Σε τελευταία ανάλυση αυτό που έχασε ο Λαός της Κύπρου στα 1974 κάποιοι, πολιτικά, το κέρδισαν!
Του Γιώργου Μαργαρίτη*
Το σύνθημα για «Μεγάλη Ελλάδα» υπήρξε το πλέον συχνά επανερχόμενο και επίμονο στην ιστορία της ελληνικής ακροδεξιάς. Αυτό ήταν ο θεμέλιος λίθος όλων των φασιστικών και νεο - ναζιστικών κινημάτων στη χώρα. Φτωχό κατάλοιπο της Μεγάλης Ιδέας του 19ου αιώνα, το σύνθημα έδινε μια πολιτική προοπτική σε μια ηγέτιδα αστική τάξη η οποία, στο επίπεδο των εθνικών επιδόσεων, είχε να επιδείξει την καταστροφή του 1922, τον δωσιλογισμό, τη συνεργασία με τον καταχτητή και δυνάστη του λαού μας στην Κατοχή και την επικράτηση με ξένα όπλα και στήριξη στον Εμφύλιο Πόλεμο. Η αντίθεση με τα βάσανα αλλά και τον πατριωτισμό των λαϊκών τάξεων, με την Εθνική Αντίσταση, ήταν καταθλιπτική. Η ιδέα μιας νικηφόρας - πολεμικής κατά προτίμηση- επιχείρησης που θα επανέφερε κάποια δόση εθνικής δόξας αλλά και πολιτικής νομιμοποίησης σε μια άρχουσα τάξη που μόνο προδοσίες και καταστροφές είχε να παρουσιάσει ως τότε, γοήτευε πάντα τους ιθύνοντες του ελληνικού αστισμού - κοινοβουλευτικού, δικτατορικού, βασιλικού, βενιζελικού ή ό, τι άλλο. Η χούντα του Ιωαννίδη, τελευταίο κεφάλαιο στο ήδη τότε μακρόβιο μετεμφυλιακό πολιτικό σκηνικό, θέλησε να υλοποιήσει αυτήν την αστική ευχή στις 15 Ιούλη του 1974. Το πραξικόπημα στην Κύπρο θα έδιωχνε τον Μακάριο και θα προχωρούσε στην Ένωση του νησιού με την Ελλάδα: ετούτη η πραξικοπηματική επιτυχία θα διέσωζε την χούντα και το καθεστώς της, θα προάσπιζε οικονομικά συμφέροντα που ταυτίζονταν μαζί της και θα άλλαζε τις ισορροπίες στις εσωτερικές αντιθέσεις που διέτρεχαν τότε τον ελληνικό καπιταλισμό... Αυτά υπολόγιζαν στην τότε χουντική Αθήνα. Οι υπολογισμοί όμως δεν γίνονταν μόνο εκεί.
Στην μακρυνή Ουάσινγκτον γίνονταν πιο σύνθετα σχέδια. Η πολύχρονη εμπλοκή των ΗΠΑ στον πόλεμο ενάντια στον λαό του Βιετνάμ και η προδιαγραφόμενη ήττα είχε προκαλέσει πολύπλευρη κρίση στην αμερικανική οικονομία, κοινωνία και πολιτική. Στα τέλη του 1972, συνέπεια των δύσκολων καιρών, το αμερικανικό ναυτικό έζησε μια καινοφανή εμπειρία: τέσσερεις βίαιες στασιαστικές κινήσεις εκδηλώθηκαν διαδοχικά σε δύο αεροπλανοφόρα και ένα πετρελαιοφόρο στόλου1. Η συνεπακόλουθη σκλήρυνση της αμερικανικής πολιτικής στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου είχε άμεσες συνέπειες και στον τρόπο άσκησης της εξωτερικής πολιτικής. Οι επίσημοι φορείς της τελευταίας, το Σταίητ Ντηπάρτμεντ, εκχώρησαν -εκούσια ή ακούσια- σημαντικές εξουσίες τους στον σκοτεινό κόσμο των μυστικών υπηρεσιών. Η συμμετοχή της CIA λόγου χάρη στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής έφθασε να είναι σχεδόν ισότιμη του αρμόδιου υπουργείου2.
Τον Σεπτέμβρη του 1973 μια επικίνδυνη για τα συμφέροντα των ΗΠΑ εκκρεμότητα στη Νότια Αμερική, η δημοκρατική κυβέρνηση του Σαλβαντόρ Αλιέντε στη Χιλή, «επιλύθηκε» με την ενεργό συμμετοχή της CIA. Τον Οκτώβρη όμως η κρίση μεταφέρθηκε στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Αίγυπτος και η Συρία προσπάθησαν να ανακαταλάβουν στρατιωτικά τα εδάφη που βρίσκονταν κάτω από ισραηλινή κατοχή -στο Γκολάν και το Σινά- από τον πόλεμο του 1967. Ο πόλεμος που ξέσπασε αποτέλεσε σταθμό στην ως τότε εξέλιξη του Ψυχρού Πολέμου: ποτέ άλλοτε η Σοβιετική Ένωση δεν ήταν τόσο ενεργά παρούσα σε αναμέτρηση στην Μέση Ανατολή. Με τη δική της ενίσχυση η Αίγυπτος και η Συρία πέτυχαν σημαντικές επιτυχίες στο ξεκίνημα του πολέμου. Η ισραηλινή αεροπορία και οι εκλεκτές τεθωρακισμένες μονάδες του Ισραήλ αποδεκατίστηκαν και οι ΗΠΑ χρειάστηκε να προστρέξουν σε βοήθεια.
Ταυτόχρονα, μια νέα απειλή εμφανίστηκε για το αμερικανικό ναυτικό και τη συνακόλουθη κυριαρχία των ΗΠΑ στη θάλασσα. Οι «Ομάδες Επιχειρήσεων» (Task Force) του στόλου των ΗΠΑ δεν ήσαν πλέον απρόσβλητες. Στην Μεσόγειο αναπτύχθηκαν σημαντικές ναυτικές δυνάμεις της Σοβιετικής Ένωσης με νέες τεχνικές και τακτικές δυνατότητες. Η εξέλιξη των «βλημάτων καταδρομής» (cruise missiles) και ο πολλαπλασιασμός των φορέων τους (σε πλοία επιφανείας, αεροσκάφη και υποβρύχια) προκάλεσαν κλίμα αβεβαιότητες και ανασφάλειας στις ισχυρές αμερικανικές μονάδες. Κανένα αεροπλανοφόρο - καρδιά της κάθε «Ομάδας επιχειρήσεων» - δεν ήταν πλέον απρόσβλητο στις τακτικές «κορεσμού» του σοβιετικού στόλου. Τα αεροπλανοφόρα των ΗΠΑ ήσαν πλέον λιγώτερα από δεκαπέντε και η γεωγραφική τους διασπορά καθιστούσε την επιχειρησιακή τους συγκέντρωση υπόθεση πολλών εβδομάδων. Η ανάγκη για σίγουρες χερσαίες βάσεις πρόβαλε δραματικά επιτακτική.
Ακριβώς σε αυτό το τελευταίο πεδίο οι εκπλήξεις όμως δεν τελείωναν έδώ. Πολλές από τις σύμμαχες - στο ΝΑΤΟ - χώρες των ΗΠΑ δίστασαν να συνδράμουν στην μεγάλη επιχείρηση στήριξης του Ισραήλ και αναπλήρωσης των απωλειών του σε αεροπλάνα, άρματα μάχης και στρατιωτικό υλικό. Μόνο η Πορτογαλλία πείστηκε να παραχωρήσει τις εγκαταστάσεις στις Αζόρες γι’ αυτόν τον σκοπό ενώ, στη Μεσόγειο, μόνο η Ελλάδα - σε κρίσιμη πολιτική καμπή, ο Οκτώβρης ήταν ο μήνας της «φιλελευθεροποίησης» της χούντας δια του Μαρκεζίνη και ο μήνας προετοιμασίας της εξέγερσης του Πολυτεχνείου - και η Ιταλία έδωσαν λιμενικές διευκολύνσεις στις ΗΠΑ. Ακόμα χειρότερα: η Τουρκία, χώρα μέλος του ΝΑΤΟ επέτρεψε στην σοβιετική αεροπορία να χρησιμοποιήσει τον εναέριο χώρο της για την μεταφορά αντίστοιχων εφοδίων στη Δαμασκό και στο Κάιρο. Επρόκειτο προφανώς για την μεγαλύτερη κρίση που είχε γνωρίσει ως τότε η Ατλαντική Συμμαχία.
Καθώς λοιπόν τελείωνε το 1973 πολλά προβλήματα στον κόσμο, και πιο ειδικά στην ανατολική Μεσόγειο, ζητούσαν άμεσες λύσεις και κινήσεις από την Ουάσινγκτον. Τα πιόνια για τη νέα φάση των εξελίξεων άρχισαν να παίρνουν τη θέση τους. Στην Αθήνα, όπου η λαϊκή εξέγερση του Πολυτεχνείου είχε μόλις ακυρώσει την «φιλελευθεροποίηση» της χούντας και είχε, ως εκ τούτου, δημιουργήσει πολιτικό κενό, οι «σκληροί» ήρθαν - την κατάλληλη για την πολιτική των ΗΠΑ στιγμή - στην εξουσία. Η χούντα του Ιωαννίδη έθεσε από την πρώτη στιγμή τους στόχους της: την Κύπρο...
Στην Κύπρο υπήρχε από καιρό έτοιμο το πολιτικό εργαλείο για την προώθηση των πλέον επικίνδυνων σχεδίων: η οργάνωση του Γεωργίου Γρίβα, ΕΟΚΑ - Β. Η τελευταία είχε από το 1971 εγκαινιάσει μια ξέφρενη τρομοκρατική δραστηριότητα που περιλάμβανε δολοφονίες, ανατινάξεις, ένοπλες επιθέσεις και όλα όσα περιλαμβάνει το σχετικό ρεπερτόριο. Βασικός διακηρυγμένος στόχος ήταν η κυβέρνηση του Μακάριου οι αντι - κομμουνιστικές όμως και αντι - τουρκοκυπριακές παράλληλες ενέργειες προδιέγραφαν πιο ολοκληρωτικούς στόχους. Σε τελευταία ανάλυση στα χρόνια 1971 - 1975 είχαν πολλαπλασιαστεί στην Ευρώπη οι ακροδεξιές τρομοκρατικές οργανώσεις με παρόμοιες πρακτικές. Το κοινό τους υπόβαθρο ήταν οι ΝΑΤΟϊκοί σχεδιασμοί για αντιμετώπιση του «εσωτερικού εχθρού», σχεδιασμοί που επένδυαν ιδιαίτερα στο «παρακράτος». Ήταν ένα τρέχον εργαλείο της (αμερικανικής) ψυχροπολεμικής πολιτικής εκείνων των χρόνων. Μετά την άνοδο του Ιωαννίδη στην εξουσία η «αξιοποίηση» της ΕΟΚΑ - Β έγινε βασικό στοιχείο της πολιτικής της Αθήνας - ίσως και πολλών άλλων. Ο θάνατος του Γρίβα στις αρχές του 1974 δεν άλλαξε τα πράγματα: απλά καταργήθηκε ένας ενδιάμεσος σταθμός λήψης αποφάσεων και η τρομοκρατική αυτή οργάνωση έγινε πιο «εύπλαστη» στους σχεδιασμούς.
Η αστική τάξη της Κύπρου - αυτός ο σχετικά στενός κύκλος των οικονομικών και διοικητικών ελίτ που δημιούργησε η αποικιακή περίοδος - απεχθανόταν σταθερά το μαζικό, το λαϊκό κίνημα. Για το λόγο αυτό προέκρινε την επίλυση των εσωτερικών πολιτικών προβλημάτων στο νησί με «μαχητικούς» - φαινομενικά - τρόπους που είχαν το πλεονέκτημα της «διαμεσολάβησης»: αναλάμβαναν δηλαδή να επιλύσουν τα προβλήματα στο όνομα των συμφερόντων του λαού (όπως οι ίδιοι τα διερμήνευαν) χωρίς όμως να κληθεί ο λαός να πάρει στα χέρια του καταστάσεις. Μόνο το ΑΚΕΛ επένδυσε στο μαζικό λαϊκό κίνημα προκαλώντας την εναντίον του εχθρότητα τόσο των «μακαριακών» όσο και των «γριβικών». Ο Μακάριος πάντως αντιμετώπισε την ΕΟΚΑ - Β δημιουργώντας μια «δική» του παραστρατιωτική οργάνωση, το «Εφεδρικό Σώμα της Αστυνομίας». Φυσικά το τελευταίο δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει το πραξικόπημα της Εθνικής Φρουράς ή μάλλον των 600 και πλέον επιλεγμένων από την Αθήνα αξιωματικών που το στελέχωναν. Στις 15 Ιούλη η πολιτική και το καθεστώς του Μακαρίου πλήρωσε το τίμημα της απουσίας του λαού της Κύπρου από το προσκήνιο της ιστορίας.
Για να ολοκληρωθεί το σκηνικό της τραγωδίας έμενε η Τουρκία. Το εκεί πολιτικό καθεστώς ταλαντευόταν ανάμεσα σε αντίπαλες ομάδες συμφερόντων της αστικής τάξης - εκπρόσωποι αντίστοιχων οικονομικών ελίτ - και στρατιωτικών παρεμβάσεων, εγγυητών της κοινωνικής σταθερότητας και του συνακόλουθου αντι - κομμουνισμού σε εποχές μετάβασης και κρίσης. Η «Ατλαντική» στροφή της χώρας δέχτηκε ισχυρό πλήγμα στις καταστάσεις του 1973. Η σχετική αδυναμία των ΗΠΑ να αντιμετωπίσουν πειστικά τη σοβιετική δραστηριότητα στον αραβικό κόσμο και στην ανατολική Μεσόγειο προκάλεσε εσωτερικούς τριγμούς στην Άγκυρα. Ο «Ατλαντισμός» ταπεινώθηκε τον Οκτώβρη του 1973, όταν, κάτω από το δέος που προκαλούσε η σοβιετική ισχύς η Άγκυρα συγκατένευσε στη δημιουργία σοβιετικής αερογέφυρας μέσα από τον εναέριο χώρο της για τη μεταφορά όπλων και υλικών στις αραβικές πρωτεύουσες στη διάρκεια του πολέμου. Η ιδέα της «Ατλαντικής Τουρκίας» που θα στήριζε την εσωτερική κοινωνική της σταθερότητα σε έναν πανίσχυρο διεθνή συνασπισμό δέχτηκε ισχυρό πλήγμα και η αστική τάξη της χώρας άρχισε να προβληματίζεται στη κατεύθυνση μιας πιο ευέλικτης και αυτοδύναμης πολιτικής. Στα 1974 η κυβέρνηση Ετσεβίτ αναζητούσε ένα τρόπο επανεπιβεβαίωσης των κεντρικών επιλογών της χώρας - μια ένεση αυτοπεποίθησης για την ανήσυχη αστική τάξη της χώρας. Η Κύπρος θα πλήρωνε και ετούτο τον λογαριασμό.
Στις 20 Ιούλη του 1974 τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις εισέβαλαν από τον αέρα και τη θάλασσα στο νησί της Κύπρου. Δεν επρόκειτο για τίποτε το καταιγιστικό - σε σύγκριση έστω με τις τότε πρόσφατες στρατιωτικές αναμετρήσεις στην Μέση Ανατολή. Οι στρατοί της «νοτιο - ανατολικής πτέρυγας του ΝΑΤΟ» ήσαν φτιαγμένοι για την εξασφάλιση της εσωτερικής «τάξης» (διάβαζε πραξικοπήματα) και για αμυντικές αποστολές που θα έδιναν χρόνο στις δυνάμεις των ΗΠΑ να παρέμβουν. Ο επιθετικός σχεδιασμός και προπαντός η πραγματοποίηση μιας επιθετικής ενέργειας μεσαίας έστω διάστασης ήταν πρακτικά ανεξερεύνητο έδαφος για τα εκατέρωθεν επιτελεία. Τον τουρκικό ερασιτεχνισμό τον μετέτρεψε σε θρίαμβο ο αντίστοιχος ερασιτεχνισμός και η αμηχανία του καθεστώτος της ΕΟΚΑ - Β (του περίφημου Σαμψών) και των πραξικοπηματιών αξιωματικών. Για τον σημερινό επισκέπτη των γεγονότων είναι σχεδόν απίστευτα τα στρατιωτικά δρώμενα του τότε πολέμου: η τουρκική αεροπορία διακρίθηκε για τις επιθέσεις της ενάντια στον ...τουρκικό στόλο και σε μονάδες του τουρκικού στρατού, τα ελληνικά μεταγωγικά αεροπλάνα που μετέφεραν ενισχύσεις στο νησί καταρρίφθηκαν από (ελληνο)κυπριακά πυρά, μηχανοκίνητες μονάδες της Εθνοφρουράς ακινητοποιήθηκαν και αχρηστεύθηκαν μέσα σε χωριά καθώς ουδείς ρώτησε εάν χωρούν τα τεθωρακισμένα στους στενούς δρόμους, η κύρια δύναμη της ΕΛΔΥΚ αποδεκατίστηκε μέσα στο στρατόπεδό της καθώς ουδείς τους ειδοποίησε να αναπτυχθούν για πόλεμο, και άλλα πολλά - μα πάρα πολλά.
Αντίθετα ο λαός της Κύπρου πλήρωσε απίστευτα βαρύ τίμημα. Εθνικιστές και ακρο - δεξιοί της κάθε πλευράς ρίχτηκαν με απίστευτη λύσσα ενάντια στους αμάχους. Οι εκλεκτές τρομοκρατικές μονάδες της ΕΟΚΑ-Β (το «τάγμα» Διάκου) εξεστράτευσαν ενάντια στη ...Λεμεσσό - ακριβώς στο αντίθετο σημείο του νησιού από εκεί όπου υλοποιούνταν η εισβολή! Εκεί σκότωσαν όσους Τουρκο - κύπριους δεν πρόλαβαν να καταφύγουν στις γειτονικές βρετανικές βάσεις. Το ίδιο έκαναν και οι Τουρκο - κύπριοι εθνικιστές της ΤΜΤ σε βάρος αμάχων Ελληνο - κυπρίων ακολουθώντας τον τουρκικό στρατό για τις απαραίτητες «εκκαθαρίσεις». Ποιος είπε ότι η απουσία του Λαού από το προσκήνιο της πολιτικής και των γεγονότων τον προφυλάσσει από κακοτοπιές και μαρτύρια;
Οι Αμερικανοί, το ΝΑΤΟ, παρακολούθησαν αμέτοχοι τις φρικτές εξελίξεις που δικοί τους μηχανισμοί είχαν στην ουσία προετοιμάσει. Σε κάθε περίπτωση ο πόλεμος ευνοούσε τα συμφέροντά τους. Ούτε η Ελλάδα, ούτε η Τουρκία κινδύνευαν να περάσουν «από την άλλη πλευρά». Οι αστικές τάξεις που τις κυβερνούσαν δεν μπορούσαν παρά να μείνουν πιστές «στη δύση». Το αντίθετο μάλιστα. Μετά από τον πόλεμο και την κατοχή μέρους του νησιού, και η Αθήνα και η Άγκυρα θα είχαν απόλυτη ανάγκη τη «διαμεσολάβηση» των συμμάχων. Και οι τελευταίοι θα ήσαν σε καλή θέση να υπαγορεύσουν τα συμφέροντά τους στην περιοχή. Οι «δισταγμοί» του 1973 δεν θα επαναλαμβάνονταν στη στρατηγικά ενδιαφέρουσα Μεσόγειο. Η δε Κύπρος και ο λαός της, βαθιά τραυματισμένοι πλέον από το αίμα που χύθηκε, από το μαζικό ξεσπίτωμα, την προσφυγιά, θα έμεναν διχασμένοι, αμήχανοι, διαιρεμένοι, κατεχόμενοι, στη διάθεση κάθε μεσολαβητικού σχεδίου που θα σκέφτονταν γι αυτούς οι ισχυροί.
Σε τελευταία ανάλυση αυτό που έχασε ο Λαός της Κύπρου στα 1974 κάποιοι, πολιτικά, το κέρδισαν!
1 Το πρόσχημα ήταν ρατσιστικό - ουσιαστικά όμως επρόκειτο για μια διάχυτη δυσπραγία (Ryan, Paul, First Line of Defence. The US Navy Since 1945, Stanford Ca., 1981, p. 69).
2 Ήδη στα 1968 το πόρισμα για την κατάληψη-αιχμαλωσία του κατασκοπευτικού πλοίου των ΗΠΑ USS Pueblo, από το πολεμικό ναυτικό της Λ.Δ. της Κορέας κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ταπεινωτικό γεγονός οφειλόταν στο πλήθος των στρατιωτικών, πολιτικών και κατασκοπευτικών οργανισμών που έδιναν ισότιμα εντολές στο εν λόγω πολεμικό πλοίο με αποτέλεσμα το τελευταίο να πλέει ουσιαστικά «ακυβέρνητο» (Ryan, Paul, 1981, p. 43-44).
* Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι ιστορικός, καθηγητής του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου