Άκρως απογοητευτική η απόφαση του Δήμου Λεμεσού να συνδυάσει τους φετινούς εορτασμούς του Καρναβαλιού με την ξενέρωτη ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου.
Δεν μας φτάνει η αντιαισθητική έκθεση στις βιτρίνες των κόκκινων φορεμάτων, των κόκκινων εσωρούχων, των κόκκινων καρδιούλων, των κόκκινων μπουλούκκων, και της κάθε κόκκινης καρακιτσαριάς, θα πρέπει τώρα να δούμε και τον βασιλιά της πόλης ενδεδυμένο αυτή την γελοιότητα.
Έλεος!
Κάτω τα χέρια από τον Έρωτα μας και Κάτω τα χέρια Βαλεντίνε από το Καρναβάλι μας.
«Επιστρατεύουμε» υπέρ του Έρωτος μας τον ριζοσπάστη αμερικάνο ποιητή Walt Whitman.
Το τραγούδι του εαυτού μου
Όλες οι αλήθειες περιμένουν μέσα σε όλα τα πράγματα,
Ούτε επισπεύδουν την απελευθέρωσή τους ούτε αντιστέκονται,
Δεν χρειάζονται τις μαιευτικές λαβίδες του χειρουργού,
Το ασήμαντο είναι τόσο μεγάλο για μένα όσο το οτιδήποτε,
(Τι είναι λιγότερο ή περισσότερο από το άγγιγμα;)
Λογική και νουθεσίες ποτέ δεν πείθουν,
Η δροσιά της νύχτας τρυπώνει πιο βαθιά μέσα στην ψυχή μου.
(Μόνο ό,τι αποκαλύπτεται σε κάθε άντρα και γυναίκα είναι έτσι,
Μόνο ό,τι κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί είναι έτσι.)
Μια στιγμή και μια ρανίδα από μένα ηρεμούν το νου μου,
Πιστεύω πως οι μουσκεμένοι σβόλοι θα γίνουν εραστές και λύχνοι,
Και σύνοψη των συνόψεων είναι η σάρκα άντρα ή γυναίκας,
Και κορφή και ανθός είναι αυτό που νιώθει ο ένας για τον άλλο,
Και πρέπει απεριόριστα να εκτείνονται με αυτό το δίδαγμα ώσπου να γίνει γενεσιουργός των πάντων,
Και ώσπου όλα να μας γοητεύουν, και εμείς αυτά.
Λίγα…για τον Ουίτμαν,( εφημ.Ριζοσπάστης, 26/3/2006)
«Ο Ουόλτ Ουίτμαν, ο κορυφαίος Αμερικανός ποιητής του 19ου αιώνα, υπήρξε η πιο ριζοσπαστική μορφή της αμερικανικής λογοτεχνίας στην εποχή του. Η εποχή του τον αγνόησε, τον απαγόρευε, αποσιωπούσε τη μεγάλη σημασία του έργου του.
...
Από παιδί τριγυρνούσε στις περιοχές και τους δρόμους της Ν. Υόρκης. Παρατηρούσε τη ζωή των απλών ανθρώπων. Δέθηκε μαζί τους, θεώρησε τον εαυτό του έναν απ' αυτούς. Ο ποιητής θεωρούσε τη Φύση πηγή ευτυχίας. Οτι κοντά της ο άνθρωπος μπορεί να γίνει ευτυχισμένος, ενώ ο τεχνικός πολιτισμός καταστρέφει τον άνθρωπο, τον ισοπεδώνει και τον μετατρέπει σε καταναλωτική μηχανή.
...
Το 1855 ολοκλήρωσε και το 1856 δημοσίευσε, με δικά του έξοδα, την ποιητική συλλογή «Φύλλα της χλόης», καλώντας τους συμπατριώτες του να γίνουν μια φυλή μεγαλόψυχη, γενναιόδωρη, γαλουχημένη με το νόημα της πολιτικής ελευθερίας. Το ποίημα της συλλογής «Τραγουδώ το ηλεκτρικό κορμί» αποτελεί ύμνο στην ομορφιά. Οι ηθικολόγοι λογοκριτές, αδυνατώντας να καταλάβουν το βαθύτερο νόημά του, το χαρακτήρισαν «άσεμνο» και απαγόρευσαν την κυκλοφορία της συλλογής.
To 1865 δημοσίευσε τις ποιητικές συλλογές «Ηχος τυμπάνων» και «Παρεπόμενα στον ήχο τυμπάνων», καταγγέλλοντας τον εμφύλιο, και γενικότερα τους πολέμους. Αντιπολεμικό περιεχόμενο έχει και το πεζό του «Δείγματα ημερών και συνάθροιση» (1882) και το δοκιμιακό "Δημοκρατικοί Ορίζοντες" (1870) Στο πεζό του έργο «Δημοκρατία», προβλέπει την εξέλιξη της αμερικανικής κοινωνίας σε χυδαία και υλιστική. Στο ποιητικό έργο του «Πέρασμα στην Ινδία» (1870) υμνεί τη διάνοιξη της διώρυγας του Σουέζ, τα δύο αμερικανικά σιδηροδρομικά δίκτυα και τη λειτουργία υπερατλαντικής τηλεγραφίας.
Για το έργο του γράφει ο μεγάλος επαναστάτης Κουβανός ποιητής Χοσέ Μαρτί.
: «Ποιος είναι εκείνος ο αδαής, που υποστηρίζει ότι η ποίηση δεν είναι απαραίτητη στους λαούς; Η ποίηση, που ενώνει και αποσυνθέτει, που δυναμώνει ή θλίβει τον άνθρωπο, που στηρίζει, που προσφέρει την πίστη και την αναπνοή, είναι πιο αναγκαία για τους λαούς παρά η βιομηχανία. Λοιπόν, είναι αυτή που τους παρέχει τον τρόπο να αντέξουν, είναι εκείνη που τους δίνει την επιθυμία και τη δύναμη της ζωής.
Πού θα πάει ένας λαός που έχει χάσει τη συνήθεια να σκέφτεται; Η μάζα, οι απλοί άνθρωποι, θα εξυψώσουν σε αξίες ουσιαστικές αυτά που πρέπει να τους υπηρετούν σαν απλά μέσα. Θα προσπαθήσουν να θεραπεύσουν, με μιαν ευημερία πάντα ανολοκλήρωτη, την αθεράπευτη θλίψη της ψυχής, που ικανοποιείται μόνο με το ωραίο και το μεγάλο.
…
Αυτός υπέφερε με όλους τους πόνους... Ένιωθε μια φοβερή ικανοποίηση όταν σταματούσε στο κατώφλι ενός σιδηρουργείου και έβλεπε τους εργάτες να δουλεύουν. Αυτός ήταν ο σκλάβος, ο φυλακισμένος, ο ζητιάνος. Όταν ο σκλάβος έφτανε στην πόρτα του κυνηγημένος και ιδρωμένος, του γέμιζε την μπανιέρα, τον κάθιζε στο τραπέζι του και στη γωνία είχε γεμάτη την καραμπίνα για να τον προστατέψει. Εάν έρχονταν να τον χτυπήσουν, θα σκότωνε τον διώκτη και θα επέστρεφε να καθίσει στο τραπέζι σα να είχε σκοτώσει μια οχιά!».