωπίσει ουσιαστικά τα προβλήματα των τραπεζών της. Κατά τους πλέον συντηρητικούς υπολογισμούς και με την προϋπόθεση ότι, δεν θα συμβεί το «μοιραίο» στην Ελλάδα (κάτι που είναι περισσότερο επικίνδυνο από ποτέ, με φόντο το 2013, κατά την άποψη μας), απαιτούνται τουλάχιστον τα τετραπλάσια, σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Αν και η Κύπρος θα μπορούσε αναμφίβολα να δανεισθεί περαιτέρω ένα τέτοιο ποσόν από τη Ρωσία, η Ευρώπη είναι αντίθετη – επειδή θέλει να εμποδίσει την αύξηση της επιρροής της Ρωσίας στο νησί.
Ειδικότερα, η Κύπρος είναι παραδοσιακά φιλικά προσκείμενη προς τη Ρωσία, έχοντας όχι μόνο «πολιτιστικούς δεσμούς» αλλά και οικονομικούς - αφού είναι το χρηματοπιστωτικό κέντρο πολλών ρωσικών επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν ιδρύσει εκεί υπεράκτιες εταιρείες (offshore).
Παράλληλα, λόγω των πολύ χαμηλών συντελεστών φορολόγησης, σε συνδυασμό με ένα εξαιρετικά φιλελεύθερο επιχειρηματικό πλαίσιο, η χώρα αποτελεί το αγαπημένο κέντρο εγκατάστασης πολλών διεθνών επενδυτών – οι οποίοι «τοποθετούνται» από εκεί στη Ρωσία, απολαμβάνοντας ταυτόχρονα τη χαμηλή φορολόγηση και τη νομική σιγουριά ενός κράτους-μέλους της Ευρωζώνης.
Δεν είναι όμως μόνο οι «νομοταγείς» επενδυτές αυτοί οι οποίοι χρησιμοποιούν την Κύπρο ως κέντρο των δραστηριοτήτων τους στη ρωσική αγορά – αφού την ίδια στιγμή είναι ο τόπος εγκατάστασης «παράνομων ομάδων» οι οποίες, μέσω των υπεράκτιων εταιριών που διαθέτουν στο νησί, έχουν τη δυνατότητα ξεπλύματος μαύρου χρήματος κοκ.
Για όλες τις παραπάνω αιτίες, η Κύπρος είναι πολύ συνδεδεμένη με τη Ρωσία – ενώ μένουν εκεί περί τους 40.000 Ρώσους (το 5% του συνολικού πληθυσμού), διατίθενται ρωσικές εφημερίδες, λειτουργούν ρωσικά σχολεία, ραδιοφωνικοί σταθμοί, καταστήματα ένδυσης, εστιατόρια στα οποία ομιλούνται ρωσικά κλπ.
Εκτός αυτού, περίπου το 25% των καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες προέρχεται από τη Ρωσία - ενώ, παρά το ότι η Κύπρος την ζημιώνει περί το 1 δις € ετησίως (διαφυγόντα φορολογικά έσοδα από το ρωσικό δημόσιο), παραμένει συμπαθής, λόγω της σημαντικότατης γεωπολιτικής θέσης της.
Αναλυτικότερα, επειδή στη Συρία, στο μοναδικό δηλαδή λιμάνι του ρωσικού πολεμικού ναυτικού στη Μεσόγειο, η κατάσταση είναι εντελώς αβέβαιη και εκρηκτική, η ενδεχόμενη «προσάρτηση» της Κύπρου ως συμμάχου θα ήταν, από γεωπολιτικής πλευράς, αποφασιστικής σημασίας για τη Ρωσία – αφού θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει μεσοπρόθεσμα ένα κυπριακό λιμάνι για το πολεμικό ναυτικό της.
Παράλληλα, τα δικαιώματα εξόρυξης φυσικού αερίου, μεγάλες ποσότητες του οποίου φαίνεται πως έχουν ανακαλυφθεί στο θαλάσσιο υπέδαφος της Κύπρου, ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τις μεγάλες ενεργειακές εταιρείες της Ρωσίας – όπως επίσης τις ευρωπαϊκές, τις αμερικανικές και τις κινεζικές.
Επειδή λοιπόν η Κύπρος αντιμετωπίζει τη Ρωσία ως έναν δυνητικό στρατηγικό εταίρο, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τα ευρωπαϊκά ενδιαφέροντα (συμφέροντα), η Κομισιόν προσπάθησε, όσο πιο γρήγορα μπορούσε, να την υποχρεώσει να υπαχθεί στο μηχανισμό στήριξης – αρχικά με τη βοήθεια της ανάγκης ανακεφαλαιοποίησης της Κυπριακής Λαϊκής Τράπεζας, ύψους 1,8 δις €.
Φυσικά τα χρήματα αυτά θα μπορούσαν να εξασφαλισθούν από τη Ρωσία, δια μέσου μίας διακρατικής συμφωνίας δανεισμού – γεγονός που γνωρίζει πολύ καλά η Ευρώπη. Εν τούτοις, η ΕΕ είχε ένα δεύτερο, πολύ πιο δυνατό και «σκληρό» χαρτί στα χέρια της, έτσι ώστε να αναγκάσει την Κύπρο να συνθηκολογήσει.
Στα πλαίσια αυτά, κάνοντας χρήση δηλαδή του δεύτερου χαρτιού της, η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι, λόγω της υποτίμησης των ομολόγων του κυπριακού δημοσίου εκ μέρους της Fitch, δεν θα τα έκανε πλέον αποδεκτά ως εγγύηση στο Ευρωσύστημα - μία απόφαση, η οποία είναι επιτρεπτή από τους κανόνες που διέπουν τη λειτουργία της ΕΚΤ.
Όμως, δεν εφαρμόσθηκε κάτι ανάλογο, σε σχέση με τις υπόλοιπες προβληματικές χώρες της Ευρωζώνης, εκ μέρους της ΕΚΤ – αφού ακόμη και τα ομόλογα του Ελληνικού δημοσίου ήταν αποδεκτά ως εγγύηση. Επομένως, εάν φυσικά είναι σωστές οι πηγές και η πληροφόρηση μας, επρόκειτο για μία εμφανώς «εχθρική ενέργεια», η οποία είχε διαφορετικό σκοπό, από αυτόν που τυπικά ανακοινώθηκε.
Ειδικότερα, με τον τρόπο αυτό η ΕΚΤ απομόνωσε ολόκληρο το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κύπρου, από έναν ενδεχόμενο διεθνή δανεισμό – φυσικά δε από το δανεισμό της εκ μέρους της Ρωσίας, η οποία θα ήταν πολύ δύσκολο να αναλάβει πλέον τη διάσωση ενός διογκωμένου τραπεζικού συστήματος, με συνολικό ισολογισμό της τάξης των 152 δις €.
ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ
Το κυπριακό φορολογικό σύστημα είναι σε τέτοιο βαθμό φιλελεύθερο, ώστε δεν μπορεί κανείς να το «απελευθερώσει» περισσότερο, μέσω ενδεχόμενων διαρθρωτικών αλλαγών – παρά το ότι (θεωρητικά) κυβερνάται από ένα σοσιαλιστικό κόμμα και έναν πρόεδρο, ο οποίος αυτοαποκαλείται «το κόκκινο πρόβατο» της Ευρώπης (σοσιαλισμός και «νόμιμη φοροδιαφυγή», είναι μάλλον ασύμβατες μεταξύ τους έννοιες).
Ακόμη περισσότερο, τόσο το φορολογικό, όσο και το νομικό σύστημα της Κύπρου, λέγεται πως δεν έχει να ζηλέψει τίποτα, ακόμη και από τα πλέον νεοφιλελεύθερα καθεστώτα.
Περαιτέρω, οι δύο σημαντικότεροι πυλώνες της κυπριακής οικονομίας είναι ο τουρισμός και η χρηματοπιστωτική βιομηχανία – με την τελευταία να στηρίζεται κυρίως στο χαμηλό συντελεστή φορολόγησης των κερδών (10%) ο οποίος, σε συνδυασμό με άλλες μεθόδους αποφυγής της φορολογίας, είναι παγκοσμίως ασυναγώνιστος.
Εάν τώρα η Κύπρος αύξανε το συντελεστή φορολόγησης, τότε το δημόσιο της δεν θα εισέπραττε λιγότερα χρήματα, αλλά ενδεχομένως σχεδόν καθόλου. Τα «μοντέλα εξοικονόμησης φόρων», με τα οποία προσελκύονται επιχειρήσεις και επενδυτές από όλο τον πλανήτη, στηρίζονται κυρίως στο συγκεκριμένο συντελεστή – με αποτέλεσμα, η οποιαδήποτε αλλαγή του (κάτι ανάλογο ισχύει και στην Ιρλανδία), να κατάστρεφε εντελώς την οικονομία της χώρας.
Επομένως, εάν η Ευρώπη απαιτούσε, με αντάλλαγμα τη «διάσωση» της Κύπρου, την αύξηση του συντελεστή, η κατάρρευση του νησιού θα ήταν δεδομένη – παράλληλα φυσικά με την καταβαράθρωση του σχετικά υψηλού βιοτικού επιπέδου των κατοίκων του.
Από την άλλη πλευρά, το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων του στενού δημοσίου τομέα της χώρας οι οποίοι, όπως και στην Ελλάδα, ενοχοποιούνται για τη «χρεοκοπία» της πατρίδας τους (υψηλό κόστος κλπ.) είναι της τάξης των 52.000 – έναντι 414.100 συνολικά εργαζομένων.
Αποτελούν δηλαδή το 12,5% του συνόλου, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στην Ελλάδα είναι περίπου 14,6%. Επομένως, δεν πρόκειται για ένα υπερβολικά διογκωμένο δημόσιο, όσο και αν επιχειρείται να εμφανιστεί ως τέτοιο, από τους συνδίκους των δανειστών της Κύπρου (Τρόικα).
Ολοκληρώνοντας, οι ενοποιημένοι λογαριασμοί της κεντρικής κυβέρνησης (προϋπολογισμός) και των υπό διαχείριση ταμείων της Κύπρου (σε χρηματική βάση το 2011) απεικονίζονται στον Πίνακα ΙΙΙ που ακολουθεί:
ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙΙ: Ενοποιημένοι λογαριασμοί σε χιλιάδες ευρώ, το 2011
Λογαριασμός Ποσόν Ποσοστό επί του ΑΕΠ
Δημόσια έσοδα και χορηγίες 6.589.531 37,10%
Δημόσιες Δαπάνες 7.674.110 43,21%
Δημοσιονομικό Έλλειμμα -1.084.579 -6,01%
Πρωτογενές Ισοζύγιο -549.260
Μισθοί και ημερομίσθια (δαπάνες) 1.947.811 10,97%
Συντάξεις και φιλοδωρήματα 549.345 3,09%
Πληρωμές ταμείων κοινωνικών ασφαλίσεων 1.367.881 7,79%
Πηγή: Υπουργείο Οικονομικών Κύπρου
Πίνακας: Β. Βιλιάρδος
Σημείωση:
Τα συνολικά έσοδα της Κύπρου το 2011 καταγράφονται από τη Eurostat στο 39,8% του ΑΕΠ της (40,9% της Ελλάδας, 35,1% της Ισπανίας, 35,3% της Ιρλανδίας), ενώ οι συνολικές δαπάνες στο 46,1% του ΑΕΠ της (50,1% της Ελλάδας, 43,6% της Ισπανίας και 48,1% της Ιρλανδίας).
Από τον Πίνακα ΙΙΙ συμπεραίνουμε ότι, εφόσον βέβαια ο αριθμός των ΔΥ που πληρώνονται από το δημόσιο είναι πράγματι 52.000,ο μέσος καθαρός μισθός είναι εξαιρετικά υψηλός – της τάξης των 3.120 € (37.442 ετησίως), όπως ακριβώς και στην Ελλάδα, πριν από την εισβολή του ΔΝΤ.
Επομένως, μία ενδεχόμενη μείωση του κατά 1.000 € μηνιαία (στα 2.100 € καθαρά, μείωση 35%), θα εξοικονομούσε περί τα 600 εκ. € καθαρά ή περί το 1 δις € μικτά – οπότε θα μηδενιζόταν εντελώς το έλλειμμα της Κύπρου.
Εν τούτοις, το πρόβλημα της Κύπρου δεν είναι το έλλειμμα – ο μηδενισμός του οποίου θεωρείται κάτι περισσότερο από εφικτός, είτε μέσω της μείωσης των δαπανών, είτε μέσω της αύξησης των εσόδων.
Επίσης δεν είναι το δημόσιο χρέος, αφού πρόκειται για ένα από τα χαμηλότερα της Ευρώπης – όπως κάποτε της Ιρλανδίας και της Ισλανδίας.
Το μεγάλο πρόβλημα του νησιού είναι το υπερβολικά διογκωμένο και εξαιρετικά επικίνδυνο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο πρέπει με κάθε θυσία να περιορισθεί «εξυγιαινόμενο» – ενώ χρησιμοποιείται «εκβιαστικά» από την Κομισιόν, με στόχο την πλήρη υποταγή της Κύπρου στη «Γερμανική Κοινοπολιτεία».
Δυστυχώς για την Κύπρο, ο μηδενισμός του ελλείμματος, ακόμη και η επίτευξη μεγάλων πλεονασμάτων, είναι αδύνατον ποτέ να αντισταθμίσει τους κινδύνους του τραπεζικού της συστήματος – αφού το μέγεθος του υπερβαίνει πάνω από οκτώ φορές το ΑΕΠ της.
Επομένως, η όποια πολιτική λιτότητας αποφασισθεί και εφαρμοσθεί, απλά θα επιδεινώσει περαιτέρω τα προβλήματα της, αντί να τα επιλύσει – ενώ αποκλειστικά και μόνο η εισβολή του ΔΝΤ και της Γερμανίας, ίσως αποδειχθεί μοιραία για το νησί.
Ειδικότερα, μία τέτοια εισβολή θα εκφοβίσει πιθανότατα τους επενδυτές και λοιπούς «καταθέτες», από τους οποίους ουσιαστικά ζει η Κύπρος – με αποτέλεσμα να την εγκαταλείψουν ξαφνικά και μαζικά, αναζητώντας σε άλλα κράτη το κέντρο εγκατάστασης των δραστηριοτήτων τους.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Ο υπουργός οικονομικών του νησιού ήταν στέλεχος της Τράπεζας Κύπρου από το 1985, μέχρι το 2010 διεύθυνε το διοικητικό της συμβούλιο, ταυτόχρονα δε ήταν πρόεδρος της ένωσης τραπεζιτών της Κύπρου.
Είναι μάλλον δύσκολο λοιπόν να απαιτήσει σήμερα, ως υπουργός οικονομικών, τη διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της χώρας του από την Ευρώπη, όταν ο ίδιος συνέβαλλε τα μέγιστα στην υπερδιόγκωση του – η οποία πιθανότατα θα κοστίσει στην πατρίδα του την εθνική της ανεξαρτησία, τη λεηλασία του ιδιωτικού και δημόσιου πλούτου της κοκ. (η τράπεζα Κύπρου χρειάστηκε 500 εκ. € από το δημόσιο για να μην χρεοκοπήσει – ενώ η Λαϊκή 1,8 δις €).
Ανεξάρτητα από τα παραπάνω, εάν οι πολίτες της Κύπρου υποχρεωθούν να αναλάβουν τα χρέη των τραπεζών τους (όπως οι Ιρλανδοί στο παρελθόν και οι Ισπανοί σύντομα), το μέλλον τους διαγράφεται εξαιρετικά σκοτεινό – σε πλήρη αντίθεση με την Ελλάδα, στην οποία απλά απαιτείται μία ικανή, επαρκής και θαρραλέα κυβέρνηση, για να ξεφύγει εντελώς από την οικονομική κρίση (υπενθυμίζουμε πως στην Οικονομία το πρόβλημα του δημοσίου χρέους είναι κατά πολύ πιο εύκολο στην επίλυση του, σε σχέση με το ιδιωτικό χρέος).
Κατά την άποψη μας λοιπόν (μετά τη συγκεκριμενοποίηση των προβλημάτων των τραπεζών και εφόσον το ύψος των κεφαλαίων που απαιτούνται για την ολοκληρωτική διάσωση τους είναι μεγαλύτερο του 50% του ΑΕΠ της χώρας), η μοναδική λύση της Κύπρου είναι να «επιτρέψει» άμεσα στις όποιες υπερχρεωμένες τράπεζες της να χρεοκοπήσουν.
Στη συνέχεια βέβαια να τις κρατικοποιήσει – κατά το παράδειγμα της Ισλανδίας, όπου όμως δεν μπορούμε να «μετρήσουμε» τους «γεωπολιτικούς κινδύνους», αφού η Κύπρος ευρίσκεται, δυστυχώς ή ευτυχώς, σε μία εντελώς διαφορετική γεωγραφική θέση.
Ολοκληρώνοντας, από την «εγκληματική» αντιμετώπιση της μικρής, πολύπαθης αυτής χώρας της Μεσογείου, φαίνεται δυστυχώς το σκοτεινό πρόσωπο της ηγεσίας της Ευρωζώνης, καθώς επίσης αυτών που την κατευθύνουν από το παρασκήνιο – ένα πρόσωπο που, μέχρι στιγμής, δεν έχουν συνειδητοποιήσει οι ελεύθεροι πολίτες της Ευρώπης.
Βασίλης Βιλιάρδος (copyright)
Αθήνα, 21. Οκτωβρίου 2012
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου