Ας ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα την μάνα που σας γέννησε.

Ζοζέ Σαραμάγκου

21.5.11

Πλασματικό Κεφάλαιο, Άντι Μπλούντεν, μέρος 2ο




Ασφαλώς, όλο αυτό δεν συμβαίνει χωρίς πάλη· η αξία των μισθών των εργατών μπορεί να εξανεμιστεί από τον πληθωρισμό, ή απλά να περικοπεί, αλλά οι εργάτες επίσης χρησιμοποιούν την βιομηχανική τους δύναμη για να επιβάλουν μια αύξηση των μισθών ή έναν περιορισμό της εργάσιμης ημέρας13. Η ενόραση ότι οι εργάτες, μη έχοντας καμιάν άλλη πρόσβαση στα μέσα παραγωγής εκτός από την πώληση της εργασίας τους στην αγορά, θα πληρωθούν μόνο το ελάχιστο που χρειάζεται για να επιβιώσουν, πάει πίσω όχι στον Μαρξ, αλλά στον Άνταμ Σμιθ14. Αλλά το επίπεδο ζωής των εργατών δεν είναι δοσμένο από τη φύση, αλλά είναι ένα αποτέλεσμα του αγώνα. Καθώς η παραγωγικότητα της εργασίας έχει αυξηθεί, οι εργάτες έχουν αντισταθεί στις προσπάθειες να περιοριστεί το μερίδιό τους στο συνολικό προϊόν και σημείωσαν μια σχετική επιτυχία. Από την άλλη μεριά, κάθε λογής παράσιτα είναι διαρκώς απασχολημένα στο να επινοούν τρόπους να αρπάξουν το μερίδιό τους στην υπεραξία που αποσπάται από τους καπιταλιστές στην παραγωγή, οι οποίοι έχουν ιδιοποιηθεί την υπεραξία από τους παραγωγικούς εργάτες. Αλλά το συνολικό ποσό του κεφαλαίου είναι πάντα η συνολική πρόσθετη εργασία. Ο μόνος τρόπος να αυξηθεί το συνολικό ποσό κεφαλαίου είναι να εξαναγκαστούν οι εργάτες να δουλέψουν περισσότερο, να ζουν με ένα μικρότερο μερίδιο της εργασίας τους ή η εκμετάλλευση περισσότερων εργατών. Αν η παραγωγικότητα της εργασίας αυξηθεί, αυτό απλά σηματοδοτεί μια ευκαιρία να μειωθεί η αναλογία που πρέπει να πληρωθεί στους εργάτες με τους μισθούς τους. Οι αυξήσεις στο μέγεθος της εργάσιμης εβδομάδας, δηλαδή, η απόλυτη υπεραξία, αυξάνουν την αξία της συνολικής υπεραξίας. Τέτοιες αυξήσεις είναι σχετικά περιθωριακές επειδή οι εργάτες αντιστέκονται σθεναρά σε προσπάθειες να αυξηθεί το μέγεθος της εργάσιμης εβδομάδας, κατανοώντας ότι οι αυξήσεις μισθών μπορεί πάντα να διαβρωθούν από τον πληθωρισμό, αλλά το μέγεθος της εργάσιμης βδομάδας είναι απόλυτο.


Αλλά ακριβώς όπως υπάρχει ένας συνεχής αγώνας ανάμεσα στους εργάτες και τους εργοδότες τους για τη διανομή του συνολικού κοινωνικού προϊόντος ανάμεσα στους εργάτες και το κεφάλαιο, υπάρχει ένας εξίσου βίαιος αγώνας ανάμεσα στις παρασιτικές τάξεις για τη διανομή της υπεραξίας, και είναι σε αυτόν τον αγώνα που βρίσκουμε την κύρια πηγή του πλασματικού κεφαλαίου.


Τυπικά, το πλασματικό κεφάλαιο δημιουργείται μέσω της πίστης. Υποθέστε ότι ο βιομηχανικός καπιταλιστής μας, πουλά το εργοστάσιό του, βάζει τα λεφτά στην τράπεζα, για να αποσυρθεί και να ζει με έναν τόκο παρόμοιο με το εισόδημα που έπαιρνε εκμεταλλευόμενος την απλήρωτη εργασία. Κανένα πρόβλημα εδώ· αυτό είναι ακριβώς το ίδιο σαν να είχε διορίσει έναν διευθυντή για να διοικεί το εργοστάσιο· αντί να διαθέτει έναν τίτλο για το εργοστάσιο διαθέτει έναν τίτλο για ένα τραπεζικό λογαριασμό. Αλλά η τράπεζα τώρα κατέχει την αξία όλου του εργοστασίου και παράγει εισόδημα από ανθρώπους όπως οι αγοραστές του εργοστασίου. Ακόμη κανένα πρόβλημα. Αλλά – και εδώ είναι η δυσκολία – για όσο ο συνταξιοδοτημένος κύριος δεν ζητά πίσω τα λεφτά του, η τράπεζα μπορεί να δανείζει αυτά τα λεφτά ξανά και ξανά και ξανά, και συνεχίζει να επιστρέφει σε αυτά. Μπορεί να δανείζονται από τον Πέτρο για να πληρώσουν τον Παύλο. Αν όλοι οι καταθέτες προσπαθούσαν να αποσύρουν τα χρήματά τους, το όλο πράγμα θα κατέρρεε, αλλά στο μεταξύ η τράπεζα μοιάζει να έχει αξιοπιστία, και μπορούν να δανείζουν με ασφάλεια πολλές φορές το κεφάλαιο που τους έχουν εμπιστευτεί: το κεφάλαιο που αποσπάται από την εκμετάλλευση της απλήρωτης εργασίας. Αλλά αυτός ο πολλαπλασιασμός του κεφαλαίου είναι πλασματικός.


Το πλασματικό κεφάλαιο είναι κεφάλαιο που κυκλοφορεί μέσω της ανταλλαγής με άλλες μονάδες κεφαλαίου, αλλά δεν μπορεί να ανταλλαγεί με εμπορεύματα επειδή υπάρχει ανεπαρκής πλούτος εμπορευμάτων.


Το πρόβλημα είναι αυτό: όσες φορές και αν δανειστεί αυτό το αρχικό κεφάλαιο, είναι το ίδιο ποσό της υπεραξίας που μοιράζεται ανάμεσα στα παράσιτα: ο αριθμός των εργατών, επί τον αριθμό των ωρών υπεραξίας που αποσπώνται από κάθε εργάτη. Αλλά κάθε φορά που το πλασματικό κεφάλαιο μπαίνει μέσα στην αγορά κεφαλαίου, το μερίδιο του συνολικού κεφαλαίου που κατέχεται από το βιομήχανο περιορίζεται. Θέτοντάς το αντίστροφα, ο ίδιος αριθμός εργατών πρέπει να υποστηρίζει μια ολοένα και μεγαλύτερη μάζα κεφαλαίου (στο μεγαλύτερο μέρος πλασματικό), υποστηρίζοντας μια ολοένα και μεγαλύτερη μάζα μη παραγωγικής δραστηριότητας: πόλεμοι, διαφήμιση, λογιστική, κ.ο.κ. Αυτό καθιστά ολοένα και δυσκολότερο να εξαχθεί ένα κέρδος, αναγκάζοντας τους εργάτες να εργαστούν πάνω από το σημείο όπου έχουν παράγει το ισοδύναμο των αναγκών τους. Από την άλλη μεριά, η αυξανόμενη μάζα των παρασίτων γίνεται όλο και πιο εκλεπτυσμένη στην επινόηση νέων τρόπων γένεσης πλασματικού κεφαλαίου, αρπάζοντας για τον εαυτό τους ένα μερίδιο του συνολικού προϊόντος χωρίς να έχουν λερώσει τα χέρια τους κραδαίνοντας πραγματικά το μαστίγιο πάνω από τους παραγωγικούς εργάτες και παράγοντας εμπορεύματα που χρειάζονται πραγματικά οι άνθρωποι.


Αλλά είναι εντελώς αδύνατο να διακρίνει κανείς ανάμεσα σε μια μονάδα κεφαλαίου που είναι πραγματικό και σε μια άλλη μονάδα κεφαλαίου που είναι πλασματικό. Αφήνοντας στην άκρη την πλαστογραφία και την ανοικτή απάτη, κάθε νέο σχήμα που επεξεργάζονται τα αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου, οι διαχειριστές συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης και οι μεσίτες παραγώγων αραιώνει το συνολικό κεφάλαιο. Ο πλούτος αυτών των αχρείων μυρίζει ακριβώς το ίδιο όπως εκείνος των καπιταλιστών που απομυζούν την υπεραξία από τους εργάτες στα σκλαβοπάζαρα της Ταϋλάνδης.
Παρ’ όλα αυτά, η δημιουργία πλασματικού κεφαλαίου είναι αναγκαία για την επιβίωση του κεφαλαίου.


Για παράδειγμα, η άνοδος μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν δυνατή μόνο χάρη στη διεθνή συμφωνία να χρησιμοποιηθεί το δολάριο ως μέσο του διεθνούς εμπορίου και την εξουσιοδότηση της αμερικάνικης κυβέρνησης να τυπώνει όσα δολάρια ήταν αναγκαία για να ανοικοδομηθεί ο καπιταλισμός στην Ευρώπη. Όπως οποιοδήποτε σχήμα πυραμίδας, το κεφάλαιο απαιτεί τη διαρκή γένεση νέας πίστης για τη συνεχιζόμενη ζωτικότητά του. Αν ληστεύεις τον Πέτρο για να πληρώσεις τον Παύλο, χρειάζεσαι διαρκώς περισσότερους Πέτρους. Όχι μόνο για να διατηρηθεί ολοένα και περισσότερη μη παραγωγική δραστηριότητα, αλλά ακόμη και για την αναπαραγωγή νέου κεφαλαιουχικού εξοπλισμού και υλικού. Επειδή οι εργάτες έχουν αντισταθεί στο να εργάζονται για μικρότερο ποσοστό της αξίας του προϊόντος τους και οι βιομηχανικοί καπιταλιστές έπρεπε να πηγαίνουν στις πιο απόμακρες γωνιές του κόσμου για να βρίσκουν φτηνή εργασία, η μόνη πηγή των αναγκαίων ποσοτήτων νέου κεφαλαίου είναι το πλασματικό κεφάλαιο που παράγεται ως δια μαγείας από το τίποτα στο χρηματιστικό τομέα. Ως αποτέλεσμα, οι χρηματιστές καπιταλιστές βαθμιαία αποκτούν τον έλεγχο της πραγματικής παραγωγής η οποία, από την άποψή τους, είναι άχρηστη· μπορούν να δημιουργούν κέρδη πιο εύκολα μέσα από τις απάτες του χρηματιστηρίου. Το πρόβλημα είναι, ασφαλώς, ότι είναι οι βιομηχανικοί εργάτες που δημιουργούν την πίτα κατά πρώτο λόγο, πριν ο οποιοσδήποτε αρπάξει μια φέτα της.


Το άλλο πρόβλημα με τη στήριξη στο πλασματικό κεφάλαιο για να διατηρούνται οι τροχοί της παραγωγής σε κίνηση είναι ότι όλα τα είδη της δημιουργίας πλασματικού κεφαλαίου είναι στην ουσία όμοια με σχήματα πυραμίδας. Όπως η τράπεζα που δανείζει το ίδιο κεφάλαιο πολλές φορές, όλα πάνε καλά όσο οι δανειστές δεν ζητούν πίσω τα λεφτά τους. Δεν ζητούν τα λεφτά τους πίσω αν (1) παίρνουν καλύτερα μερίσματα από όσο θα μπορούσαν αν τα αξιοποιούσαν οι ίδιοι, (2) οι άνθρωποι στους οποίους η τράπεζα έχει δανείσει τα χρήματα ανταποκρίνονται στις αποπληρωμές τους και δεν προσφέρουν λόγους ανησυχίας και πάνω απ’ όλα (3) η τράπεζα είναι αξιόπιστη, μπορεί να τύχει εμπιστοσύνης, δεν μπορεί να πέσει έξω, θα είναι πάντα εκεί. Αλλά αλίμονο, όσο πιο πολύ πλασματικό κεφάλαιο προσφέρεται για να συνεχιστεί το όλο πράγμα, όπως με τη χορήγηση στεροειδών και διεγερτικών σε έναν ηλικιωμένο αθλητή, νωρίτερα ή αργότερα ηυπερπαραγωγή κεφαλαίου προκαλεί την εμφάνιση ρηγμάτων και πολύ σύντομα το όλο πράγμα καταρρέει, ακριβώς όπως κάθε σχήμα πυραμίδων νωρίτερα ή αργότερα καταρρέει. Κάθε μονάδα κεφαλαίου απαιτεί το δικό της κομμάτι σάρκας, αλλά μόνο καθορισμένου πλήθους ώρες εργασίας μπορεί να ξεζουμιστούν από τους εργάτες. Επειδή δεν υπάρχει τρόπος να πούμε ότι μια μονάδα κεφαλαίου είναι πραγματική και η άλλη φανταστική, η κατάρρευση δεν επηρεάζει μόνο τα παράσιτα που φούσκωναν τις τσέπες τους με μονοπωλιακό χρήμα, αλλά καταστρέφει όλο το κεφάλαιο· ακόμη και τα παραγωγικά εργοστάσια και οι φάρμες κλείνουν.


Έτσι σαν ένας ταχυδακτυλουργός που έχει πολλές μπάλες στον αέρα, το σύστημα γίνεται ολοένα και πιο ασταθές, η πλήρης κατάρρευση μπορεί να αποτραπεί μόνο με την είσοδο των πιο αξιόπιστων ιδρυμάτων στο ρήγμα και την ανάληψη από αυτά του ρόλου του εγγυητή. Καθώς το τραπεζικό σύστημα κατέρρευσε στις ΗΠΑ και στον υπόλοιπο κόσμο το 2008, η κατάρρευση μπορούσε μόνο να αναβληθεί με την παρέμβαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ ως τελευταίου καταφυγίου δανεισμού. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ θεωρείται (κατά ειρωνικό τρόπο) ως ο πιο αξιόπιστος θεσμός του κόσμου, από την άποψη του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αλλά έχει η κυβέρνηση των ΗΠΑ την ικανότητα και τη θέληση να συγκεντρώσει τοπραγματικό κεφάλαιο που απαιτείται, με το μόνο τρόπο που μπορεί ένα κράτος να συγκεντρώσει πραγματικό κεφάλαιο, φορολογώντας τους πολίτες του; Αυτό είναι απίθανο.


Έχει τα πυρηνικά όπλα της και ένα πανίσχυρο στρατό και αεροπορία και ένα μαζικό απόθεμα χρυσού στο Φορτ Νοξ. Αλλά στην πραγματικότητα αυτοί οι πόροι είναι οικονομικά πολύ αναποτελεσματικοί.
Καμιά άλλη κυβέρνηση δεν έχει ως τώρα υπάρξει που να έχει τσέπες βαθιές σε επαρκή βαθμό. Η Ισλανδία, η Ελλάδα και άλλες χώρες αντιμετώπισαν την οικονομική χρεοκοπία. Δικαιολογείται πραγματικά η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών; Συγκρίνετε τα 700 δις δολάρια που διέθεσαν οι ΗΠΑ για να ελέγξουν την κατάρρευση το 2008. Είναι το 20% των ετήσιων δαπανών της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, αλλά το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ανακυκλώνει αυτό το ποσό μόνο σε δυο μέρες! Και το χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης είναι νάνος μπροστά στην ποσότητα των χρημάτων που κυκλοφορεί στις διάφορες χρηματαγορές, τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης κ.ο.κ. Το διεθνές εμπόριο σε πραγματικά αγαθά είναι μόνο ένα κλάσμα του 1% στις διάφορες μορφές χαρτιού που συνθέτουν το χρηματιστικό κεφάλαιο. Αν υπάρχει μια απώλεια εμπιστοσύνης στον εγγυητή του απόλυτου τελικού καταφυγίου, αυτό το πλασματικό κεφάλαιο που απαρτίζει τη μεγάλη πλειοψηφία του κεφαλαίου που υποστηρίζεται από την υφαρπαγμένη εργασία των εργαζομένων του κόσμου δεν μπορεί να υποστηριχτεί.


Αλλά χωρίς αυτόν τον κυκλώνα των διαφόρων μορφών χρεωστικών γραμματίων, καμιά δουλειά δεν μπορεί να γίνει. Η οικονομική ζωή θα κατατριβόταν σε ένα αδιέξοδο. Οι ΗΠΑ είναι ακόμη η κατά πολύ μεγαλύτερη αγορά στον κόσμο, ικανή να αγοράζει και να καταναλώνει τα προϊόντα του καθενός. Κάθε κυβέρνηση έχει συμφέρον να υποκινεί τους πολυδάπανους καταναλωτές των ΗΠΑ· τα δολάρια διατηρούνται στα αποθεματικά σε κάθε κεντρική τράπεζα του κόσμου.


Οι κυβερνήσεις έχουν πράγματι την ικανότητα να επιλύουν κάθε λογής προβλήματα αν το αποφασίσουν, αλλά η εξουσία που διαθέτουν πάνω στο πραγματικό κεφάλαιο είναι εντελώς μικροσκοπική μπροστά στο πλασματικό κεφάλαιο που βρίσκεται σε κυκλοφορία. Αυτός ο ωκεανός του πλασματικού κεφαλαίου δεν συντρίβει μόνο την παραγωγική εργασία, εξουθενώνει τη δύναμη των κυβερνήσεων να δράσουν μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού.


Το χρέος της κυβέρνησης των ΗΠΑ ήταν επικίνδυνα μεγεθυμένο από την εποχή των περικοπών φόρων και των αυξημένων κυβερνητικών δαπανών της διοίκησης Ρίγκαν. Με το τέλος της διακυβέρνησης του Μπους του νεώτερου, το χρέος της κυβέρνησης των ΗΠΑ αύξανε με ρυθμό 3,3 δις δολαρίων κάθε μέρα. Κάθε πολίτης των ΗΠΑ χρωστά ένα μερτικό 34.000 δολαρίων του χρέους. Σε ένα ελάχιστο μίνιμουμ, για να ανταπεξέλθουν σε αυτή την κρίση, αυτό το χρέος θα πρέπει να μειωθεί. Αλλά η αύξησή του στην πραγματικότητα επιταχύνθηκε κάτω από τον Ομπάμα, επειδή καμιά τάξη στην αμερικάνικη κοινωνία δεν είναι πρόθυμη να δεχτεί μια περικοπή πληρωμών. Αλλά κάποιος θα χρειαστεί να πληρώσει. Όλη η ιστορία του καπιταλισμού το πιστοποιεί αυτό.


Το τύπωμα χαρτονομίσματος είναι η μόνη επιλογή τους, αλλά αυτό θα είναι μόνο η αρχή του τέλους.


Σημειώσεις
1. Για παράδειγμα, Gail Collins, New York Times, 17 Οκτώβρη 2008· Stuart Jeffries, The Guardian, 21 Οκτώβρη 2008.
2. Αν και ήταν συνήθως προσεκτικός στο δημοσιευμένο έργο του, σε ιδιωτικά γράμματα ο Μαρξ φαινόταν να βλέπει την Επανάσταση να παραμονεύει πίσω από κάθε κρίση και πόλεμο. Οι αγορεύσεις του για την Παρισινή Κομμούνα ήταν ξεχωριστές διακηρύξεις του επαναστατικού οπτιμισμού του Μαρξ.
3. Η κύρια αναφορά του Μαρξ στο πλασματικό κεφάλαιο είναι στο Κεφάλαιο 32 του ΙΙΙ τόμου του “Κεφαλαίου”.
4. Οι εργαζόμενοι κατανέμουν οι ίδιοι αρκετή από την υπεραξία μέσω των έμμεσων φόρων και όλων των ειδών επιβαρύνσεων που περιλαμβάνονται στο κόστος των ειδών διαβίωσης που αγοράζουν.
5. Βλέπε “Κεφάλαιο” τόμ. I, κεφάλαιο 9.
6. Ένα ευρύ φάσμα προβλημάτων παραβλέπεται εδώ, επειδή ενδιαφερόμαστε μόνο για το πλασματικό κεφάλαιο.
7. Βλέπε “Κεφάλαιο”, τόμος I, κεφάλαιο 4.
8. Pecunia non olet, «το χρήμα δεν έχει μυρωδιά»· λατινικό ρητό που χρησιμοποιεί ο Μαρξ, “Κεφάλαιο”, τόμος I, κεφάλαιο 3, §2.
9. “Κεφάλαιο”, τόμος I, κεφάλαιο 33.
10. “Κεφάλαιο”, τόμος I, κεφάλαιο 1.
11. Ασφαλώς αν ένα χαρτονόμισμα αποδειχτεί πλαστό ή ένα φορτίο υπολογιστών σε ένα κοντέινερ αποδειχτεί χαλασμένο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η αξία του είναι πλασματική, αλλά δεν είναι αυτό που εννοούμε με πλασματικό κεφάλαιο.
12. Ο Μαρξ παρακολούθησε στενά το αποτέλεσμα της ανάκλησης των βρετανικών Νόμων για τα Σιτηρά που εξέθεσε τους βρετανούς αγρότες στον ξένο ανταγωνισμό. Οι βιομήχανοι είχαν προπαγανδίσει με επιτυχία την ανάκληση επειδή οι φτηνές εισαγωγές από το εξωτερικό περιόριζαν το κόστος ζωής των εργατών επιτρέποντας στους βιομήχανους να περιορίσουν τους μισθούς και να αυξήσουν την υπεραξία που εξαγόταν από το βιομηχανικό κεφάλαιο.
13. Στη διάλεξή του στα μέλη της Διεθνούς Ένωσης Εργατών, “Αξία, Τιμή και Κέρδος”, MECW, τόμ. 20, σελ. 101-149, ο Μαρξ καταδεικνύει επαρκώς ότι οι εργάτες είχαν την ικανότητα να βελτιώνουν τους μισθούς και τις εργάσιμες ώρες, και ότι οι μισθοί και οι ώρες δεν προσδιορίζονταν από οποιοδήποτε είδος “σιδερένιων νόμων”.
14. Βλέπε “Ο Πλούτος των Εθνών”, Βιβλίο I, κεφάλαιο 8.


*Ο Άντι Μπλούντεν είναι μέλος του Independent Social Research Network και γραμματέας του Marxists Internet Archive. Το παρόν περιέχεται στον τόμο 1 της Μαρξιστικής Σκέψης, σελ. 174-180.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου