πηγή/σχόλιο Praxis : Η περαιτέρω ολοκλήρωση της ΕΕ πολιτική και οικονομική αποτελεί την μόνη διέξοδο και το μόνο αντίδοτο απέναντι στην οικονομική κατάρρευση που θα επιφέρει και την πολιτική, θέτοντας στο κέντρο της οικονομικής ζωής το Κοινωνικό ζήτημα. Τα αστικά think tanks εχουν πλήρως αντιληφθεί αυτό το γεγονός και παραμένουν ανήσυχα όσο αυτή η ολοκλήρωση αργεί θέτοντας σε κίνδυνο το ευρωπαϊκό και όχι μόνο καπιταλιστικό οικοδόμημα.Μόνο μια πολιτική γραμμή κομμουνιστικής αναφοράς βίαιης ανακοπής αυτής της διαδικασίας καπιταλιστικής ολοκλήρωσης σε εθνικό και διεθνικό επίπεδο μπορεί να διασώσει τον κόσμο της εργασίας απο την επερχόμενη γενοκτονία.
Η μεγάλη επιτυχία της Ευρώπης το 2012 ήταν ότι απέφυγε να γίνει ακόμα μία αποτυχημένη νομισματική ένωση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι ενέργειες του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, εμπόδισαν την κατάρρευση της αγοράς και κέρδισαν χρόνο ώστε οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ηγέτες να υλοποιήσουν πολιτικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις. Το ερώτημα είναι αν οι πολιτικοί ηγέτες έχουν για ακόμα μία φορά επιλέξει τις εύκολες βραχυπρόθεσμες λύσεις, έναντι της διαμόρφωσης μίας ανθεκτικής στρατηγικής.
Είναι σίγουρο, ότι λίγοι ήταν αυτοί που είχαν οραματιστεί το βαθμό συμβιβασμού και ολοκλήρωσης που επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί που θεωρητικά παραβιάζουν την εθνική κυριαρχία, βρίσκονται πλέον εν ισχύ για τους εθνικούς προϋπολογισμούς και, σύντομα, για περίπου 150 από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες. Η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του διαδόχου του, του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), παρέχει ένα σημαντικό οικονομικό εμπόδιο για τις μικρότερες χώρες, που έχουν αποσταθεροποιηθεί από εξωτερικούς οικονομικούς κραδασμούς.
Ωστόσο, αυτό που έφερε τα πάνω κάτω στο όλο παιχνίδι, ήταν η δημιουργικότητα της ΕΚΤ στο να σχεδιάσει τρόπους για να αποφευχθεί η ξαφνική χρεωκοπία των τραπεζών και των κυβερνήσεων. Αν και μπορεί να χρειάζεται πλέον κανείς να έχει στρατιωτική εμπειρία για να θυμάται όλα τα ακρωνύμια που δημιουργήθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια, τα LTRO (μακροπρόθεσμη λειτουργία αναχρηματοδότησης) και τα OMT (οριστικές νομισματικές συναλλαγές) θα μείνουν στην ιστορία ως τα δίδυμα μπαζούκας της ΕΚΤ.
Παρ΄ όλα αυτά, ενώ τα μπαζούκας μπορεί να κερδίζουν μάχες, αυτό δε σημαίνει ότι κερδίζουν και τους πολέμους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στον τομέα των οικονομικών, διότι οι αγορές, οι πολιτικοί και οι πολίτες, προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Η επιτυχία του 2012, ήταν ότι μπήκε ένα τέλος στην οξεία φάση της κρίσης· ωστόσο τα χρόνια συμπτώματα παραμένουν.
Φυσικά, οι κεφαλαιαγορές έχουν ανοίξει εκ νέου για τις μεγάλες εταιρείες και πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες. Η Ευρώπη «αισθάνεται» καλύτερα. Ωστόσο, είναι σπάνια σοφό να κρίνουμε την οικονομική υγεία με βάση το κόστος του δανεισμού, κάτι που μπορεί να αλλάξει ανά πάσα στιγμή. Μαζί με άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες, η ΕΚΤ έχει εξασφαλίσει ότι οποιεσδήποτε αμφιβολίες περί φερεγγυότητας, έχουν προσωρινά τεθεί εκτός συζήτησης λόγω της αυξημένης ρευστότητας.
Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου, καθόρισαν το όραμα που περιέγραψε ο Ντράγκι τον περασμένο Ιούλιο. Αλλά, οι Ευρωπαίοι ηγέτες απέρριψαν ακόμη και τον περιορισμένο επιμερισμό δημοσιονομικού κινδύνου, με τη μορφή συμβάσεων ανεργίας ορισμένου χρόνου.
Η Τραπεζική Ένωση, έμεινε να μοιάζει σαν ένα σκαμνί που κρατιέται όρθιο από ένα σταθερό πόδι (κοινή επιμέλεια), μία οδοντογλυφίδα (κοινό ψήφισμα), και ένα τρίτο πόδι που απλά λείπει (κοινή ασφάλιση των καταθέσεων). Οι χώρες-πιστωτές, επιδιώκοντας να καθορίσουν στενά τα κληροδοτημένα τους περιουσιακά στοιχεία έτσι ώστε να ελαχιστοποιήσουν τις απώλειές τους, ουσιαστικά αποδυναμώνουν το πιο σημαντικό μέσο για το σπάσιμο του φαύλου κύκλου μεταξύ των κρατών και των τραπεζών – τις απευθείας ανακεφαλαιοποιήσεις μέσω χρηματοδότησης ΕΜΣ.
Οι περισσότερο φερέγγυες ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να πιστεύουν ότι μία νομισματική ένωση μπορεί να λειτουργήσει, μόνο εφόσον κάθε μέλος δεσμευτεί έναντι υπεύθυνων μακροοικονομικών πολιτικών προς αποφυγή της συσσώρευσης των ανισορροπιών. Υπάρχει ισχυρή λογική σε αυτό το επιχείρημα, δεδομένου ότι μία ένωση, στην οποία «οι φορολογούμενοι ορισμένων κρατών πληρώνουν πάντα για τους άλλους» δε μπορεί να αντέξει πολιτικά.
Παρ’ όλα αυτά, σε έναν κόσμο γρήγορων και ελευθέρων ροών κεφαλαίου, οι ηγέτες της Ευρώπης δεν έχουν καταφέρει να συνειδητοποιήσουν ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί δε μπορούν να αποτρέψουν τη συσσώρευση ανισορροπιών. Εξάλλου, ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα της Ευρώπης είναι η συνένωση μεγάλων και μικρών κρατών, είτε πλουσίων και φτωχών, είτε έχουν τη βάση τους στο εργατικό δυναμικό είτε στον τομέα των υπηρεσιών. Παρά τις διαφορές τους, όλα τα κράτη υπόκεινται στην ίδια νομισματική πολιτική και, τουλάχιστον σύμφωνα με το τρέχον όραμα, σε πολύ παρόμοιες (και άκαμπτες) δημοσιονομικές πολιτικές.
Το όραμα αυτό, περιλαμβάνει μικροσκοπικές δημοσιονομικές μεταβιβάσεις για να αμβλυνθούν οι ασύμμετρες επιπτώσεις των κοινών οικονομικών κραδασμών. Αντ’ αυτού, μία ομάδα ρυθμιστικών αρχών της Φρανκφούρτης και οι γραφειοκράτες στις Βρυξέλλες, θα εντοπίζουν τις ανισορροπίες προτού αυτές γίνουν σοβαρές.
Για την περιφέρεια της Ευρώπης, το μινιμαλιστικό αυτό όραμα της δημοσιονομικής ενοποίησης σημαίνει ένα και μόνο πράγμα: το κρατικό και το ιδιωτικό χρέος θα χρειαστεί να πέσουν, σε επίπεδα που συνδέονται με τις οικονομίες ΑΑΑ, διότι δε μπορεί να εξασφαλιστεί η εξωτερική χρηματοδότηση για συνεχιζόμενες ανισορροπίες. Ακόμη και αν η νομισματική πολιτική παραμείνει εξαιρετικά διευκολυντική (παρότι παραμένει εξαιρετικά χαλαρή για ορισμένες από τις πιο υγιείς οικονομίες), αυτό συνεπάγεται δεκαετίες στασιμότητας για την περιφέρεια και τη μετατροπή της υψηλής μακροχρόνιας ανεργίας σε μία χαμένη γενιά χρονίως ανέργων νέων.
Οι οξείες κρίσεις σπάνια παράγουν πολιτικά κινήματα που απαιτούν αλλαγή. Αντιθέτως, κυριαρχεί ο φόβος και το status quo– στην προκειμένη περίπτωση, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση- νικάει, όπως συνεχίζει να συμβαίνει από το 2010 σε Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ολλανδία. Η χρόνια φάση της κρίσης είναι αυτή που θα φέρει την αλλαγή, καθώς ο φόβος θα υποχωρεί, δίνοντας τη θέση του στην οργή και καθώς η πολιτική θα μετατοπίζεται προς τα άκρα.
Η Ιαπωνία μπορεί να παρέχει ένα αντι-παράδειγμα. Πρόκειται εξάλλου για μία χώρα που βρίσκεται σε χρόνια κατάσταση εδώ και περίπου εικοσιπέντε χρόνια, αλλά χρειάστηκαν σχεδόν δύο δεκαετίες για να φύγει το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα από την εξουσία (και τώρα επέστρεψε). Ωστόσο, η μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ιαπωνίας ήταν σταδιακή και, ακόμα σημαντικότερο είναι το γεγονός ότι η ανεργία παρέμεινε κάτω από το 5,5%, σε σχέση με το σχεδόν 20% στις πέντε χειρότερες οικονομίες της Ευρώπης.
Μεγάλο μέρος της ευθύνης για την κατάσταση της Ιαπωνίας, εντοπίζεται στην απροθυμία των πολιτικών της από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 να αντιμετωπίσουν έναν τραπεζικό τομέα, φορτωμένο με τοξικά χρέη ακινήτων. Το δίδαγμα αυτής της ιστορίας, αλλά και άλλων τραπεζικών κρίσεων, είναι ότι η ταχεία διάγνωση και θεραπεία φαίνεται να παίζουν τεράστιο ρόλο στο να καθορίσουν το αν η γρήγορη έξοδος μιας χώρας από την οξεία φάση μιας κρίσης οδηγεί σε παρατεταμένη χρόνια φάση ή σε επιστροφή στην υγιή ανάπτυξη. Η Ιαπωνία θα μπορούσε να βασιστεί στο μεγάλο απόθεμα εγχώριας αποταμίευσης των νοικοκυριών της για να αμβλύνει την προσαρμογή του τομέα των επιχειρήσεων και για να χρηματοδοτήσει τις τεράστιες δημοσιονομικές δαπάνες, με το δημόσιο χρέος της τώρα, γύρω στο 230% του ΑΕΠ.
Η στρατηγική αυτή δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην Ευρώπη. Η χρόνια προσαρμογή δεν είναι βιώσιμη, δεδομένου ότι η κατά τόπους ανεργία έχει υπερβεί το 20% και του γεγονότος ότι ο δανειστής έσχατης ανάγκης, περιορίζεται από τις προτιμήσεις των μελών του. Επιπλέον, η Ευρώπη δεν έχει την κοινωνική δύναμη να αντέξει μία τέτοια στρατηγική, λόγω της έλλειψης πολιτισμικής ομοιογένειας και των μεγάλων πληθυσμών μεταναστών, οι οποίοι συχνά βρίσκονται στο περιθώριο.
Η συνταγή είναι σαφής: φτιάξτε τις τράπεζες, μοιραστείτε το βάρος των λαθών του παρελθόντος, και αντικαταστήστε το ΟΜΤ με ένα ισοδύναμο όπλο, μετατρέποντας τον ΕΜΣ σε ταμείο διάσωσης το οποίο θα μπορεί να αντεπεξέλθει στα μεγάλα, αλλά και στα μικρά, προβλήματα. Η προγραμματισμένη μετάβαση σε καθεστώς διάσωσης ‘bail-in’ για τους ιδιώτες πιστωτές, και η πολιτική αποδοχή της κρατικής χρεωκοπίας θα δώσουν, κατά πάσα πιθανότητα, τέλος στη δημοσιονομική ασωτία.
Ωστόσο, το έπος της Ευρώπης δεν θα τελειώσει εκεί. Έχοντας δραπετεύσει από την οργή των αγορών, οι πολιτικοί θα αντιμετωπίσουν τώρα την οργή των ψηφοφόρων τους.
Πηγή : Sofokleous10
Είναι σίγουρο, ότι λίγοι ήταν αυτοί που είχαν οραματιστεί το βαθμό συμβιβασμού και ολοκλήρωσης που επιτεύχθηκε κατά τη διάρκεια της οξείας φάσης της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί που θεωρητικά παραβιάζουν την εθνική κυριαρχία, βρίσκονται πλέον εν ισχύ για τους εθνικούς προϋπολογισμούς και, σύντομα, για περίπου 150 από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες. Η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και του διαδόχου του, του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), παρέχει ένα σημαντικό οικονομικό εμπόδιο για τις μικρότερες χώρες, που έχουν αποσταθεροποιηθεί από εξωτερικούς οικονομικούς κραδασμούς.
Ωστόσο, αυτό που έφερε τα πάνω κάτω στο όλο παιχνίδι, ήταν η δημιουργικότητα της ΕΚΤ στο να σχεδιάσει τρόπους για να αποφευχθεί η ξαφνική χρεωκοπία των τραπεζών και των κυβερνήσεων. Αν και μπορεί να χρειάζεται πλέον κανείς να έχει στρατιωτική εμπειρία για να θυμάται όλα τα ακρωνύμια που δημιουργήθηκαν τα τελευταία τρία χρόνια, τα LTRO (μακροπρόθεσμη λειτουργία αναχρηματοδότησης) και τα OMT (οριστικές νομισματικές συναλλαγές) θα μείνουν στην ιστορία ως τα δίδυμα μπαζούκας της ΕΚΤ.
Παρ΄ όλα αυτά, ενώ τα μπαζούκας μπορεί να κερδίζουν μάχες, αυτό δε σημαίνει ότι κερδίζουν και τους πολέμους. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα στον τομέα των οικονομικών, διότι οι αγορές, οι πολιτικοί και οι πολίτες, προσαρμόζονται στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Η επιτυχία του 2012, ήταν ότι μπήκε ένα τέλος στην οξεία φάση της κρίσης· ωστόσο τα χρόνια συμπτώματα παραμένουν.
Φυσικά, οι κεφαλαιαγορές έχουν ανοίξει εκ νέου για τις μεγάλες εταιρείες και πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες. Η Ευρώπη «αισθάνεται» καλύτερα. Ωστόσο, είναι σπάνια σοφό να κρίνουμε την οικονομική υγεία με βάση το κόστος του δανεισμού, κάτι που μπορεί να αλλάξει ανά πάσα στιγμή. Μαζί με άλλες μεγάλες κεντρικές τράπεζες, η ΕΚΤ έχει εξασφαλίσει ότι οποιεσδήποτε αμφιβολίες περί φερεγγυότητας, έχουν προσωρινά τεθεί εκτός συζήτησης λόγω της αυξημένης ρευστότητας.
Οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Δεκεμβρίου, καθόρισαν το όραμα που περιέγραψε ο Ντράγκι τον περασμένο Ιούλιο. Αλλά, οι Ευρωπαίοι ηγέτες απέρριψαν ακόμη και τον περιορισμένο επιμερισμό δημοσιονομικού κινδύνου, με τη μορφή συμβάσεων ανεργίας ορισμένου χρόνου.
Η Τραπεζική Ένωση, έμεινε να μοιάζει σαν ένα σκαμνί που κρατιέται όρθιο από ένα σταθερό πόδι (κοινή επιμέλεια), μία οδοντογλυφίδα (κοινό ψήφισμα), και ένα τρίτο πόδι που απλά λείπει (κοινή ασφάλιση των καταθέσεων). Οι χώρες-πιστωτές, επιδιώκοντας να καθορίσουν στενά τα κληροδοτημένα τους περιουσιακά στοιχεία έτσι ώστε να ελαχιστοποιήσουν τις απώλειές τους, ουσιαστικά αποδυναμώνουν το πιο σημαντικό μέσο για το σπάσιμο του φαύλου κύκλου μεταξύ των κρατών και των τραπεζών – τις απευθείας ανακεφαλαιοποιήσεις μέσω χρηματοδότησης ΕΜΣ.
Οι περισσότερο φερέγγυες ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να πιστεύουν ότι μία νομισματική ένωση μπορεί να λειτουργήσει, μόνο εφόσον κάθε μέλος δεσμευτεί έναντι υπεύθυνων μακροοικονομικών πολιτικών προς αποφυγή της συσσώρευσης των ανισορροπιών. Υπάρχει ισχυρή λογική σε αυτό το επιχείρημα, δεδομένου ότι μία ένωση, στην οποία «οι φορολογούμενοι ορισμένων κρατών πληρώνουν πάντα για τους άλλους» δε μπορεί να αντέξει πολιτικά.
Παρ’ όλα αυτά, σε έναν κόσμο γρήγορων και ελευθέρων ροών κεφαλαίου, οι ηγέτες της Ευρώπης δεν έχουν καταφέρει να συνειδητοποιήσουν ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί δε μπορούν να αποτρέψουν τη συσσώρευση ανισορροπιών. Εξάλλου, ένα από τα μεγάλα πλεονεκτήματα της Ευρώπης είναι η συνένωση μεγάλων και μικρών κρατών, είτε πλουσίων και φτωχών, είτε έχουν τη βάση τους στο εργατικό δυναμικό είτε στον τομέα των υπηρεσιών. Παρά τις διαφορές τους, όλα τα κράτη υπόκεινται στην ίδια νομισματική πολιτική και, τουλάχιστον σύμφωνα με το τρέχον όραμα, σε πολύ παρόμοιες (και άκαμπτες) δημοσιονομικές πολιτικές.
Το όραμα αυτό, περιλαμβάνει μικροσκοπικές δημοσιονομικές μεταβιβάσεις για να αμβλυνθούν οι ασύμμετρες επιπτώσεις των κοινών οικονομικών κραδασμών. Αντ’ αυτού, μία ομάδα ρυθμιστικών αρχών της Φρανκφούρτης και οι γραφειοκράτες στις Βρυξέλλες, θα εντοπίζουν τις ανισορροπίες προτού αυτές γίνουν σοβαρές.
Για την περιφέρεια της Ευρώπης, το μινιμαλιστικό αυτό όραμα της δημοσιονομικής ενοποίησης σημαίνει ένα και μόνο πράγμα: το κρατικό και το ιδιωτικό χρέος θα χρειαστεί να πέσουν, σε επίπεδα που συνδέονται με τις οικονομίες ΑΑΑ, διότι δε μπορεί να εξασφαλιστεί η εξωτερική χρηματοδότηση για συνεχιζόμενες ανισορροπίες. Ακόμη και αν η νομισματική πολιτική παραμείνει εξαιρετικά διευκολυντική (παρότι παραμένει εξαιρετικά χαλαρή για ορισμένες από τις πιο υγιείς οικονομίες), αυτό συνεπάγεται δεκαετίες στασιμότητας για την περιφέρεια και τη μετατροπή της υψηλής μακροχρόνιας ανεργίας σε μία χαμένη γενιά χρονίως ανέργων νέων.
Οι οξείες κρίσεις σπάνια παράγουν πολιτικά κινήματα που απαιτούν αλλαγή. Αντιθέτως, κυριαρχεί ο φόβος και το status quo– στην προκειμένη περίπτωση, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση- νικάει, όπως συνεχίζει να συμβαίνει από το 2010 σε Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ολλανδία. Η χρόνια φάση της κρίσης είναι αυτή που θα φέρει την αλλαγή, καθώς ο φόβος θα υποχωρεί, δίνοντας τη θέση του στην οργή και καθώς η πολιτική θα μετατοπίζεται προς τα άκρα.
Η Ιαπωνία μπορεί να παρέχει ένα αντι-παράδειγμα. Πρόκειται εξάλλου για μία χώρα που βρίσκεται σε χρόνια κατάσταση εδώ και περίπου εικοσιπέντε χρόνια, αλλά χρειάστηκαν σχεδόν δύο δεκαετίες για να φύγει το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα από την εξουσία (και τώρα επέστρεψε). Ωστόσο, η μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ιαπωνίας ήταν σταδιακή και, ακόμα σημαντικότερο είναι το γεγονός ότι η ανεργία παρέμεινε κάτω από το 5,5%, σε σχέση με το σχεδόν 20% στις πέντε χειρότερες οικονομίες της Ευρώπης.
Μεγάλο μέρος της ευθύνης για την κατάσταση της Ιαπωνίας, εντοπίζεται στην απροθυμία των πολιτικών της από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 να αντιμετωπίσουν έναν τραπεζικό τομέα, φορτωμένο με τοξικά χρέη ακινήτων. Το δίδαγμα αυτής της ιστορίας, αλλά και άλλων τραπεζικών κρίσεων, είναι ότι η ταχεία διάγνωση και θεραπεία φαίνεται να παίζουν τεράστιο ρόλο στο να καθορίσουν το αν η γρήγορη έξοδος μιας χώρας από την οξεία φάση μιας κρίσης οδηγεί σε παρατεταμένη χρόνια φάση ή σε επιστροφή στην υγιή ανάπτυξη. Η Ιαπωνία θα μπορούσε να βασιστεί στο μεγάλο απόθεμα εγχώριας αποταμίευσης των νοικοκυριών της για να αμβλύνει την προσαρμογή του τομέα των επιχειρήσεων και για να χρηματοδοτήσει τις τεράστιες δημοσιονομικές δαπάνες, με το δημόσιο χρέος της τώρα, γύρω στο 230% του ΑΕΠ.
Η στρατηγική αυτή δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην Ευρώπη. Η χρόνια προσαρμογή δεν είναι βιώσιμη, δεδομένου ότι η κατά τόπους ανεργία έχει υπερβεί το 20% και του γεγονότος ότι ο δανειστής έσχατης ανάγκης, περιορίζεται από τις προτιμήσεις των μελών του. Επιπλέον, η Ευρώπη δεν έχει την κοινωνική δύναμη να αντέξει μία τέτοια στρατηγική, λόγω της έλλειψης πολιτισμικής ομοιογένειας και των μεγάλων πληθυσμών μεταναστών, οι οποίοι συχνά βρίσκονται στο περιθώριο.
Η συνταγή είναι σαφής: φτιάξτε τις τράπεζες, μοιραστείτε το βάρος των λαθών του παρελθόντος, και αντικαταστήστε το ΟΜΤ με ένα ισοδύναμο όπλο, μετατρέποντας τον ΕΜΣ σε ταμείο διάσωσης το οποίο θα μπορεί να αντεπεξέλθει στα μεγάλα, αλλά και στα μικρά, προβλήματα. Η προγραμματισμένη μετάβαση σε καθεστώς διάσωσης ‘bail-in’ για τους ιδιώτες πιστωτές, και η πολιτική αποδοχή της κρατικής χρεωκοπίας θα δώσουν, κατά πάσα πιθανότητα, τέλος στη δημοσιονομική ασωτία.
Ωστόσο, το έπος της Ευρώπης δεν θα τελειώσει εκεί. Έχοντας δραπετεύσει από την οργή των αγορών, οι πολιτικοί θα αντιμετωπίσουν τώρα την οργή των ψηφοφόρων τους.
Πηγή : Sofokleous10
Έστω και την υστάτη θα πρέπει να αντισταθούμε. Καμιά στήριξη στην πολιτική Αναστασιάδη, καμιά στήριξη στις προσπάθειες του Κεφαλαίου να κερδίσει το χρόνο που χρειάζεται ως τον τερματισμό της Ε.Ε με εμπόλεμες συγκρούσεις. Αυτή θα έπρεπε να είναι η στάση της Αριστεράς σε όλη την Ευρώπη. Έχουμε ήδη αργήσει πάρα πολύ, τόσο πολύ όσο και η Ελλάδα, η οποία θα έπρεπε να βρίσκεται εκτός Ε.Ε αν δεν είχε αποκοιμηθεί η αντίσταση του κόσμου σε ευρω-όνειρα από την αριστερά. Το κεφάλαιο δεν λύνει με διαδηλώσεις τις συστημικές κρίσεις. Με διαδηλώσεις λύνει κάτι ψιλά. Για τα υπόλοιπα θα παλέψει με κανονικά όπλα. Πρέπει οι πολιτικές ηγεσίες και ο κόσμος να αντισταθεί πριν να είναι πολύ αργά.Έστω και την υστάτη, το ΑΚΕΛ πρέπει να αποχωριστεί τον συστημικό ρόλο που επέλεξε. Να μην ζητά παλληκαρίσιες συμπεριφορές από τους άλλους, αλλά το ίδιο να αντιληφθεί πως οι διακανονισμοί δεν ήταν παλληκαριά από κανένα. Ούτε από το ίδιο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑς θεωρηθεί η πενταετία ως ένας χρονος που κερδιθηκε και όχι ως ένας χρόνος που επενδύθηκε στο απόλυτο αδιέξοδο της Κύπρου.
Μην πάτε στην εντελώς λάθος κατεύθυνση.
πιρι-πιρι το παπίρι...
ΑπάντησηΔιαγραφήμα το γεγονός πως ο χρηματοπιστωτικός κύκλος είναι οκταπλάσιος του ΑΕΠ εξαιτίας του χαμηλού εταιρικού φόρου, είναι κάτι το οποίο πρέπει να διασωθεί, ενω κρατικοποιούνται τα χρέη των τραπεζών και άρα και ο οκταπλάσιος αυτός κίνδυνος; Αυτή είναι η αντίσταση της Αριστεράς; η διατήρηση του προβλήματος για να μην έχουμε μεγαλύτερο πρόβλημα; Πάλε "κούντα το παρατζει"; Σε πεντε χρόνια πως θα αποπληρώνει δηλαδη μια κυβέρνηση της αριστεράς τα αυξανόμενα χρέη και τους τόκους τους;
Ανταγωνιστικότητα και ισότιμη συμμετοχή σε ευρωπαϊκά προγράμματα....με ρήτρες για απευθείας ανακεφαλαιοποίση...ατού ο Γαβρίλης...πάτε στην αντίθετη με τα συμφέροντα του τόπου και του λαού κατεύθυνση κοπέλια! Ρεαλιστικές προτάσεις είπαμε...
Ο Σταύρος Μαλάς επικρίνει την κυβέρνηση ότι άρχισε να διαπραγματεύεται ένα 2ο μνημόνιο, ενώ εξέφρασε φόβους ότι έπεται και 3ο.
Όπως εξήγησε με την μόνιμη αύξηση του εταιρικού φόρου, για 1η φορά κράτος μέλος της Ε.Ε αλλάζει την φορολογική του πολιτική μέσω μιας δανειακής σύμβασης.
Μιλώντας στον ΑΣΤΡΑ ο κύριος Μαλάς είπε ότι η Κύπρος θα έπρεπε να θέσει ρήτρα στο μνημόνιο να συζητηθεί η απευθείας ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών όταν λειτουργήσει ο νέος μηχανισμός.
Τόνισε ότι η ρητορική που ανέπτυξε προεκλογικά ο Νίκος Αναστασιάδης ότι έχει φίλους στην Ε.Ε και ότι θα βγάλει την Κύπρο από την απομόνωση, δημιούργησε συνθήκες αυτοεγκλωβισμού τις οποίες αξιοποίησε η τρόικα και βάζει όρους που ισοδυναμούν με οικονομική επικυριαρχία.
Ο κύριος Μαλάς σημείωσε ότι όσο μειώνεται η ανταγωνιστικότητα της Κύπρου, τόσο μειώνεται η δυνατότητα της να συμμετέχει ισότιμα σε ευρωπαϊκά προγράμματα.