Το Φυσικό Αέριο στο Σύνορο: η «δυτική σκέπη» έχει τις δικές της ιεραρχικές διαβαθμίσεις και «άμα φέρει ο φούρνος την πυρά» θα απολογείται στην Άγκυρα ή γιατί το αδιέξοδο της μονοδιάστατης φιλοδυτικής πολιτικής είναι αναπόφευκτο ιστορικό δεδομένο
«Παραδόξως οι Έλληνες παρέμειναν βασικά φίλο-βρετανοί ενστερνιζόμενοι την θέση ότι τα ελληνικά και βρετανικά συμφέροντα ήταν και θα παρέμειναν πάντα ταυτόσημα. Για αυτό και ήταν πάντα πρόθυμοι να ικανοποιήσουν κάθε στρατηγική απαίτηση των βρετανών. Ποτέ δεν..έχασαν την εκτίμηση που έτρεφαν για το δικαστικό και πολιτικό σύστημα της Βρετανίας. Ο θαυμασμός τους συμπεριλάμβανε και αυτήν την ίδια την βρετανική αυτοκρατορία – την οποία θεωρούσαν σαν το μέσο για την εξάπλωση της προόδου…»
Γ. Γιωργαλίδης, A political and administrative History of Cyprus, 1918-1926
Η κυπριακή κυβέρνηση βρέθηκε σε αμηχανία το περασμένο σαββατοκύριακο. Ενώ ο υπουργός εξωτερικών προσπαθούσε να δώσει την εικόνα - για μια ακόμα φορά, διότι ο κ. Κασουλίδης επιμένει σε αυτήν την εικόνα από πέρσι, όταν ήταν διαφορετικά τα δεδομένα στη Συρία, αλλά εκείνος πάλι τα ίδια έλεγε - ότι «είμαστε υπό την σκεπή των ΗΠΑ» ο αντιπρόεδρος της «σύμμαχου» απολογείτο στην Τουρκία, ενώ η γειτονική χώρα έστελλε τα πλοία της να περιπολούν γύρω από τα σημεία που γίνονται έρευνες για φυσικό αέριο. Το ότι την ίδια περίοδο, στο ευρωκοινοβούλιο αποφασιζόταν η διατήρηση του κανονισμού για το απ’ ευθείας εμπόριο στην ατζέντα, ήταν μεν διαδικαστικό, αλλά σήμαινε επίσης ότι η Λευκωσία δεν είχε πια και πολλούς σύμμαχους, ούτε στον άλλο πόλο της «Δύσης». Κανένας δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα στις Βρυξέλλες, ενώ στην Ουάσιγκτον η προσοχή ήταν εμφανώς στο καλόπιασμα της Τουρκίας.
Το ότι η Τουρκία θα προσπαθεί να εμφανίζεται σαν «παίκτης» στην περιοχή μας θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένο. Η πρόσφατη αποστολή, κατά συνέπεια, των τουρκικών πλοίων στην κυπριακή ΑΟΖ, θα μπορούσε να είναι και αναμενομενη. Το πρόβλημα ήταν διπλό όμως – η μεν Τουρκία έκανε την επίδειξη της και μάλιστα προκλητικά, ενώ οι σύμμαχοι που διαφήμιζε η κυβέρνηση ήταν εξαφανισμένοι. Ήταν και πάλιν οι Ρώσοι που εμφανίστηκαν στο πρωτοσέλιδο του Φιλελευθέρου την Παρασκευή σαν η εξωτερική δύναμη που έκανε δυναμική παρέμβαση. Θα μπορούσε βέβαια να πει κάποιος ότι το όλο σκηνικό έχει και τα στοιχεία του θεάματος για να κατασκευαστεί ένα είδος έντασης – είτε για μετατόπιση έμφασης εσωτερικά είτε για να δημιουργηθεί ένα νέο πλαίσιο εκβιασμών. Αυτά είναι, άλλωστε, γνωστά σενάρια στην ιστορία του κυπριακού – αλλά και της οικονομίας όπως φάνηκε το Μάρτιο του 2013. Όμως, αυτό που φάνηκε πιο έντονα ήταν ακριβώς η αδυναμία της Κυπριακής Δημοκρατίας να κινητοποιήσει μηχανισμούς αντίδρασης – και αυτό ήταν κατά κάποιο τρόπο μια στιγμή αποκάλυψης, ξανά, μιας ευρύτερης πραγματικότητας: η προσπάθεια μονομερούς ταύτισης με τη Δύση, όσο και αν έχει πολιτικές ή συναισθηματικές διαστάσεις για μερικούς, είναι αδιέξοδη ακριβώς γιατί οι αναπόφευκτες συνέπειες της είναι ιστορικά δεδομένες.
Η αποικιακή κληρονομιά των ιθαγενών: η ταύτιση με την αυτοκρατορία της Δύσης και η δομική ανάγκη της τοπικής εξουσίας για εξωτερική προστασία
Η κυβέρνηση έκανε όλα τα συνηθισμένα λάθη που πηγάζουν από τη στρατηγική της «δυτικής ταύτισης», που είναι σε ένα μεγάλο βαθμό προϊόν πολιτισμικού αποικιακού κατάλοιπου, αλλά και μιας πολιτικής αντίληψης που θεωρεί ότι μόνο με εξωτερική επιβολή ή εκβιασμό μπορεί να κυβερνηθούν οι ιθαγενείς. Η μόνη εξαίρεση ήταν κάποιες σπασμωδικές κινήσεις του κ. Αναστασιάδη, ο οποίος όντως ως δικηγόρος ρώσων, φαινόταν να αντιλαμβάνεται τουλάχιστον και ένα άλλο μέρος από την ευρύτερη διάσταση των γεωπολιτικών συμφερόντων, στα οποία εμπλέκεται η Κύπρος. Αλλά και εκείνο ήταν σχεδόν ενστικτώδες. Πολύ πιο εκφραστικός για την όλη κατάσταση της κυβερνητικής πολιτικής ήταν υπουργός εξωτερικών, ο οποίος έχει και προηγούμενη θητεία, αλλά και εμπειρία στην Ε.Ε. Τίποτα, ωστόσο, δεν φάνηκε ικανό να αλλάξει τα σχήματα με τα οποία μια μερίδα της κυπριακής ελίτ (και της ηγεσίας της δεξιάς) «κατανοεί» την γεωπολιτική. Αυτή η αντίληψη θεωρεί ότι η Κύπρος χρειάζεται μια προστασία – αν επεκτείνει κανείς αυτήν τη ρητορική, μεταφράζεται στο ότι μερικοί νιώθουν ότι ως εξουσία χρειάζονται εξωτερικό προστάτη. Αυτό το πλαίσιο εξηγεί και το ιστορικό ρόλο της εκκλησίας ως τοπικός διαμεσολαβητής με ξένους κυρίαρχους-αυτοκρατορίες, αλλά και τις ατάκες μερικών – από τους «ζοππόβορτους» του Θ. Δέρβη για τους κύπριους ιθαγενείς, μέχρι τις θέσεις μερικών ότι η εξωτερική επιβολή είναι η μόνη "λύση" – για διάφορα στην πολιτική και ιδιαίτερα στην οικονομία. Το ότι λ.χ. ο ενωτισμός συμβάδιζε με την πίστη στην αγγλοελληνική φιλία μέχρι το 1931, αλλά και μετά με την αντικομουνιστική «πίστη» του «ανήκωμεν στην Δύση» είναι εκφραστικά.
Η προσπάθεια μετά την εξέγερση του 1931 να μεταφερθεί η ταύτιση με την Βρετανία στην ταύτιση με μια μυθική Ελλάδα ήταν, βέβαια, δύσκολη – ιδιαίτερα μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν πια ήταν εμφανές ότι η Βρετανία δεν ήταν πλέον «Η Αυτοκρατορία», αλλά και το κλίμα των αντί-αποικιακών εξεγέρσεων στον περίγυρο, που δημιουργούσαν και άλλες ταυτίσεις για μερίδα των ιθαγενών. Αλλά είναι το άγχος της τοπικής εξουσίας εκφράστηκε έντονα και στις αντιπαραθέσεις του 1948, όταν ο εθνικόφρων ενωτισμός βρέθηκε στην αγκαλιά της αποικιακής καταστολής εναντίον των «κομμουνιστών». Η προσπάθεια, ωστόσο να ταυτιστεί η Ελλάδα με μια αυτόνομη δύναμη ήταν μια υλική ματαιότητα – όταν ο Μακάριος πήγε με τις υπογραφές για την ένωση στην Ελλάδα, η ελληνική ελίτ του απάντησε με την φράση «.. αναπνέομε με δυο πνεύμονες, ένα βρετανικό και ένα αμερικανικό – θέλετε να πάθουμε ασφυξία;». Η τοπική ελίτ, όμως, ήθελε εναγωνίως προστάτες. Τελικά, αναγκάστηκε [κάτω από τις εσωτερικές πιέσεις του αριστερού αντί-αποικιακού κινήματος, αλλά και των αυξανόμενων προσδοκιών και των δικών της οπαδών, αλλά και του εξωτερικού αντί-αποικιακού περιβάλλοντος] να έρθει σε αντιπαράθεση με την αποικιακή δύναμη, την κάποτε ιδανική αυτοκρατορία που υποτίθεται ότι «εκπολίτιζε» – και να διαπιστώσει με σοκ την πραγματικότητα.
Σε αυτό το πλαίσιο, μια μερίδα της δεξιάς μετατόπισε την έμφαση της προς τις ΗΠΑ. Ίσως ο Μακάριος να ήταν ο πρώτος και για αυτό να συνειδητοποίησε από την αρχή τα προβλήματα της σχέσης – ιδιαίτερα στο νέο περιβάλλον που δημιουργήθηκε στη Μέση Ανατολή με το τέλος των αυτοκρατοριών – την μετατροπή, δηλαδή, της περιοχής σε χώρο χωρίς ξεκάθαρη ηγεμονική κυριαρχία, και της Κύπρου σε σημαντικό συνοριακό σημείο στο ευρύτερο χώρο. Αυτό δεν επιλέγηκε – ήταν αποτέλεσμα των αλλαγών στη δομική θέση της περιοχής. Η τοπική ελίτ, και η άρχουσα τάξη, ποτέ δεν έπαψε όμως να νοσταλγεί την εξωτερική δύναμη που θα επέβαλε την κυριαρχία της εσωτερικά. Γιατί η αλλαγή γεωπολιτικού περιβάλλοντος δημιούργησε και τις συνθήκες για διεκδικήσεις και εναλλακτικές στρατηγικές και από άλλα κοινωνικά στρώματα. Το ότι η Αριστερά ταυτίστηκε με την ανοικτή γεωπολιτική στρατηγική, δεν ήταν τυχαίο.
Η ανεξαρτησία και η ανάγκη γεωπολιτικής στρατηγικής του συνοριακού χώρου – όταν ακόμα και ο Χάντιγκτον….
Το ότι ένας μικρός χώρος χρειάζεται σύμμαχους για προστασία, αν και όταν προκύψει κίνδυνος, είναι κατανοητό. Όταν, όμως, μια περιοχή βρίσκεται στο κέντρο μιας ευρύτερης γεωπολιτικής διαμάχης, η μονομερής ταύτιση με κάποιους έχει συνέπειες – κάθε στρατόπεδο ιεραρχεί τις σχέσεις και τους σύμμαχους του. Και κατά συνέπεια οι πιο μικροί παίκτες είναι καταδικασμένοι να διεκδικούν μια αυτονομία μόνο ανάμεσα σε Γίγαντες. Η ιστορία της Κύπρου είναι σε μεγάλο βαθμό αυτή η εμπειρία. Έτσι αποκτήθηκε το αυτοκέφαλο της εκκλησίας, έτσι επιβίωσε η τοπική κοινωνία της διαμάχης αράβων κα βυζαντινών, και έτσι έγινε ανεξάρτητη το 1960. Αντίθετα, η ταύτιση των καθολικών κύπριων, κατά την διάρκεια της λατινικής περιόδου μονομερώς με τη Δύση, οδήγησε στην εξαφάνισή τους, όταν αναπόφευκτα η «ανατολή» επέβαλε την κυριαρχία της στο νησί. Αντίθετα, οι «ανατολικοί ορθόδοξοι χριστιανοί» βρέθηκαν σε πλεονεκτική θέση ως «συνοριακός παίκτης». Όταν είσαι στο σύνορο, το ερώτημα δεν είναι πόσο πειθήνιος και υποτακτικός μπορείς να είσαι, αλλά πώς θα διαχειριστείς τη θέση σου. Ο Χάντιγκτον λ.χ. στην ανάλυσή του για τα περιφερειακά μπλοκ, τα οποία διαμορφώνονται στην μετά την μόνο-πολική εποχή της αμερικανικής ηγεμονίας, θεωρεί ότι κάθε δευτερεύουσα δύναμη σε ένα περιφερειακό υποσύστημα θα πρέπει να αναζητεί άλλες συμμαχίες για να μπορέσει να αντεπεξέλθει. Με όρους ανάλυσης για την ισορροπία της ισχύος, ανάλογα λειτουργούν και για μικρούς αυτόνομους παίκτες, οι οποίοι έχουν γειτονική άμεση σχέση με ένα μεγάλο περιφερειακό παίκτη.
Ο Μακάριος το αντιλήφθηκε το 1964, όταν η απειλή τούρκικης επέμβασης αποτράπηκε με την παρέμβαση της ΕΣΣΔ και ακολούθως των ΗΠΑ, που δεν μπορούσαν να μην το κάνουν. Ήταν ακριβώς η ίδια κίνηση που έγινε το 1956 στο Σουέζ. Και ήταν αυτό ακριβώς που δεν έγινε το 1974, όταν το πραξικόπημα δοκίμασε την απλοϊκή ιδεολογία της άκρας δεξιάς – να ταυτιστεί πλήρως με τη Δύση. Τότε, αφού είχαν αποκλειστεί οι άλλοι [ΕΣΣΔ και άραβες] παίκτες, η Δύση αναγνώρισε την εσωτερική ιεραρχία του στρατοπέδου της και άφησε [αν δεν ενθάρρυνε] την Τουρκία να κάνει εισβολή – για να «κλείσει το θέμα». Το παιχνίδι άλλαξε και η Κύπρος έγινε και πάλι παίκτης, όταν επέστρεψε ο Μακάριος και τότε οι άραβες και το σοσιαλιστικό μπλοκ στήριξαν την Κύπρο και οι δυτικοί είχαν κίνητρο να μην την αφήσουν να χαθεί για το δικό τους στρατόπεδο..
Αυτή την στρατηγική ισορροπίας την ακολούθησαν όλοι οι μετέπειτα πρόεδροι – οι περισσότεροι [Κυπριανού, Κληρίδης, Παπαδόπουλος] «παιδιά του Μακαρίου». Ακόμα και ο πιο φίλο-δυτικός, ο Κληρίδης, ήξερε ότι για να διεκδικήσει κάτι, έπρεπε να επικαλεστεί την ρωσική παρουσία – όπως έκανε με τους πυραύλους και τη θεωρία του «ενεργού ηφαιστείου». Και είναι ακριβώς η ισορροπία που επέτρεψε στον Χριστόφια να καταφέρει να γίνει η γεώτρηση το 2011 – τότε η ρωσική παρουσία, αλλά και οι καλές σχέσεις με την ΕΕ επέβαλαν αναγκαστικά και στις ΗΠΑ να πάρουν θέση.
Το υπόστρωμα της δυτικής ταύτισης στην υστερία του 2011
Η επίθεση που ξεκίνησε τότε, το 2011, εναντίον εκείνης της κυβέρνησης είχε και αρκετή μικροπολιτική, αλλά και σαφείς υπόγειες γεωπολιτικές διαστάσεις – ανάμεσα στις οποίες, όπως φαίνεται σαφώς σήμερα, ήταν και η προσπάθεια συγκάλυψης ή μετατόπισης των προβλημάτων των τραπεζών – τα οποία ήταν τότε μόλις κάτω από την επιφάνεια. Αλλά σε εκείνο το πλαίσιο η επίθεση πήρε και την μορφή μιας επίκλησης της απλοϊκής θέσης, που έκφρασε και τόσο γραφικά ο δικηγόρος της Τράπεζας Κύπρου και εκπρόσωπος οικογένειας των παλιών τζακιών της φίλο-δυτικής κυπριακής αστικής τάξης: «Πρέπει να είμαστε με την Δύση». Για τον κ. Πολυβίου το θέμα ήταν βέβαια και στο τότε φέουδο της Τράπεζας Κύπρου – ζητούσαν λόγο και ρόλο οι ρώσοι στα εσωτερικά της τράπεζας. Αλλά οι ρητορικές επιθέσεις ενάντια στο Ιράν, τη Συρία, και έμμεσα στην Ρωσία ήταν και ένα είδος προέκτασης της ευρωλαγνείας που οδήγησε άκριτα στο 2004 και το 2008 [ένταξη στην ευρωζώνη]. Βέβαια, ο Τάσσος άφησε και μια σαφή κληρονομιά καχυποψίας, που αναπόφευκτα θα επανεμφανιζόταν – αλλά τότε το 2011, στην Κύπρο είχαμε την πιο μονοδιάστατη έμφαση στη Δύση που υπήρξε από το 1930. Και ύστερα, ήρθε το «κούρεμα» – και όλα ήρθαν στην επιφάνεια: και τα σκάνδαλα των τραπεζών που συγκαλύπτονταν από το 2011 και ιστορική καχυποψία ενάντια στη Δύση.
Η επιστροφή της πραγματικότητας μετά το 2013
Η δεξιά βρέθηκε στην κυβέρνηση, έστω και αυξανόμενα απομονωμένη. Και από αυτήν τη θέση προσπάθησε να περάσει τη φιλοδυτική γραμμή – ρίχτηκε και η άποψη για ένταξη στο ΝΑΤΟ, έτρεξε και ο Δρουσιώτης... αλλά η στιγμή της δυτικής δουλοπρέπειας ήταν τελικά φευγαλέα – και είχε πια περάσει. Ο Αναστασιάδης ήταν ο μόνος, ο οποίος φαινόταν να ανησυχεί για τους ρώσους και να προσπαθεί κάπως να τους κρατήσει, όπως φάνηκε και με τους διορισμούς στο ΔΣ της Τράπεζας Κύπρου. Κατά τα άλλα, ο Μπάϊτεν υποσχόταν και η Λευκωσία ήλπιζε σε κάτι από μια Αμερική που φάνταζε ακόμα στα μάτια μερικών σαν μυθική υπερδύναμη – η «αυτοκρατορία» των υπάκουων ιθαγενών του 1930. Η φίλο-δυτική πτέρυγα της δεξιάς δεν έχει αντιληφθεί ακόμα ότι οι ΗΠΑ είναι, πια, στη θέση της Βρετανίας μετά τον μεσοπόλεμο. Δεν θα καταλήξουν σε ένα απλό χρηματοπιστωτικό νησί, όπως η Βρετανία, αλλά θα πρέπει να μάθουν πια να ζουν στην «μετά-αυτοκρατορική εποχή» όπως, σωστά, το έθεσε ο Ομπάμα, ή, όπως καταγράφεται στις αναλύσεις του παγκόσμιου συστήματος, σε μια στην πολύ-πολική εποχή. Αυτό έδειξαν οι αντιπαραθέσεις από την Μέση Ανατολή στην Ουκρανία. Είναι πολύ πιθανό ότι οι παρούσες αντιπαραθέσεις θα συνεχιστούν για ένα διάστημα – αλλά καθώς αναπτύσσεται τα νέο σκηνικό θα γίνει σαφές ότι ούτε η έννοια Δύση έχει ενιαίο νόημα πια – η Γερμανία θα αναπτύσσει αυξανόμενα τη δική της πολιτική.
Οι περιφερικοί πόλοι και τα αναπόφευκτα της γεωπολιτικής – από την Αίγυπτο στην κοσμική Συρία
Σε αυτό το πλαίσιο, η Τουρκία θα έχει ένα σημαντικό ρόλο – και αν κάποιος θέλει να έχει μια αυτονομία στον περίγυρο της ως περιφερειακή δύναμη, θα πρέπει να έχει ανοικτές συμμαχίες. Χωρίς τη Ρωσία η Κύπρος δεν έχει άμυνα απλώς διότι οι ΗΠΑ δεν θα την ιεραρχήσουν ποτέ πάνω από την Τουρκία. Και αναπόφευκτα, η Κύπρος θα πρέπει να επιλέξει στρατηγικές συμμαχίες με τους αναδυόμενους περιφερειακούς γεωπολιτικούς πόλους – και με τα σημερινά δεδομένα, αφού έχει μια άκρη με τον σαουδαραβικό πόλο μέσω Αιγύπτου, η αναγκαία επένδυση είναι το Ιράν και η καλύτερη γραμμή άμυνας η Συρία του Άσσαντ. Άλλωστε, ακόμα και οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν πλέον την ανάγκη να βρουν διόδους συνεννόησης με την Τεχεράνη. Άλλωστε ο μύθος της ισραηλιτικής προστασίας που λανσαρόταν επίσης – είναι κραυγαλέα απών. Το Ισραήλ ψάχνεται και αυτό, έχει και κόντρα με τις ΗΠΑ – και σίγουρα δεν θα ρισκάρει και άλλο την απομόνωση του με κόντρα με την Τουρκία για την Κύπρο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου