Ας ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα την μάνα που σας γέννησε.

Ζοζέ Σαραμάγκου

20.1.12

Ιεραρχία των Μισθών, μέρος α΄

Μαρξ – Ένγκελς
«Για τον συνδικαλισμό. Το περιεχόμενο των διεκδικήσεων»
Μέρος Πρώτο, κεφ.7, σελ. 58 - 64

Ο χρόνος επιτρέπει να χειριστούμε τη κίνηση σαν ποσότητα. Ο χρόνος εργασίας εκφράζει λοιπόν την εργασία κάτω από ποσοτική οπτική γωνιά. Με δεδομένη την ποιότητα εργασίας, δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί, παρά με τη διάρκειά της. Ο χρόνος εργασίας βρίσκει λοιπόν την κλιμάκωση του στον τρόπο μέτρησης του χρόνου: ώρα, ημέρα, εβδομάδα κ.λ.π [27].

Ο χρόνος εργασίας είναι ο ζωντανός χρόνος, αλλά ανεξάρτητα από τη μορφή του, το περιεχόμενο του και την ειδικότητά του. Πρόκειται για εργασία βιωμένη κάτω από την ποσοτική και μετρήσιμη πλευρά της.

Για να κατανοηθεί το μέτρο της ανταλλακτικής αξίας με το χρόνο της εργασίας, πρέπει να συγκρατηθούν τα ακόλουθα θεμελιώδη σημεία: η αναγωγή στην απλή εργασία, ο ειδικός τρόπος με τον οποιο η εργασία που δημιουργεί ανταλλακτική αξία, δηλαδή εμπορεύματα, είναι κοινωνική εργασία, και τέλος, η διαφορά ανάμεσα στην εργασία που εκφράζεται σε αξίες χρήσεις και την εργασία που εκφράζεται σε ανταλλακτική αξία.

Για να μετρηθεί η ανταλλακτική αξία των εμπορευμάτων, σύμφωνα με τον χρόνο εργασίας που περιέχουν, πρέπει οι διάφορες εργασίες να αναχθούν με την σειρά τους σε μια ομογενή, απλή, αδιαφοροποίητη εργασία, με δυό λόγια, σε μια εργασία που έχει μια και μόνο ποιότητα και δεν διακρίνεται, παρά μόνο από την ποσότητά της.

Η αναγωγή αυτή φαίνεται σαν αφαίρεση, μα πρόκειται για μια αφαίρεση που γίνεται κάθε μέρα πράξη στο προτσές της κοινωνικής παραγωγής. Στην συνέχεια, η ανάλυση όλων των εμπορευμάτων σε χρόνο εργασίας δεν είναι μεγαλύτερη αφαίρεση, ούτε λιγότερο αληθινή, από την ανάλυση των οργανικών σωμάτων σε αέρα. Πράγματι η εργασία μετρημένη έτσι με τον χρόνο, δεν εμφανίζεται σαν εργασία πολλών ατόμων, αλλά τα πολλά αυτά άτομα, εμφανίζονται σαν απλά όργανα της εργασίας. Ή ακόμα, θα μπορούσαμε να εκφράσουμε την εργασία έτσι όπως εκδηλώνεται στην ανταλλακτική αξία, δηλαδή σαν γενική ανθρώπινη εργασία.

Η αφαίρεση αυτή της γενικής ανθρώπινης εργασίας υπάρχει μέσα στην μέση εργασία που κάθε μέσο άτομο μιας δεδομένης κοινωνίας μπορεί να πραγματοποιήσει και αποτελεί μια παραγωγική δαπάνη, που καθορίζεται από τους μυς, τα νεύρα, το ανθρώπινο μυαλό κ.λ.π πρόκειται για απλή εργασια που μπορεί να εκπληρώσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο.

Ο χαρακτήρας της μέσης αυτής εργασίας ποικίλει ανάλογα με τις χώρες και τα επίπεδα πολιτισμού αλλά όμως αποτελεί ένα δεδομένο σε κάθε κοινωνία. Η απλή εργασία αποτελεί την σημαντικότερη μάζα από το σύνολο της εργασίας της κοινωνίας της αστικής τάξης, πράγμα για το οποίο μπορούμε να πειστούμε από οποιαδήποτε στατιστική.

Το να παράγει ο Α σίδηρο για 6 ώρες και ύφασμα για 6 ώρες και ο Β να παράγει επίσης σίδηρο για 6 ώρες και ύφασμα για 6 ώρες ή ο Α να παράγει σίδηρο για 12 ώρες και ο Β ύφασμα για 12 ώρες, είναι προφανές πως πρόκειται για διαφορετική εργασία με ίδιο χρόνο εργασίας.

Τι είναι όμως η σύνθετη εργασία που ξεπερνά το μέσο επίπεδο ή εργασία μεγαλύτερης έντασης και ειδικού βάρους; Η εργασία αυτή αναλύεται σε μια σύνθεση απλής εργασίας, σε πιο έντονη απλή εργασία, ακριβώς όπως μια ημέρα σύνθετης εργασίας ισοδυναμεί για παράδειγμα σε τρεις ημέρες απλής εργασίας. Δεν θα ασχοληθούμε εδώ με τους νόμους που ρυθμίζουν αυτή την αναγωγή μα είναι προφανές πως πραγματοποιείται. Πράγματι σαν ανταλλακτική αξία, το προϊόν της πιο σύνθετης εργασίας είναι , με καθορισμένες αναλογίες, ισοδύναμο του προϊόντος της μέσης απλής εργασίας, δηλαδή βρίσκεται σε σχέση ισότητας με μια ποσότητα της απλής αυτής εργασίας.

Το απόσπασμα του κειμένου του Μαρξ, που προκαλεί την «βίαιη οργή» του κυρίου Ντύρινγκ, είναι πολύ σύντομο.[28]

Ο Μαρξ αναλύει σ΄αυτό, τι καθορίζει την αξία των εμπορευμάτων και συμπεραίνει: η εργασία που περιέχουν. Συνεχίζει:

«Πρόκειται για μια δαπάνη απλής εργατικής δύναμης, που κάθε φυσιολογικός άνθρωπος, δίχως ειδική μόρφωση, κατέχει κατά μέσο όρο μες στον οργανισμό του σώματος του [...]
Η σύνθετη εργασία είναι μια εντονότερη εργασία ή καλύτερα: πολλαπλασιασμένη απλή εργασία, έτσι ώστε μια δεδομένη ποσότητα σύνθετης εργασίας να αντιστοιχεί σε μια μεγαλύτερη ποσότητα απλής εργασίας. Η πείρα δείχνει πως η αναγωγή αυτή πραγματοποιείται διαρκώς. Αν ένα εμπόρευμα είναι προϊόν της συνθετότερης εργασίας, η αξία του το ανάγει σε μια καθορισμένη αναλογία με το προϊόν της απλής εργασίας του οποίου δεν εκπροσωπεί, λοιπόν, παρά μια δεδομένη ποσότητα. Οι μεταβλητές αναλογίες με τις οποίες τα διάφορα είδη εργασίας ανάγονται στην απλή εργασία, σαν μονάδα μέτρησης, συγκροτούνται μέσα στην κοινωνία εν αγνοία των παραγωγών και τους φαίνονται σαν παραδοσιακές συμβάσεις...»[29]


Έτσι, η εργασία δεν είναι πάντα μια συνηθισμένη δαπάνη απλής ανθρώπινης εργατικής δύναμης. Ένας πολύ μεγάλος αριθμός ειδών εργασίας υπαγορεύει την ανάγκη ικανοτήτων και γνώσεων που αποκτήθηκαν με λιγότερο ή περισσότερο κόπο, σε λιγότερο ή περισσότερο χρόνο και με λιγότερα ή περισσότερα έξοδα. Δημιουργούν , τα είδη αυτά σύνθετης εργασίας, την ίδια ανταλλακτική αξία μέσα στον ίδιο χρόνο με την απλή εργασία, την δαπάνη απλής εργατικής δύναμης; Προφανώς όχι!

Το προϊόν μιας ώρας σύνθετης εργασίας είναι ένα εμπόρευμα μεγαλύτερης αξίας, διπλάσιας ή τριπλάσιας σε σύγκριση με το προϊόν μιας ώρας απλής εργασίας. Η αξία των προϊόντων της σύνθετης εργασίας εκφράζεται χάρη σ΄αυτή την σύγκριση με καθορισένες ποσότητες απλής εργασίας, αλλά η αναγωγή αυτή της σύνθετης εργασίας γίνεται με ένα κοινωνικό προτσές, που εξελίσσεται εν αγνοία των παραγωγών, με μια λειτουργία που μπορούμε να διαπιστώσουμε στην έκφραση της θεωρίας της αξίας, μα που δεν μπορούμε ακόμα να εξηγήσουμε...

Είναι αλήθεια πως σύμφωνα με την θεωρία του Ντύρινγκ, ο χρόνος της χρησιμοποιημένης εργασίας μπορεί να μετρήσει την αξία των οικονομικών προϊόντων μέσα στην οικονομική τους κοινότητα, αλλά θα πρέπει να εκτιμηθεί a priori ο χρόνος εργασίας του καθενός, σαν απόλυτα ίσος, μια και κάθε χρόνος εργασίας δίχως εξαίρεση και κατ΄αρχήν, είναι απόλυτα ισοδύναμος, χωρίς μάλιστα να έχουμε βγάλει προηγουμένως μέσον όρο.

Ας αντιπαραθέσουμε, τώρα, τον ριζικά εξισωτικό αυτό σοσιαλισμό με την δυσνόητη έννοια του Μαρξ, σύμφωνα με την οποία ο χρόνος εργασίας του τάδε ανθρώπου περιέχει, καθαυτό, περισσότερη αξία από εκείνον κάποιου άλλου, ακριβώς επειδή μια μεγαλύτερη ποσότητα εργασίας βρίσκεται συμπυκνωμένη μέσα του. Είναι μια έννοια απ΄την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει, μια και είναι γνωστός ο παραδοσιακός τρόπος σκέψης των «καλλιεργημένων» τάξεων, στις οποίες φαίνεται οπωσδήποτε τερατώδες να αναγνωρίσουν πως ο χρόνος εργασίας ενός χειρώνακτα και εκείνου ενός αρχιτέκτονα, είναι απόλυτα ισοδύναμος, από οικονομικής πλευράς!

Δυστυχώς, ο Μαρξ συνεχίζει στο απόσπασμα του «Κεφαλαίου», που αναφέρθηκε προηγουμένως, με την ακόλουθη μικρή σημείωση:

«Ο αναγνώστης θα έχει παρατηρήσει πως δεν τίθεται εδώ θέμα για τον μισθό ή την αξία που ο εργάτης εισπράττει για μια εργάσιμη ημέρα, αλλά για την αξία του εμπορεύματος μέσα στην οποία πραγματοποιείται η εργάσιμη αυτή ημέρα»

Ο Μαρξ που υποπτεύθηκε τον Ντύρινγκ, προφυλάσσεται από κάθε χρήση των θέσεών του, ακόμα και για τον μισθό που θα πληρωθεί σε αντάλλαγμα για την σύνθετη εργασία στην σημερινή κοινωνία. Αλλά ο κύριος Ντύρινγκ, χωρίς να είναι ευχαριστημένος που το κάνει χωρίς την συμφωνία του Μαρξ, παρουσιάζει τις θέσεις αυτές σαν αρχές, σύμφωνα με τις οποίες θα ήθελε ο Μαρξ να ρυθμιστεί η διανομή των μέσων επιβίωσης μέσα στην οργανωμένη, σοσιαλιστική κοινωνία. Πρόκειται για μια επαίσχυντη πλαστογραφία, που δεν βρίσκει το ίσο της, παρά μόνο στη φιλολογία της απειλής.[30]

Ας ασχοληθούμε, εν τούτοις, λίγο περισσότερο με την θεωρία της ισοδυναμίας. Κάθε χρόνος εργασίας είναι απόλυτα ισοδύναμος, τόσο εκείνος του χειρώνακτα, όσο και κείνος του αρχιτέκτονα. Πράγμα που σημαίνει πως ο χρόνος εργασίας, δηλαδή η ίδια η εργασία, περιέχει μια αξία.

Η εργασία, όμως ,παράγει όλες τις αξίες. Εκείνη δίνει στα προϊόντα που υπάρχουν στη φύση μιαν αξία με την οικονομική έννοια, μια και η αξία καθαυτή δεν είναι τίποτα περισσότερο από την έκφραση της κοινωνικά αναγκαίας ανθρώπινης εργασίας, αντικειμενοποιημένης μέσα σε ένα πράγμα. Η εργασία δεν μπορεί λοιπόν να έχει αξία. Το να μιλάς για μια αξία εργασίας και να θες να την καθορίσεις, δεν έχει περισσότερη έννοια απ΄ότι να μιλάς για την αξία της αξίας, ή να θες να καθορίσεις το βάρος, όχι ενός σώματος που ζυγίζει κάμποσο, αλλά της ίδιας της βαρύτητας.

Ο κυριος Ντύρινγκ ξεμπερδεύει μονομιάς με ανθρώπους σαν τον Όουεν, τον Σαίν Σιμόν, τον Φουριέ, χαρακτηρίζοντάς τους κοινωνικούς αλχημιστές. Αναφερόμενος στην αξία του χρόνου εργασίας – ή της εργασίας – αποδεικνύει πως βρίσκεται, ακόμα, πολύ χαμηλότερα από τους πραγματικούς αυτούς αλχημιστές. Εύκολα βλέπουμε το τουπέ του Ντύρινγκ, που βάζει τον Μαρξ να λέει ότι ο χρόνος εργασίας του ενός περιέχει περισσότερη αξία από του άλλου, σαν να περιέχει ο χρόνος εργασίας – δηλαδή η εργασία – μια αξία. Και ο Ντύρινγκ βάζει τα λόγια αυτά στο στόμα του Μαρξ, που πρώτος υποστήριξε πως η εργασία δεν μπορεί να έχει αξία και εξήγησε γιατί!

Είναι πολύ σημαντικό για τον σοσιαλισμό που θέλει να χειραφετήσει την ανθρώπινη εργατίκή δύναμη από την κατάστασή της του εμπορεύματος να καταλάβει καλά πως η εργασία δεν έχει αξία και πως δεν μπορεί να αποκτήσει, γιατί τούτο σημαίνει την συντριβή όλων των προσπαθειών που ο κύριος Ντύρινγκ κληρονόμησε από τον πρωτόγονο εργατικό σοσιαλισμό, ο οποίος ήθελε να ρυθμίσει την μελλοντική κατανομή των μέσων ύπαρξης με μια μεγαλύτερη αμοιβή και επιπλέον, όλα αυτά επιτρέπουν να γίνει κατανοητό πως η κατανομή – στο μέτρο που κυριαρχείται από καθαρά οικονομικές εκτιμήσεις – θα ρυθμιστεί σύμφωνα με το συμφέρον της παραγωγής, η οποία ευθύνεται στο maximum από ένα τρόπο παραγωγής που επιτρέπει σε όλα τα μέλη της κοινωνίας να αναπτυχθούν, να διατηρήσουν και να ασκήσουν τα δικαιώματα τους στο σύνολό τους.


πηγή: Π.Βήχος

5 σχόλια:

  1. Η άλλη πλευρά της κίνησης, πέρα από την οπτική του ''χρόνου εργασίας'', είναι ο ''χώρος εργασίας''. Ο χώρος της εργασίας σαν ''ποιοτικό υπόστρωμα'' της ποσότητας και ποσοτικοποίησής της είναι ο κεφαλαιοκρατικός χώρος, ως κοινωνικά αναγκαίος χώρος. Είναι ο χώρος της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, ως δεσπόζουσα ''στιγμή'' της χωρο-θέτησης και χωρο-ποίησης, σε ενότητα με τον χώρο της διανομής/ανταλλαγής και τον χώρο της κατανάλωσης. Και το όριο αυτού του χώρου της κεφαλαιοκρατικής ολότητας είναι ο χώρος που διαγράφεται από την κίνηση του εμπορεύματος, το όριο της ''οικονομικής διάστασης''. ''Έξω'' από αυτό το όριο υπάρχει η υπόλοιπη κοινωνία και τελικά η κοινωνία ως ολότητα. Νομίζω ότι η κοινωνία ως ολότητα συνιστά κριτική άρνηση του σχετικού ''κλεισίματος'' της ολότητας και του χώρου των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής από το εμπόρευμα, και ως τέτοια καλεί για επαναπροσδιορισμό του ''Κεφαλαίου'' και της μαρξικής πολιτικής οικονομίας και κοινωνικής θεωρίας στο σήμερα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Πολύ καλό σημειο, ευχαριστώ!

    Το βάζω εδώ ξανά για εμπέδωση:

    Νομίζω ότι η κοινωνία ως ολότητα συνιστά κριτική άρνηση του σχετικού ''κλεισίματος'' της ολότητας και του χώρου των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής από το εμπόρευμα, και ως τέτοια καλεί για επαναπροσδιορισμό του ''Κεφαλαίου'' και της μαρξικής πολιτικής οικονομίας και κοινωνικής θεωρίας στο σήμερα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Τί λες για αυτήν την θέση λοιπόν? Σε κάποιους μπορεί να φαίνεται επικίνδυνη, ειδικά όταν σκέφτονται τί πραγματικά σημαίνει. Εγώ νομίζω ότι έτσι είναι.
    Ο Μάρξ δεν στοχάζεται για το ''Είναι'' γενικώς, αλλά για ένα προσδιορισμένο Είναι, το κεφαλαιοκρατικό, μελετώντας έναν ειδικό χώρο, άρα ένα ειδικό ζήτημα, μια ειδική λογική (λογική του ζητήματος), και όχι την λογική γενικά (ζήτημα της λογικής). Από την άλλη θα πρέπει από αυτό το ειδικό να πιάσουμε το νήμα και να συνεχίσουμε..Όχι για να καταλήξουμε σε μια λογική γενικά, αλλά σε μια λογική ενός μεγαλύτερου χώρου, του κοινωνικού. Μου φαίνεται όμως ότι η μικρή ολότητα (κεφαλαιοκρατική) μέσα στην μεγάλη δεν μπορεί να μείνει ανεπηρέαστη, και ότι η δεύτερη είναι κριτική αναίρεση της πρώτης. Μια διαλεκτική της σχετικής και της απόλυτης γνώσης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ονειρμέ,

    η διαλεκτική από ανέκαθεν μου προκαλούσε κάτι σαν ίλιγγο! :)
    δεν υπάρχει τιποτα στο μαρξισμό που να μην είναι κατά μια έννοια "επικύνδινο".
    ειδικά αν πάρεις να μελετήσεις τον Μαρξ με τον Χέγκελ ανα χείρας.

    πρόκειται για κάτι που οι χριστιανοί θα ονόμαζαν "αποκάλυψη"! :)
    μόνο που αφορά κάτι πολύ πιο επώδυνο και χειραφετητικό ταυτόχρονα για την ατομική μας συνείδηση.

    το ζήτημα λοιπόν του όλου ή της κοινωνίας και της ατομικοτητας, που νομίζω πως εμπεριέχεται σ΄αυτό που θίγεις, είναι ένα απο τα δύσκολα, τα δυσνόητα κεφάλαια στο μαρξισμό αλλά και από τα πολύ παρεξηγημένα ζητήματα.

    όλη η κρυπτο ή φανερά αντι-μαρξιστική ή λεγόμενη μετα-μαρξιστική παράδοση, έχει πατήσει σ΄αυτό το σημείο, κατηγορώντας τον μαρξισμό για "ολοκληρωτισμό" εμμέσως πλην σαφώς με την έννοια της κατάργησης της ατομικότητας (λες και θα ήταν οποτεδήποτε δυνατή μια ολοκληρωτική κατάργηση της)

    αναφέρεσαι στη "λογική του μεγαλύτερου χώρου" εννοώντας την κοινωνία, όμως οι "εχθροί" μ΄αυτό καταλαβαίνουν μια λογική και άρα κοινωνική ΙΕΡΑΡΧΙΑ στα πράγματα, σε αντίθεση με εμάς που κατανοούμε μάλλον την υπέρβαση των κεφαλαιοκρατικών όρων που αλλοτριώνουν την ατομικότητα.

    βασικά ένας αντιμαρξιστής θα κρίνει τον μαρξισμό αντιμαρξιστικά κι εδώ είναι η όλη αδυναμία της δικής του λογικής ανεπάρκειας, μέσω της οποίας θα κάνει την αντιστροφή λογική - κοινωνία και όχι κοινωνία - και η λογική με τα πόδια κάτω (κατά τον Μαρξ)

    και η δυσκολία "επικοινωνίας" με τους αντιμαρξιστές έγκειται πως προϋποθέτει να κοπιάσεις για να ορθοποδήσει πρώτα η ελλειπής αντιμαρξιστική λογική που κρίνει αντιμαρξιστικά κάτι που δεν συλλαμβάνει καν λογικά (δλδ τον μαρξισμό)

    εγώ, νομίζω ξέρω τι λες και τι εννοείς, και συμφωνούμε εαν καταλαβα σωστα το πόιντ σου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. α, και ώς προς το ζήτημα κοινωνία-ατομικότητα-εμπορευματοποίηση συστήνω ανεπιφύλακτα το ξεζούμισμα του "Χαλυβουργικού μανιφέστου" στου Αντώνη. :)

    και των πηγών!!! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή