ΛΕΝΙΝ
Του ΚΑΡΛ ΡΑΝΤΕΚ1
δημοσιεύθηκε στο The Plebs το Φεβρουάριο του 1924
Όπως κάθε τι άλλο στη φύση, ο Λένιν γεννήθηκε, αναπτύχθηκε και ωρίμασε. Όταν μια φορά ο Βλαντιμίρ Ίλιτς με παρατήρησε να ξεφυλλίζω μια συλλογή άρθρων του γραμμένη το 1903, που είχε μόλις εκδοθεί, ένα κατεργάρικο χαμόγελο διαγράφηκε στο πρόσωπό του, και παρατήρησε με ένα γέλιο: «Είναι πολύ ενδιαφέρον να διαβάζουμε τι ηλίθιοι τύποι ήμασταν τότε!» Αλλά δεν σκοπεύω να συγκρίνω εδώ το σχήμα του κρανίου του Λένιν στην ηλικία των 10, 20 ή 30 με το κρανίο του ανθρώπου που προήδρευε τις συνεδριάσεις της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος ή του Συμβουλίου των Επιτρόπων του Λαού. Το αντικείμενό μας δεν είναι απλά ο Λένιν ως ηγέτης, αλλά ως ζωντανή ανθρώπινη ύπαρξη.
Ο Π. Μπ. Άξελροντ2, ένας από τους ηγέτες του μενσεβικισμού, που μισεί τον Λένιν από τα βάθη της ψυχής του, εξιστόρησε, σε έναν από τους φιλιππικούς του με τους οποίους προσπαθούσε να με πείσει για το επιβλαβές του μπολσεβικισμού γενικά και του Λένιν ειδικότερα, πώς ο Λένιν ταξίδεψε στο εξωτερικό για πρώτη φορά και πώς έκαναν περίπατο και μπάνιο μαζί. «Ένιωθα εκείνο τον καιρό», είπε ο Άξελροντ, «πως εδώ βρισκόταν ο άνθρωπος που θα γινόταν ο ηγέτης της Ρωσικής Επανάστασης. Όχι μόνο ήταν μορφωμένος μαρξιστής – υπήρχαν πολλοί τέτοιοι – αλλά γνώριζε τι ήθελε να κάνει και πώς μπορούσε να γίνει. Υπήρχε κάτι από τη μυρωδιά της ρωσικής γης σε αυτόν».
Ο Πάβελ Μπορίσοβιτς Άξελροντ δεν οσφρίζεται τη γη. Είναι κάποιος που συλλογίζεται στο σπίτι του, στο μελετητήριο του, και η τραγωδία της ζωής του έγκειται στο ότι τον καιρό που δεν υπήρχε εργατικό κίνημα στη Ρωσία στοχάστηκε τις κατευθύνσεις πάνω στις οποίες ένα τέτοιο κίνημα θα αναπτυσσόταν, και όταν αναπτύχθηκε σε διαφορετικές κατευθύνσεις προσβλήθηκε κατάφωρα – και σήμερα ωρύεται με την οργή ενός ανυπάκουου παιδιού. Αλλά συχνά οι άνθρωποι παρατηρούν στους άλλους αυτό που λείπει στους ίδιους, και τα λόγια του Άξελροντ αναφορικά με τον Λένιν υποδεικνύουν ακριβώς εκείνα τα χαρακτηριστικά που έκαναν τον Λένιν ηγέτη.
Είναι αδύνατο να είσαι ηγέτης της εργατικής τάξης χωρίς να γνωρίζεις όλη την ιστορία αυτής της τάξης. Οι ηγέτες του εργατικού κινήματος πρέπει να γνωρίζουν την ιστορία του εργατικού κινήματος˙ χωρίς αυτήν τη γνώση δεν μπορεί να υπάρχει ηγέτης, ακριβώς όπως στις μέρες μας δεν μπορεί να υπάρχει στρατηγός που θα μπορούσε να νικήσει με την ελάχιστη δαπάνη δύναμης εκτός και αν γνωρίζει τη στρατιωτική ιστορία. Η ιστορία της στρατηγικής δεν είναι μια συλλογή συνταγών του πώς να κερδίζεις έναν πόλεμο, γιατί μια κατάσταση που έχει περιγραφεί δεν επαναλαμβάνεται ποτέ. Αλλά το μυαλό του στρατηγού εξασκείται στη στρατηγική με τη διαρκή μελέτη της˙ αυτή η μελέτη του προσδίδει ελαστικότητα στη διεξαγωγή του πολέμου, επιτρέποντάς του να εντοπίσει τους κινδύνους και τις δυνατότητες που ο απλά εμπειρικά εκπαιδευμένος στρατηγός δεν μπορεί να διακρίνει. Η ιστορία του εργατικού κινήματος δεν μας λέει τι να κάνουμε, αλλά καθιστά δυνατό να συγκρίνουμε τη θέση μας με καταστάσεις που ήδη αντιμετώπισε η τάξη μας, ώστε σε διάφορες αποφασιστικές στιγμές να μπορεί να δούμε καθαρά το δρόμο μας και να αναγνωρίσουμε τον κίνδυνο που πλησιάζει.
Αλλά δεν μπορεί να γνωρίσουμε την ιστορία του εργατικού κινήματος με επάρκεια, αν δεν είμαστε πλήρως εξοικειωμένοι με την ιστορία του καπιταλισμού και με τον οικονομικό και πολιτικό μηχανισμό του. Ο Λένιν γνωρίζει την ιστορία του καπιταλισμού όπως την ξέρουν ελάχιστοι μαθητές του Μαρξ. Δεν είναι απλή γνώση των ντοκουμέντων – εδώ ο σύντροφος Ριαζάνοφ τον ξεπερνάει – αλλά έχει επεξεργαστεί τη θεωρία του Μαρξ όπως κανείς άλλος. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, τη μικρή μπροσούρα που έγραψε στον καιρό της διαμάχης μας για τα συνδικάτα3˙ σε αυτήν αποκαλεί τον Μπουχάριν συνδικαλιστή, εκλεκτικό και του καταλογίζει ότι αμαρτάνει σε πολλά άλλα ζητήματα. Αυτή η μικρή μπροσούρα περιέχει λίγες γραμμές αφιερωμένες στις διαφορές ανάμεσα στη διαλεκτική και τον εκλεκτικισμό, οι οποίες όμως λένε περισσότερα για το θέμα από ό,τι πολύ μεγαλύτερα βιβλία. Ο Λένιν έχει συλλάβει και κατανοήσει ανεξάρτητα τη θεωρία του ιστορικού υλισμού όπως κανείς άλλος δεν ήταν ικανός να το κάνει, για το λόγο ότι τη μελέτησε με τον ίδιο σκοπό που είχε ο Μαρξ όταν επεξεργαζόταν τη θεωρία.
Ο Λένιν μπήκε στο κίνημα ως η ενσάρκωση της θέλησης για επανάσταση, και μελέτησε το μαρξισμό, την εξέλιξη του καπιταλισμού και την εξέλιξη του σοσιαλισμού από την άποψη της επαναστατικής τους σημασίας. Ο Πλεχάνοφ ήταν επίσης επαναστάτης, αλλά δεν κατεχόταν από τη θέληση της επανάστασης, και παρά τη μεγάλη σπουδαιότητά του ως δασκάλου της Ρωσικής Επανάστασης, μπορούσε μόνο να διδάξει την άλγεβρα και όχι την αριθμητική της. Εδώ βρίσκεται το σημείο μετάβασης από το θεωρητικό Λένιν στον πολιτικό Λένιν.
Ο Λένιν συνδύασε το μαρξισμό με τη γενική στρατηγική της εργατικής τάξης, αλλά ταυτόχρονα τον εφάρμοσε σωστά στο στρατηγικό καθήκον που καθόριζε τη μοίρα της ρωσικής εργατικής τάξης. Μπορεί να ειπωθεί ότι στη στρατιωτική ακαδημία δεν διάβασε μόνο τον Κλαούζεβιτς, τον Μόλτκε και τους ομοίους τους, αλλά μελέτησε ταυτόχρονα, όπως κανείς άλλος στη Ρωσία, το έδαφος του μελλοντικού ρωσικού προλεταριακού πολέμου. Εδώ έγκειται η ιδιοφυΐα του – στη στενή επαφή του με το πεδίο της δραστηριότητάς του.
Θα χρειαστεί να βρω μια άλλη ευκαιρία για να επιχειρηματολογήσω γιατί ένα τόσο μεγάλο μυαλό όπως η Ρόζα Λούξεμπουργκ4 δεν στάθηκε ικανή να καταλάβει την ορθότητα των αρχών του Λένιν πάνω στην προέλευση του μπολσεβικισμού. Μπορώ απλά να διαπιστώσω το γεγονός. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ δεν συνέλαβε συγκεκριμένα την οικονομική και πολιτική διαφορά ανάμεσα στις συνθήκες πάλης του ρωσικού προλεταριάτου και εκείνες του προλεταριάτου της Δυτικής Ευρώπης. Έτσι έκλινε προς το μενσεβικισμό το 1904. Ο μενσεβικισμός, θεωρούμενος ιστορικά, ήταν η πολιτική της μικροαστικής διανόησης, και εκείνων των στρωμάτων του προλεταριάτου που συνδέονταν στενότερα με τη μικροαστική διανόηση.
Ο ρωσικός μενσεβικισμός ήταν μια προσπάθεια να μεταφερθούν οι τακτικές του δυτικοευρωπαϊκού εργατικού κινήματος στη Ρωσία. Αν διαβάσουμε ένα άρθρο του Άξελροντ ή του Μάρτοφ5 για την ανάγκη η εργατική τάξη «να μάθει να στέκεται στα δικά της πόδια», φαίνεται εξαιρετικά προφανές στον καθένα που μεγάλωσε μέσα στο κίνημα της Δυτικής Ευρώπης. Θυμάμαι πολύ καλά ότι όταν γνωρίστηκα με τις πολεμικές στη Ρωσική Σοσιαλδημοκρατία κατά την Πρώτη Ρωσική Επανάσταση, αλλά δεν μου ήταν ακόμη οικεία η συγκεκριμένη ρωσική πραγματικότητα, δεν μπορούσα να αντιληφθώ πώς ήταν δυνατό να αρνείται κανείς τέτοιες στοιχειώδεις αλήθειες. Σήμερα είναι ιστορικά αποδειγμένο ότι οι λόγοι που εκφωνούσαν οι Μενσεβίκοι για την «ανεξαρτησία του εργατικού κινήματος» ήταν στην πραγματικότητα μόνο ομιλίες για την αναγκαιότητα να υποταχθεί το ρωσικό εργατικό κίνημα στη ρωσική αστική τάξη.
Σήμερα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να διαβάσουμε τη φιλονικία για την περίφημη πρώτη παράγραφο του κομματικού καταστατικού, την παράγραφο που οδήγησε στη διάσπαση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος σε Μπολσεβίκους και Μενσεβίκους6. Εκείνο τον καιρό, η απαίτηση του Λένιν ότι μόνο τα μέλη των παράνομων οργανώσεων μπορούσε να υπολογίζονται σαν κομματικά μέλη φαινόταν εξαιρετικά σεκταριστική. Αλλά ποιο ήταν το πραγματικό ζήτημα που έμπαινε; Ο Λένιν προσπαθούσε να εμποδίσει τις συγχυσμένες ιδέες ορισμένων διανοουμένων να καθορίσουν την πολιτική του εργατικού κόμματος.
Πριν την Πρώτη Επανάσταση κάθε δυσαρεστημένος γιατρός ή δικηγόρος που τύχαινε να διαβάσει τον Μαρξ προσποιούνταν το σοσιαλδημοκράτη, ενώ κατά βάθος ήταν μόνο ένας φιλελεύθερος. Ακόμη και όταν εντάσσονταν σε μια παράνομη οργάνωση, ακόμη και όταν ξέκοβαν από το μικροαστικό τρόπο ζωής τους, η ιστορία δείχνει πως πολλοί διανοούμενοι παρέμειναν φιλελεύθεροι στο βάθος της ψυχής τους. Αλλά ο περιορισμός της ιδιότητας του μέλους σε πρόσωπα που ήταν πρόθυμα να αντιμετωπίσουν τους κινδύνους του να ανήκουν σε μια παράνομη οργάνωση είχε αναμφίβολα το πλεονέκτημα να περιορίζει τον κίνδυνο ανόδου των αστών μέσα στο προλεταριακό κόμμα, και επέτρεπε να κυριαρχεί το εργατικό επαναστατικό πνεύμα τις κομματικές οργανώσεις, όσο κι αν περιείχαν και διανοούμενους. Αλλά για να είναι κανείς ικανός να το συλλάβει αυτό και να είναι έτοιμος να διασπάσει το κόμμα γι’ αυτόν το λόγο, ήταν αναγκαίο να είναι τόσο στενά δεμένος με τις ρωσικές πραγματικότητες, όσο ήταν ο Λένιν στην ικανότητά του ως ρώσου μαρξιστή και ρώσου επαναστάτη…
Ο τρόπος του Λένιν να γνωρίζει τη ρωσική πραγματικότητα είναι ένα άλλο σημείο στο οποίο διαφέρει από όλους τους άλλους που φιλοδόξησαν να ηγηθούν του ρωσικού προλεταριάτου. Όχι μόνο γνωρίζει τη ρωσική πραγματικότητα, αλλά τη βλέπει και την αισθάνεται. Σε κάθε σημείο στροφής στην ιστορία του Κόμματος, και ιδιαίτερα τη στιγμή που κατέλαβε την εξουσία και η μοίρα 150 εκατομμυρίων ανθρώπων εξαρτιόταν από τις αποφάσεις του, με κατέπλησσε το απόθεμα του Λένιν αυτού που στην αγγλική γλώσσα αποκαλούν «κοινό νου» (common sense). Μπορεί να παρατηρηθεί πως όταν μιλάμε για έναν άνθρωπο για τον οποίο είμαστε πεπεισμένοι ότι όμοιός του δεν θα ξαναφανεί σε έναν αιώνα, δεν είναι παρά ένα φτωχό κομπλιμέντο να εγκωμιάζουμε τον κοινό νου του. Αλλά είναι ακριβώς σε αυτό που βρίσκεται η μεγαλοσύνη του ως πολιτικού. Όταν ο Λένιν έχει να αποφασίσει για ένα σπουδαίο ζήτημα, δεν σκέφτεται με αφηρημένες ιστορικές κατηγορίες, όπως η γαιοπρόσοδος, οι υπεραξίες, η απολυταρχία ή ο φιλελευθερισμός. Σκέφτεται τον Σομπόκαβιτς, τον Γκέσεν ή τον Σίντορ της περιφέρειας του Τβερ, ή τον εργάτη του Πουτίλοφ, τον αστυνόμο του δρόμου και το αποτέλεσμα των μέτρων πάνω στον μουζίκο Σίντορ και τον εργάτη Ονούφρια ως φορείς της επανάστασης.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη συνομιλία μου με τον Ίλιτς πριν τη σύναψη της Ειρήνης του Μπρεστ-Λιτόφσκ. Κάθε επιχείρημα που φέρναμε ενάντια στη σύναψη της ειρήνης αναπηδούσε πάνω του, όπως τα μπιζέλια σε έναν τοίχο. Έφερε το πιο απλό επιχείρημα: Ένας πόλεμος δεν μπορεί να διεξαχθεί από ένα κόμμα επαναστατών, οι οποίοι, έχοντας πιάσει τη δική τους μπουρζουαζία από το λαιμό, είναι ακόμη ανίκανοι να τελειώσουν τις υποθέσεις τους με τη γερμανική μπουρζουαζία. «Ο μουζίκος πρέπει να συνεχίσει τον πόλεμο», ήταν η απάντηση. «Αλλά δεν βλέπετε ότι ο μουζίκος ψήφισε ενάντια στον πόλεμο;» με ρώτησε ο Λένιν. «Με συγχωρείτε, αλλά πότε και πώς ψήφισε ενάντιά του;» «Ψήφισε με τα πόδια του, τρέχοντας μακριά από το μέτωπο». Και γι’ αυτόν, αυτό έκλεινε το θέμα… Ήταν αναγκαίο ο μουζίκος να πιάσει με τα χέρια του τη γη που του είχε δώσει η επανάσταση, ήταν αναγκαίο να βρεθεί αντιμέτωπος με τον κίνδυνο να χάσει αυτή τη γη, και τότε θα την υπεράσπιζε.
Ο Λένιν ποτέ δεν επιτρέπει στον εαυτό του να τυφλωθεί σε σχέση με την πραγματικότητα από οποιαδήποτε προκαθορισμένη φόρμουλα˙ και έχει πάντα το θάρρος να παραμερίζει τη χτεσινή φόρμουλα, όταν ενοχλεί τη σύλληψή του της πραγματικότητας. Πριν από την κατάκτηση της εξουσίας ρίχναμε, σαν επαναστάτες διεθνιστές, το σύνθημα της ειρήνης των λαών, ενάντια στην ειρήνη των κυβερνήσεων. Και ξαφνικά βρεθήκαμε οι ίδιοι στη θέση της εργατικής κυβέρνησης, περικυκλωμένοι από λαούς που δεν είχαν ακόμη καταφέρει να ανατρέψουν τις καπιταλιστικές κυβερνήσεις τους. «Πώς μπορεί να συνάψουμε ειρήνη με την κυβέρνηση των Χοεντζόλερν;» ήταν το ερώτημα που έβαζαν πολλοί σύντροφοι. Ο Λένιν απαντούσε περιπαικτικά:
«Είστε χειρότεροι από κότες. Μια κότα δεν μπορεί να αλλάξει την απόφασή της και να βγει έξω από έναν κύκλο που χαράχτηκε γύρω της με κιμωλία, αλλά μπορεί να δικαιολογήσει τουλάχιστον τον εαυτό της με το γεγονός ότι ο κύκλος τραβήχτηκε από ένα άγνωστο χέρι. Αλλά εμείς τραβήξαμε τη φόρμουλά μας με τα δικά μας χέρια, και τώρα βλέπετε τη φόρμουλα μόνο, και όχι την πραγματικότητα. Η φόρμουλά μας για μια ειρήνη που θα συναφθεί από τους λαούς είχε ως στόχο να αφυπνίσει τις μάζες ενάντια στη μιλιταριστική και καπιταλιστική κυβέρνηση. Τώρα θέλετε να καταστραφούμε, και να αφήσουμε την καπιταλιστική κυβέρνηση να ακυρώσει τη νίκη μας, στο όνομα της επαναστατικής μας φόρμουλας».
Η ιδιοφυΐα του Λένιν περιέχει ένα άλλο γνώρισμα. Αφού έχει θέσει έναν ορισμένο στόχο, επιδιώκει τα μέσα που οδηγούν σε αυτόν το στόχο μέσω της πραγματικότητας. Δεν αρκείται στο να έχει καθορίσει το στόχο του, στοχάζεται συγκεκριμένα και με πληρότητα κάθε τι αναγκαίο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Δεν επεξεργάζεται απλά ένα σχέδιο προπαγάνδας, αλλά και την όλη οργάνωση της προπαγάνδας ταυτόχρονα… Στην προσωπικότητα του Λένιν συνδέονται ο μεγάλος πολιτικός και ο μεγάλος οργανωτής.
Πώς όλα αυτά συνέβηκε να συνδυαστούν σε έναν άνθρωπο, μόνο ο Θεός το ξέρει (ο σύντροφος Στεπάνοφ7 και το Επιτροπάτο για την Καταπολέμηση της Θρησκείας θα μου συγχωρήσουν την έκφραση). Η ιστορία έχει το δικό της μηχανισμό για την απόσταξη του μπράντι, και καμιά Τσεκά8 δεν μπορεί να την ανιχνεύσει. Η γερμανική μπουρζουαζία δεν θα μπορούσε να ενώσει τη Γερμανία, και κάπου, σε ένα μικρό γρανάζι της γαιοκτησίας, η ιστορία άναψε τις μηχανές της και με τη βοήθεια του Θεού και του διαβόλου, δηλαδή με μοριακή εργασία, δημιούργησε τον Βίσμαρκ9, που μετά εκπλήρωσε αυτόν το ρόλο. Αν διαβάσουμε τις πρώτες αναφορές του, αν ακολουθήσουμε την πολιτική του βήμα προς βήμα, είμαστε υποχρεωμένοι να αναρωτηθούμε πώς ήταν δυνατό για έναν γαιοκτήμονα να διαθέτει μια τέτοια κατανόηση της όλης ευρωπαϊκής πραγματικότητας.
Η ίδια σκέψη γεννιέται κάθε φορά που σκεφτόμαστε για την ιστορία του κόμματός μας, την ιστορία της επανάστασης και τον Ίλιτς. Για 15 χρόνια εμείς παρακολουθούσαμε ενώ αυτός ο άνθρωπος πολεμούσε για κάθε κόμμα στις αποφάσεις μας, ενάντια σε κάθε –ισμό που εφευρέθηκε στα τελευταία 25 χρόνια, από το χβοστισμό ως τον εμπειριοκριτικισμό10. Για τον Λένιν, κάθε τέτοιος –ισμός υπήρξε η ενσάρκωση ενός πραγματικού εχθρού, που υπήρχε είτε μέσα στις άλλες τάξεις, είτε μέσα στην εργατική τάξη, σε κάθε περίπτωση όμως μέσα στην πραγματικότητα. Αυτοί οι –ισμοί ήταν τα σύμβολα της πραγματικότητας και απορρόφησε το σύνολο της πραγματικότητας, τη μελέτησε και τη στοχάστηκε, ώσπου ο «άνθρωπος της παρανομίας» απέδειξε τον εαυτό του ως τον πιο γήινο άνθρωπο της ρωσικής πραγματικότητας. Η ιστορία δεν προσφέρει κανένα άλλο τέτοιο παράδειγμα μετάβασης από τον υπόγειο επαναστάτη στον κρατικό παράγοντα. Αυτός ο συνδυασμός των χαρακτηριστικών του θεωρητικού, του πολιτικού και του οργανωτή έκανε τον Λένιν ηγέτη της Ρωσικής Επανάστασης. Και στο να είναι ο μόνος που αναγνωρίζεται καθολικά ως τέτοιος, χρειαζόταν και η «ανθρώπινη νότα» – οι ποιότητες που έχουν κάνει τον Λένιν αγαπημένο πρωταγωνιστή της επανάστασης…
Για πολλούς ανθρώπους η αλήθεια είναι θανάσιμη, είναι θανάσιμη ακόμη και για πολλές τάξεις. Αν η μπουρζουαζία επρόκειτο να αντιληφθεί την αλήθεια για τον εαυτό της, και διαπερνιόταν από αυτή την αλήθεια, θα είχε ήδη ηττηθεί, γιατί ποιος μπορεί να συνεχίσει να μάχεται όταν η αλήθεια της ιστορίας του λέει ότι όχι μόνο είναι καταδικασμένος σε θάνατο, αλλά πρόκειται να πεταχτεί στον υπόνομο; Η αστική τάξη είναι τυφλή και βουβή στη μοίρα της. Αλλά μια επαναστατική τάξη χρειάζεται την αλήθεια, γιατί η αλήθεια είναι γνώση της πραγματικότητας… Ο Λένιν λέει στο προλεταριάτο την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, όσο καταθλιπτική και αν είναι. Όταν οι εργάτες τον ακούν να μιλά, γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει ούτε μια κούφια φράση σε όλη την ομιλία του. Μας λέει να είμαστε ενήμεροι για την πραγματικότητα.
Κάποτε ζούσα στο Νταβός με έναν εργάτη που πέθαινε από την εξάντληση. Εκείνο τον καιρό συζητιόταν το δικαίωμα των εθνοτήτων στην αυτοδιάθεση11, και εμείς οι πολωνοί κομμουνιστές ήμασταν αντίθετοι στις απόψεις του Λένιν. Ο σύντροφος για τον οποίο μιλώ, έχοντας διαβάσει τις θέσεις μου ενάντια στον Λένιν, είπε: «Όσα έγραψες μου φαίνονται απολύτως πειστικά˙ όμως όποτε αντιπαρατέθηκα στον Λένιν, αποδείχτηκε αργότερα ότι είχα άδικο». Αυτός είναι ο τρόπος που μπορεί να σκέφτονται οι ηγετικοί κομματικοί παράγοντες, και αυτός είναι ο λόγος της αυθεντίας του Λένιν στο Κόμμα.
Αλλά οι εργάτες δεν σκέφτονται έτσι. Δεν αισθάνονται δεσμευμένοι στον Λένιν επειδή είχε δίκιο χίλιες φορές, αλλά επειδή, οποτεδήποτε είχε άδικο, όταν ένα λάθος γινόταν κάτω από την καθοδήγησή του, το παραδέχτηκε πάντοτε ανοικτά: «Κάναμε λάθος και συνεπώς ηττηθήκαμε εδώ˙ αυτό το λάθος πρέπει να διορθωθεί με τούτο κι εκείνον τον τρόπο». Πολλοί τον έχουν ρωτήσει γιατί μιλά τόσο ανοικτά για τα λάθη που γίνονται.
Δεν γνωρίζω γιατί το κάνει αυτό ο Λένιν, αλλά τα αποτελέσματα αυτού του τρόπου δράσης είναι ξεκάθαρα. Ο εργάτης είναι πολύ διαφωτισμένος για να πιστέψει πια σε λυτρωτές σωτήρες. Όταν ο Λένιν μιλά για τα λάθη του δεν κρύβει τίποτα, οδηγεί τον εργάτη στο δικό του εργαστήριο σκέψης, καθιστά δυνατό για τον εργάτη να πάρει μέρος στη διαμόρφωση της τελικής απόφασης, και οι εργάτες βλέπουν σε αυτόν τον ηγέτη που αντιπροσωπεύει το εργαστήριό τους, την ενσάρκωση του ταξικού αγώνα τους. Μια μεγάλη τάξη, που χρειάζεται την απόλυτη αλήθεια, αγαπά με όλη την καρδιά της έναν ηγέτη που είναι ο ίδιος μια ανθρώπινη ύπαρξη που αγαπά την αλήθεια, κάποιον που λέει την αλήθεια για τον ίδιο του τον εαυτό. Από έναν τέτοιο ηγέτη, ο εργάτης μπορεί να υπομείνει οποιαδήποτε αλήθεια, ακόμη και την πιο σκληρή.
Οι ανθρώπινες υπάρξεις έχουν πίστη στον εαυτό τους μόνο όταν δεν κρύβουν τίποτα, όταν γνωρίζουν το κάθε τι γύρω από τον εαυτό τους, ακόμη και τις πιο δυσμενείς δυνατότητες, και παρ’ όλα αυτά αισθάνονται ότι μπορούν να πουν: «Σε πείσμα των πάντων…». Ο Λένιν βοηθά την εργατική τάξη να φτάσει σε μια πλήρη κατανόηση κάθε παρακμιακού και αποσυνθετικού στοιχείου στην ύπαρξή της, και παρ’ όλα αυτά την καθιστά ικανή να πει στο τέλος: «Είμαι η αυτού μεγαλειότητα το προλεταριάτο, ο μελλοντικός κυβερνήτης και δημιουργός της ζωής». Αυτός είναι ένας άλλος παράγοντας στο μεγαλείο του Λένιν.
Στην 25η επέτειο του κόμματος που τώρα δεν φέρει μόνο την ευθύνη για τα πεπρωμένα του ενός έκτου της υδρογείου αλλά είναι ταυτόχρονα ο κύριος μοχλός για την προλεταριακή νίκη, οι ρώσοι κομμουνιστές και όλοι οι επαναστάτες ανάμεσα στο προλεταριάτο της κάθε χώρας διακατέχονται από τη σκέψη και την επιθυμία αυτός ο Μωυσής, που οδήγησε τους σκλάβους μακριά από τη γη της δουλείας, να μας φέρει ως τη γη της επαγγελίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Το άρθρο αυτό του Ράντεκ δημοσιεύθηκε στο The Plebs το Φεβρουάριο του 1924, ενώ πρωτοεμφανίστηκε στο περιοδικόNew Russia μερικούς μήνες νωρίτερα.
2. Ο Π. Άξελροντ (1850-1928) ήταν μενσεβίκος ηγέτης. Πολέμιος της Οκτωβριανής Επανάστασης, κατέφυγε στο εξωτερικό.
3. Πρόκειται για το έργο του Λένιν «Ακόμη μια φορά για τα συνδικάτα, για την τρέχουσα στιγμή και τα λάθη των σ. σ. Τρότσκι και Μπουχάριν». Στη διαλεκτική αναφέρεται ο Λένιν κυρίως στο κεφάλαιο «Διαλεκτική και εκλεκτικισμός. “Σχολείο” και “μηχανικισμός”» (βλ. Άπαντα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, τόμ. 42, σελ. 286-96).
4. Η Ρόζα Λούξεμπουργκ (1871-1918) ήταν ηγέτης της αριστερής πτέρυγας της Γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας και αργότερα των Σπαρτακιστών. Επιφανής επαναστάτρια, συγγραφέας πολλών βιβλίων και άρθρων για την οικονομία, την πολιτική, κ.ά., δολοφονήθηκε το 1918 από τους γερμανούς αντιδραστικούς. Το 1904 η Λούξεμπουργκ δημοσίευσε στη Νόιε Τσάιτ ένα άρθρο με τίτλο «Λενινισμός ή μαρξισμός», όπου αμφισβητούσε τη μαρξιστική ορθότητα των απόψεων του Λένιν, άρθρο στο οποίο αναφέρεται εδώ ο Ράντεκ.
5. Ο Λ. Μάρτοφ (1873-1923) ήταν ηγέτης της αριστερής πτέρυγας των Μενσεβίκων, κεντριστής.
6. Η διάσπαση των Μπολσεβίκων και των Μενσεβίκων έγινε στο Συνέδριο του Ρωσικού Εργατικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος του 1903 πάνω στο θέμα των όρων εγγραφής των μελών. Ο Λένιν υποστήριζε την αποδοχή της παράνομης δουλειάς ως όρο για την εγγραφή των μελών, στο οποίο αντιτάσσονταν οι Μενσεβίκοι. Αργότερα, κάποια μορφή ενότητας ή μισο-ενότητας ανάμεσα στις δυο φράξιες αποκαταστάθηκε κατά διαστήματα, ως την οριστική ρήξη το 1917.
7. Ο Ιβάν Ιβάνοβιτς Σκβορτσόφ (Στεπάνοφ, 1870-1928), ανήκε στην παλιά φρουρά των Μπολσεβίκων. Έγραψε κυρίως βιβλία για την επιστημονική θεμελίωση του αθεϊσμού.
8. Αρχικά της «Έκτακτης Επιτροπής για την Πάλη ενάντια στο Σαμποτάζ και την Αντεπανάσταση», της υπηρεσίας ασφάλειας του σοβιετικού κράτους, δημιουργημένης το Δεκέμβριο του 1917. Στα χρόνια της επανάστασης, υπό τον Τζερζίνσκι, η Τσεκά υπερασπιζόταν το νεαρό σοβιετικό κράτος από τις ποικίλες αντιδραστικές συνωμοσίες και επιβουλές. Αργότερα, ωστόσο, κάτω από την αυταρχική δικτατορία του Στάλιν, η Τσεκά και το παντοδύναμο Λαϊκό Επιτροπάτο των Εσωτερικών (Νικαβεντέ) απέκτησαν την πραγματική εξουσία, εξαπολύοντας το κύμα της τρομοκρατίας και των διωγμών.
9. Ο Ότο Μπίσμαρκ (1815-1898), γερμανός καγκελάριος, εκπλήρωσε το έργο της ενοποίησης της Γερμανίας.
10. Ο χβοστισμός, προερχόμενος ως όρος από τη ρωσική λέξη για την «ουρά», υποδηλώνει την πολιτική υπόκλισης στο αυθόρμητο, που πρέσβευαν οι αναρχικές και μικροαστικές ομάδες. Ο εμπειριοκριτικισμός ήταν ένα ιδεαλιστικό φιλοσοφικό ρεύμα, υποστηριζόμενο από την υπεραριστερή πτέρυγα των Μπολσεβίκων (Μπογκντάνοφ, Μπαζάροφ, κ.ά.) μετά την ήττα της Ρωσικής Επανάστασης του 1905-07. Θεμελιωτές του υπήρξαν ο ελβετός φιλόσοφος Αβενάριους και ο αυστριακός φυσικός Ερνστ Μαχ, καταπολεμήθηκε δε από τον Λένιν στο έργο του Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός (1908).
11. Ο Ράντεκ υποστήριζε τότε τη λαθεμένη άποψη της Ρόζα Λούξεμπουργκ ότι η αυτοδιάθεση των εθνών είναι αδύνατη ή αντιδραστική στην εποχή του ιμπεριαλισμού, διατυπωμένη στο άρθρο της «Το εθνικό ζήτημα και η αυτονομία». Ο Λένιν απάντησε στα επιχειρήματά της με τη μπροσούρα του «Για το Δικαίωμα Αυτοδιάθεσης των Εθνών» (βλ. στα Άπαντα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, τόμ. 25, σελ. 257-321).
ΦΟ-ΒΕ-ΡΟ...έχω σημειώσει πολλά...
ΑπάντησηΔιαγραφή