ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ
Φόβοι ντόμινο στην παγκόσμια οικονομία από ένα γεγονός τύπου «Lehman Brothers»
Eurokinissi
|
Μιλώντας από το Λονδίνο, η Κρ. Λαγκάρντ διάνθισε τις δηλώσεις της και με επιπλέον ανησυχητικά μηνύματα: «Τα κακά νέα είναι ότι η πρόοδος (σ.σ. στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος) είναι ακόμη πολύ αργή και η γραμμή τερματισμού απέχει πολύ ακόμη. Το μεγαλύτερο πρόβλημα συνίσταται στο γεγονός ότι το κενό με τις "πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν" τράπεζες ακόμη δεν έχει καλυφθεί», είπε, αναφερόμενη στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα που επικρατεί στις «αγορές», ότι οι κυβερνήσεις δηλαδή θα συνεχίσουν να διασώζουν με κρατικό χρήμα τα μεγαλύτερα πιστωτικά ιδρύματα για να αποφύγουν μία «τρικυμία» ανάλογη με αυτή που προκάλεσε η κατάρρευση της «Lehman Brothers» στις ΗΠΑ το 2008 (σ.σ. ήταν φαινόμενο εκδήλωσης της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης).
Η Λαγκάρντ κάλεσε, τέλος, σε μία διεθνή συμφωνία για την υιοθέτηση δέσμης μέτρων για την εκκαθάριση όσων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αντιμετωπίζουν προβλήματα, σημειώνοντας ότι η σημερινή αλληλοδιαπλοκή των κεφαλαιακών αγορών δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία για εφησυχασμό και καθυστερήσεις, ενώ παράλληλα εξέφρασε δυσφορία για τα εμπόδια που θέτουν στην επίτευξη του παραπάνω σκοπού τα «λόμπι» του τραπεζικού τομέα...
Ποιοι οι φόβοι; Τα τεράστια «κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια» και η διεθνής αλληλοδιαπλοκή κεφαλαίων.
Τεράστια κονδύλια διάσωσης ενώ θα απαιτηθούν κι άλλα
Στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ενωσης οι διαπραγματεύσεις για τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στο τραπεζικό σύστημα ξεκίνησαν αμέσως μετά το ξέσπασμα της κρίσης και παρά το γεγονός ότι επισήμως όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές υποστηρίζουν την ανάγκη «θωράκισης» του τραπεζικού συστήματος, οι διαδικασίες ακολουθούν εξαιρετικά αργούς ρυθμούς. Ετσι λένε αλλά η πραγματικότητα είναι ότι το βάθος της οικονομικής κρίσης που απαιτούσε και απαιτεί μεγαλύτερα από τα προβλεπόμενα αρχικώς κεφάλαια διάσωσης (ανακεφαλαιοποίηση), μαζί με το γεγονός των δυσκολιών δανεισμού τραπεζών των κρατών που είναι σε μνημόνιο, αλλά και της διακρατικής Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που τυπικά αποφασίζει μόνη της αλλά ουσιαστικά παίρνει υπόψη τις απαιτήσεις των ισχυρών κρατών, όπως η Γερμανία, δημιουργούν φαινόμενα καθυστερήσεων. Η βασική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής2 για τις αλλαγές που πρέπει να επιβληθούν στη λειτουργία των «πολύ μεγάλων για να καταρρεύσουν τραπεζών» («too-big-to-fail banks») προβλέπει μια σειρά αλλαγών στη λειτουργία τους και κυρίως τον περιορισμό των δραστηριοτήτων που ενέχουν μεγάλο «επενδυτικό ρίσκο». Για να δείξει το μέγεθος του προβλήματος, επισημαίνει ότι η ονομαστική αξία της αγοράς παραγώγων από 3,5 φορές του παγκόσμιου ΑΕΠ που ήταν το 1988 σήμερα είναι δωδεκαπλάσιο του παγκόσμιου ΑΕΠ, δίχως φυσικά να αναφέρει την εμπλοκή του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα στην εν λόγω αγορά. Αυτό σημαίνει «χαρτιά» χωρίς χρηματικό, ή, πιο σωστά, κεφαλαιακό αντίκρισμα.
Ο βαθμός... ειλικρίνειας των παραπάνω προτάσεων δε θα μας απασχολήσει προς το παρόν, καθώς τα στοιχεία που παραθέτει έχουν περισσότερο ενδιαφέρον και μπορούν σε μεγάλο βαθμό να δικαιολογήσουν τις αγωνίες που εκφράζει και η Λαγκάρντ αλλά και κύκλοι στο εσωτερικό των Βρυξελλών. Οπως ομολογείται στο εισηγητικό κείμενο του εν λόγω κανονισμού, παρά το γεγονός ότι τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν ληφθεί σειρά μέτρων ενίσχυσης του χρηματοπιστωτικού τομέα (εννοώντας επενδυτικές και εμπορικές τράπεζες αλλά και ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες) μία σειρά ιδρυμάτων παραμένουν ακόμη και σήμερα πολύ μεγάλα για να αφεθούν σε κατάρρευση και ταυτόχρονα πολύ μεγάλα για να διασωθούν με κρατικά κονδύλια, σε περίπτωση οποιουδήποτε «ατυχήματος».
Στην ουσία, αυτό που προσπαθεί να διαγνωσθεί όλο αυτό το διάστημα από τα λεγόμενα «τεστ αντοχής» που διεξάγονται πανευρωπαϊκά, είναι από ποια εξέλιξη θα υπάρξουν οι μεγαλύτερες συνέπειες, από το να αφεθούν αυτά τα ιδρύματα να καταρρεύσουν ή από το να τους δοθούν κι άλλοι χρηματικοί πόροι για να διασωθούν. Το μέγεθος του τραπεζικού τομέα στην Ευρωπαϊκή Ενωση είναι τέτοιο που οποιοδήποτε λάθος υπολογισμός ή εσφαλμένη εκτίμηση μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφή, καθώς τα τραπεζικά ενεργητικά στο τέλος του 2013 έφταναν τα 45 τρισ. ευρώ ή στο 350% του ΑΕΠ ολόκληρης της ΕΕ.
Η πρόταση της Επιτροπής επιδιώκει να μειώσει την ενίσχυση με δημόσιο χρήμα τραπεζικών δραστηριοτήτων που ενέχουν ρίσκο, οι οποίες θα πρέπει να χρηματοδοτούνται από ίδια τραπεζικά κεφάλαια. Η Επιτροπή υπολογίζει ότι η πρότασή της αφορά το πολύ 30 ευρωπαϊκά τραπεζικά ιδρύματα - από ένα σύνολο 8.000 - τα οποία ωστόσο αντιπροσωπεύουν πάνω από το 65% του συνόλου των τραπεζικών ενεργητικών στην ΕΕ. Η σχετική ρύθμιση υποτίθεται ότι θα τεθεί σε πλήρη εφαρμογή από την 1η Γενάρη του 2018.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα στοιχεία από την έκθεση της «επιτροπής Liikanen»3 (από το όνομα του Φινλανδού κεντρικού τραπεζίτη που τέθηκε επικεφαλής) και η οποία αποτέλεσε τον οδηγό της παραπάνω πρότασης της Επιτροπής. Σύμφωνα λοιπόν με αυτά, οι ρυθμίσεις επηρεάζουν σχεδόν 30 τραπεζικούς ομίλους με συνολικό ενεργητικό κοντά στα 23,4 τρισ. ευρώ, εκ των οποίων οι δέκα μεγαλύτεροι διαθέτουν ενεργητικά αξίας από 1 τρισ. έως 2 τρισ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία του Δεκέμβρη του 2012. Το σύνολο των ενισχύσεων που έλαβαν οι μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες το 2011 κυμαίνονταν μεταξύ 72 και 95 δισ. ευρώ και μεταξύ 59 και 82 δισ. ευρώ το 2012, ενώ υπολογίζει το σύνολο της επιβάρυνσης των Ευρωπαίων φορολογουμένων για την ενίσχυση των τραπεζών (κεφαλαιοποιήσεις, κρατικές εγγυήσεις κ.ά.) σε 1,6 τρισ. ευρώ, ποσό ίσο με το 13% του ΑΕΠ της ΕΕ, την ίδια στιγμή που το δημόσιο χρέος των χωρών - μελών της ΕΕ αυξήθηκε κατά 28 ποσοστιαίες μονάδες μεταξύ 2007 και 2013.
Σε μια χούφτα χώρες...
Οι κίνδυνοι που προκαλούνται από την υπερμεγέθυνση του τραπεζικού τομέα για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα εντοπίζονται και στην έκθεση που δημοσίευσε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο τον περασμένο Απρίλη4, ενώ επισημαίνεται και η ιλιγγιώδης αύξηση των εξωχρηματιστηριακών συναλλαγών της αγοράς παραγώγων. Οπως αναφέρεται, από το 2000 μέχρι σήμερα παρατηρείται δραματική αύξηση των τραπεζικών ενεργητικών, την ίδια στιγμή που ο αριθμός των τραπεζικών ιδρυμάτων μειώνεται σε παγκόσμιο επίπεδο. Η τάση αυτή δεν εντοπίζεται μόνο στη ζώνη του ευρώ, αλλά και στην Ιαπωνία, στο Η. Βασίλειο και τις ΗΠΑ, όπως επίσης και σε ορισμένες από τις λεγόμενες αναδυόμενες αγορές, όπως η Ινδία και η Ρωσία. Επιπλέον, τα στοιχεία της έκθεσης δείχνουν ότι οι τρεις μεγαλύτεροι τραπεζικοί όμιλοι στις κύριες ανεπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες (ΗΠΑ, Ευρωζώνη, Ιαπωνία, Η. Βασίλειο, Καναδάς, Βραζιλία, Ρωσία) κατέχουν το 40% του συνόλου των τραπεζικών ενεργητικών σε καθεμία από τις παραπάνω χώρες.
Το ΔΝΤ επισημαίνει ότι εξαιτίας του μεγάλου βαθμού συγκέντρωσης, η «αποτυχία» μίας εκ των τριών μεγάλων τραπεζών σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω οικονομίες μπορεί να αποσταθεροποιήσει το σύνολο του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος, εν μέρει επειδή θα είναι δύσκολο οι δραστηριότητές της να υποκατασταθούν από άλλον τραπεζικό όμιλο, αλλά και εξαιτίας της υψηλής αλληλεξάρτησης μεταξύ των τραπεζών. Η αλληλοδιαπλοκή των τραπεζικών δραστηριοτήτων και οι κίνδυνοι που απορρέουν από αυτήν δεν αφορούν φυσικά το εσωτερικό μόνο των οικονομιών των κρατών που ανήκουν οι τράπεζες, αλλά και τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες καθώς, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΔΝΤ, παρά τη σχετική μείωση που παρατηρείται από το 2007, τα τραπεζικά συστήματα 20 χωρών σε ολόκληρο τον κόσμο συγκεντρώνουν το 95% του συνόλου των διασυνοριακών τραπεζικών απαιτήσεων, με το μεγαλύτερο μέρος να κατευθύνεται προς τις τράπεζες των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, του Η. Βασιλείου και... των νήσων Κέιμαν. Η λίστα των χωρών που αποτελούν τον πυρήνα του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος συμπληρώνεται από τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αυστρία, το Λουξεμβούργο, την Ιταλία, την Ολλανδία, το Βέλγιο, την Ιρλανδία, την Αυστραλία, τη Φινλανδία, την Ελβετία, τη Σουηδία, τον Καναδά, την Ισπανία, το Τζέρσεϊ (ανήκει στο Η. Βασίλειο, αλλά είναι διοικητικά και... τραπεζικά «ανεξάρτητο») και την Ταϊβάν.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι το ζήτημα των τραπεζών θα απασχολήσει έντονα τους επόμενους μήνες, καθώς η όποια λύση επιλεγεί για την «εξυγίανσή» τους σε οποιαδήποτε από τις μεγάλες καπιταλιστικές οικονομίες του πλανήτη, θα προκαλέσει συνέπειες που δεν θα περιοριστούν μόνο στο εσωτερικό τους. Ειδικά για την περίπτωση της Ευρωζώνης και με δεδομένη τη συζήτηση για την αναδιάρθρωση των επιχειρηματικών δανείων που έχει ανοίξει το τελευταίο διάστημα και στο εσωτερικό της αλλά και στη χώρα μας, τα πράγματα δείχνουν να περιπλέκονται περαιτέρω καθώς η κατάσταση του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος εκτιμάται ότι δεν είναι και πολύ «σταθερή»...
Παραπομπές:
Φ. Κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου