Απαγορεύεται στα Σοβιέτ να μεταβληθούν σε κρατική οργάνωση
Το τέταρτο κεφάλαιο του Η προλεταριακή επανάσταση και ο αποστάτης Κάουτσκι
του V.I. Lenin
Πηγή: Marxist Books
Πηγή: Marxist Books
Προηγούμενα κεφάλαια:
3. "Μπορεί να υπάρξει ισότητα μεταξύ εκμεταλλευόμενου και εκμεταλλευτή"; (μαζί με το κεφ. 2)
Τα Σοβιέτ είναι η ρωσική μορφή της προλεταριακής δικτατορίας. Αν ένας θεωρητικός του μαρξισμού, σε ένα έργο για τη δικτατορία του προλεταριάτου, είχε μελετήσει κατά βάθος αυτό το φαινόμενο, αντί να επαναλαμβάνει όπως ο Κάουτσκι, τις μικροαστικές θρηνωδίες και τους μενσεβίκικους ψαλμούς, ο θεωρητικός αυτός θα άρχιζε με τον ορισμό της δικτατορίας, θα εξέταζε κατόπι την ειδική της εθνική μορφή, τα Σοβιέτ, και θα την ανέλυε σα μιαν από τις μορφές της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Αντιλαμβάνεται κανένας πως δεν έχουμε τίποτα σοβαρό να περιμένουμε από τον Κάουτσκι, ύστερα από τη μεγαλύτερη «αναθεώρηση» της διδασκαλίας του Μαρξ για τη δικτατορία. Είναι όμως εξαιρετικά σημαντικό να δούμε πώς καταπιάνεται με το ζήτημα των Σοβιέτ και πως το ξεφορτώνεται.
Τα Σοβιέτ, γράψει, επικαλούμενος την εμφάνισή τους, στα 1905, δημιουργήσανε μια «μορφή προλεταριακής οργάνωσης, την πιο καθολική (umfaneudzte) απ’ όλες, γιατί η οργάνωση αγκάλιασε όλους τους μισθωτούς εργάτες», (σ. 31). Το 1905 τα Σοβιέτ δεν είτανε παρά τοπικές ενώσεις, το 1917 γίνανε οργάνωση σε εθνική κλίμακα.
«Από τώρα κιόλας, εξακολουθεί ο Κάουτσκι, η σοβιετική οργάνωση έχει ένα μεγάλο και δοξασμένο παρελθόν. Ένα πιο λαμπρό ακόμα μέλλον την περιμένει κι όχι μονάχα στη Ρωσία. Ενάντια στις κολοσσιαίες δυνάμεις, που διαθέτει το χρηματιστικό κεφάλαιο στην οικονομική και πολιτική περιοχή, οι παλιές μέθοδες οικονομικής και πολιτικής πάλης του προλεταριάτου αποδείχνονται παντού ανεπαρκείς (“versagen”· η γερμανική λέξη σημαίνει κάτι παραπάνω από “ανεπαρκείς” και κάτι λιγότερο από “αδύνατες”). Δε μπορούμε να τις απαρνηθούμε· εξακολουθούν να είναι αναγκαίες σε ομαλή περίοδο, αλλά βρίσκονται, κάποτε μπροστά σε προβλήματα που δε μπορούν να λύσουν, προβλήματα που μονάχα η ένωση όλων των πολιτικών και οικονομικών δυνάμεων της εργατικής τάξης μπορεί να φέρει σε πέρας», (σ. 32).
Ακολουθούν κατόπι σκέψεις πάνω στη γενική απεργία και τη “συνδικαλιστική γραφειοκρατία” που μ’ όλο που είναι τόσο απαραίτητη, όσο και τα ίδια τα συνδικάτα, «είναι ανίκανη ωστόσο να διευθύνει τις γιγάντιες κοινωνικές μάχες που γίνονται ολοένα και περισσότερο σημάδι των καιρών...».
«...Έτσι λοιπόν –συμπεραίνει ο Κάουτσκι– η σοβιετική οργάνωση είναι από τα πιο σπουδαία φαινόμενα της εποχής μας. Υπόσχεται να αποκτήσει πρωταρχική, σπουδαιότητα στις μεγάλες αποφασιστικές μάχες που μας περιμένουν ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία.
Έχουμε όμως το δικαίωμα να ζητήσουμε ακόμη περισσότερα από τα Σοβιέτ; Οι μπολσεβίκοι που μετά την επανάσταση του Οχτώβρη 1917 κατακτήσανε, μαζί με τους σοσιαλ-επαναστάτες της αριστεράς, την πλειοψηφία στα Σοβιέτ των εργατικών αντιπροσώπων, βάλθηκαν μετά τη διάλυση της Συντακτικής Συνέλευσης να μεταβάλουνε τα Σοβιέτ από ταξική οργάνωση μάχης, που είτανε ως τότε, σε κρατική οργάνωση.
Εκμηδενίσανε τη δημοκρατία που είχε κατακτήσει ο ρωσικός λαός με την επανάσταση του Φλεβάρη. Από τότε οι μπολσεβίκοι πάψανε να λέγονται σοσιαλδημοκράτες, για να αυτοτιτλοφορηθούν κομμουνιστές». (σ. 33, υπογραμμισμένο απ’ τον Κάουτσκι).
Φτάνει να γνωρίζει κανείς τη μενσεβίκικη ρωσική φιλολογία για να καταλάβει αμέσως με πόση δουλικότητα ο Κάουτσκι αντιγράφει τους Μάρτοφ, Άξελροντ, Στάϊν και Σία. «Με δουλικότητα» είναι η λέξη που χρειάζεται, γιατί ο Κάουτσκι παραμορφώνει με χοντροκομένο τρόπο τα γεγονότα, για να κολακέψει τις μενσεβίκικες προκαταλήψεις. Ο Κάουτσκι δε φρόντισε καθόλου να μάθει λ.χ. από τους πληροφορητές του, όπως οι Στάϊν του Βερολίνου η οι Άξελροντ της Στοκχόλμης, σε ποια στιγμή ανακινήθηκε το ζήτημα της αλλαγής του ονόματος από μπολσεβίκοι σε κομμουνιστές και για το ρόλο των Σοβιέτ σαν κρατική οργάνωση. Αν είχε πάρει την απλή αυτή πληροφορία, ο Κάουτσκι δε θάγραφε αυτές τις γραμμές που τον κάνουν γελοίο γιατί τα δυο αυτά ζητήματα ανακινήθηκαν από τους μπολσεβίκους τον Απρίλη του 1917, ιδιαίτερα με τις «Θέσεις» μου της 4 Απρίλη 1917, δηλαδή πολύ πριν από την επανάσταση του Οκτώβρη 1917 (και πολύ πριν από τη διάλυση της Συντακτικής στις 5 Γενάρη 1918).
Ο συλλογισμός του Κάουτσκι που αναδημοσίεψα στο ακέραιο, αποτελεί τον κόμπο σ’ ολόκληρο το πρόβλημα των Σοβιέτ. Το πρόβλημα είναι πραγματικά αυτό: ή τα Σοβιέτ πρέπει να προσπαθήσουν να γίνουν κρατικές οργανώσεις (από τον Απρίλη τoυ 1917, οι μπολσεβίκοι είχανε ρίξει το σύνθημα: «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» και στη συνδιάσκεψη του κόμματος, πάντα τον Απρίλη του 1917, διακήρυξαν πως μια αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία δεν μπορούσε να τους ικανοποιήσει και πως ζητούσαν μια δημοκρατία των εργατών και των χωρικών πάνω στον τύπο της Κομμούνας ή των Σοβιέτ), ή δεν πρέπει τα Σοβιέτ να ζητήσουν να πάρουν την εξουσία, δεν πρέπει να προσπαθήσουν να γίνουν κρατικές οργανώσεις αλλά πρέπει να μείνουν «οι ταξικές οργανώσεις μάχης», όπως εκφραζότανε ο Μάρτοφ, σκεπάζοντας κάτω από την απατηλή επιφάνεια της αθώας αυτής επιθυμίας το γεγονός πως τα Σοβιέτ, κάτω από τη μενσεβίκικη διεύθυνση, δεν είταν παρά ένα όργανο υποταγής των εργατών στην αστική τάξη.
Ο Κάουτσκι επανέλαβε δουλικά τα λόγια του Μάρτοφ, παίρνοντας αποσπάσματα από τη θεωρητική διαμάχη ανάμεσα στους μπολσεβίκους και τους μενσεβίκους και μεταφέροντάς τα άκριτα και δίχως ανάλυση στο γενικό φιλοσοφικό πεδίο. Και βγήκε απ’ αυτό ένας κυκεώνας, που θα προκαλούσε σε κάθε συνειδητό Ρώσο εργάτη, φτάνει να γνώριζε τους συλλογισμούς αυτούς του Κάουτσκι, ομηρικά γέλια.
Οι εργάτες της Ευρώπης (έξω από μια χούφτα αρτηριοσκληρωμένους σοσιαλ-ιμπεριαλιστές) θα υποδεχτούνε τον Κάουτσκι με τα ίδια χάχανα, όταν τους εξηγήσουμε για τί πρόκειται.
Επαναλαμβάνοντας το λάθος του Μάρτοφ και σπρώχνοντάς το ως τον καθαρότερο παραλογισμό, ο Κάουτσκι πρόσφερε στο Μάρτοφ την υπηρεσία της αρκούδας του μύθου. Δείτε καλύτερα πως γίνεται σ’ αυτόν.
Τα Σοβιέτ αγκαλιάζουν όλους τους μισθωτούς εργάτες.
Ενάντια ατό χρηματιστικό κεφάλαιο, οι παλιές μέθοδες οικονομικής και πολιτικής πάλης του προλεταριάτου είναι ανεπαρκείς. Τα Σοβιέτ καλούνται να παίξουν τεράστιο ρόλο κι όχι μονάχα στη Ρωσία. Στις μεγάλες αποφασιστικές μάχες που θα δοθούν στην Ευρώπη ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία θα παίξουν κεφαλαιώδη ρόλο. Ο Κάουτσκι μιλάει.
Πολύ καλά. «Οι αποφασιστικές μάχες ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία» δε θα λύσουν το ζήτημα ποια τάξη θα καταλάβει την εξουσία;
Κάθε άλλο. Θεός φυλάξοι!
Στις «αποφασιστικές» μάχες, αυτές οι ενώσεις που αγκαλιάζουν όλους τους μισθωτούς εργάτες δεν πρέπει να γίνουνε κρατικές οργανώσεις!
Και τί είναι κράτος;
Κράτος δεν είναι άλλο από μια μηχανή για να τσακίζει η μια τάξη την άλλη.
Έτσι η καταπιεζόμενη τάξη, η πρωτοπορία όλων των εργατών κι όλων των εκμεταλλευομένων στη σημερινή κοινωνία, πρέπει να αποβλέπει στις «αποφασιστικές μάχες ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία», αλλά δεν πρέπει ν’ αγγίξει τη μηχανή, το όργανο που μεταχειρίζεται το κεφάλαιο για να καταπιέζει την εργασία! Δεν πρέπει να βάλει σε κίνηση την οργάνωση που αγκαλιάζει όλα τα μέλη της, για να τσακίσει τους εκμεταλλευτές!
Τέλεια, θαυμάσια, κύριε Κάουτσκι! Αναγνωρίζουμε «και μεις» την πάλη των τάξεων, όπως την αναγνωρίζουν όλοι οι φιλελεύθεροι, δηλαδή χωρίς ανατροπή της αστικής τάξης!...
Εδώ πια γίνεται ολοφάνερη η ολοκληρωτική ρήξη του Κάουτσκι με το μαρξισμό και το σοσιαλισμό. Δε μπορείς καλύτερα να πάρεις το μέρος της αστικής τάξης, που όλα είναι έτοιμη να τα δεχτεί, έξω από τη μεταβολή των οργανώσεων της καταπιεζόμενης τάξης από την ίδια την τάξη σε οργανώσεις κρατικές. Ο Κάουτσκι είναι πια χαμένος, αδύνατο στο εξής να συμβιβάζει τα πράγματα και να λύνει με φράσεις όλες τις βαθιές αντιφάσεις.
Ή λοιπόν ο Κάουτσκι αντιτίθεται στο να περάσει η κρατική εξουσία στα χέρια της εργατικής τάξης ή δέχεται να πάρει η εργατική τάξη την παλιά αστική κρατική μηχανή, αλλά χωρίς να μπορεί με κανέναν τρόπο να την συντρίψει, να την καταστρέψει και να την αντικατάστησε με μια καινούργια μηχανή, την προλεταριακή.
Ας «εξηγήσει» κανείς και ας «ερμηνέψει» το συλλογισμό του Κάουτσκι όπως θέλει, όμως και στις δυο περιπτώσεις η ρήξη του με το μαρξισμό και το πέρασμα του στο στρατόπεδο της αστικής τάξης είναι φανερή.
Ο Μαρξ έγραφε κιόλας στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», δείχνοντας τί κράτος χρειάζεται στη νικηφόρα εργατική τάξη: «Το κράτος, δηλαδή το προλεταριάτο οργανωμένο σε κυρίαρχη τάξη». Και να ένας άνθρωπος που θέλει να παραμένει μαρξιστής και που διακηρύχνει πως το προλεταριάτο οργανωμένο στο σύνολό του και διεξάγοντας την «αποφασιστική πάλη» ενάντια στο κεφάλαιο, δεν πρέπει να κάνει την ταξική οργάνωσή του οργάνωση κρατική. «Δεισιδαιμονική πίστη στο κράτος», που ο Έγκελς έγραφε γι’ αυτή στα 1891 ότι «είχε κατακτήσει στη Γερμανία τη συνείδηση της αστικής τάξης κ’ ενός μεγάλου αριθμού εργατών», νά τι μας παρουσιάζει εδώ ο Κάουτσκι. Χτυπάτε εργάτες, ο φιλισταίος μάς το «επιτρέπει» (ο αστός το «επιτρέπει» κι’ αυτός από τη στιγμή που, θέλοντας και μη, οι εργάτες ρίχτηκαν στην πάλη και δεν του μένει άλλο παρά πώς να βρει τον τρόπο να στομώσει την κόψη της ρομφαίας τους), χτυπάτε, αλλά σας είναι απαγορευμένο να νικήσετε: Μην καταστρέφετε την κρατική μηχανή της αστικής τάξης, μην ορθώσετε στη θέση της αστικής «κρατικής οργάνωσης» την προλεταριακή «κρατική οργάνωση».
Όποιος συμμερίζεται στα σοβαρά την ιδέα του Μαρξ πως το κράτος δεν είναι τίποτ’ άλλο από μια μηχανή για να καταπιέζει η μια τάξη την άλλη, όποιος και λιγάκι έχει εμβαθύνει σ' αυτή την αλήθεια, δε θα φτάσει ποτέ στον παραλογισμό να πει, ότι οι προλεταριακές οργανώσεις, ικανές να νικήσουν το χρηματιστικό κεφάλαιο, δεν πρέπει να μεταβληθούν σε κρατικές οργανώσεις. Εδώ ίσα - ίσα φαίνεται ο μικροαστός, που γι’ αυτόν το κράτος μένει «ακόμα και τότε» μια ουσία έξω ή πάνω απ’ τις τάξεις. Πραγματικά πώς θα επιτρεπότανε στο προλεταριάτο, σε «μια μόνη τάξη», να διεξάγει μιαν αποφασιστική πάλη με το κεφάλαιο, που ασκεί την κυριαρχία του όχι μονάχα πάνω στο προλεταριάτο, αλλά και πάνω σ’ ολόκληρο το λαό, σ’ ολόκληρη τη μικροαστική τάξη και σ’ ολόκληρη την αγροτική τάξη, και δε θα επιτρεπότανε σ’ αυτή την «τάξη» να μεταβάλει την οργάνωσή της σε κρατική οργάνωση, αν δε φοβότανε ο μικροαστός τον ταξικό πόλεμο κι αν δε φοβότανε να τον φέρει ως το τέρμα, ως την άκρη;
Ο Κάουτσκι πιάστηκε στα πράσα, πρόδωσε την αληθινή του φυσιογνωμία. Κοιτάξτε, ο ίδιος τ’ ομολογεί πως η Ευρώπη τραβάει για αποφασιστικές μάχες ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία και πως είναι ατελεσφόρητες και ανεπαρκείς οι παλιές μέθοδες οικονομικής και πολιτικής πάλης του προλεταριάτου.Μα οι μέθοδες αυτές βρισκόντανε ίσα - ίσα στη χρησιμοποίηση της αστικής δημοκρατίας. Κατά συνέπεια;...
Ο Κάουτσκι δεν τόλμησε να προχωρήσει στη λογική αυτή συνέπεια.
...Κατά συνέπεια πρέπει νάσαι αντιδραστικός, εχθρός της εργατικής τάξης, μισθοφόρος της αστικής τάξης, για να εξυμνείς τώρα τα κάλλη της αστικής δημοκρατίας και να φλυαρείς για την καθαρή δημοκρατία, ατενίζοντας ένα παρελθόν που πέρασε για πάντα. Η αστική δημοκρατία στάθηκε μια πρόοδο σε σχέση με το μεσαίωνα κ’ έπρεπε να επωφεληθεί κανείς απ’ αυτή. Μα σήμερα αυτή είναι ανεπαρκής για την εργατική τάξη. Δεν πρέπει να κοιτάμε πίσω, αλλά μπροστά για να αντικαταστήσουμε την αστική δημοκρατία με την προλεταριακή δημοκρατία. Κι αν η προπαρασκευαστική εργασία για την προλεταριακή επανάσταση, η εκπαίδευση και ο σχηματισμός του προλεταριακού στρατού, στάθηκαν δυνατά (και αναγκαία) μέσα στα πλαίσια του αστικοδημοκρατικού κράτους, να κλείσουμε το προλεταριάτο μέσα σ’ αυτά το πλαίσια τη στιγμή που φτάσαμε στις «αποφασιστικές μάχες», είναι σα να προδίνουμε την προλεταριακή υπόθεση, είναι σα να καταντάμε αποστάτες.
Ο Κάουτσκι κατάντησε αρχιγελοίος επαναλαμβάνοντας το επιχείρημα του Μάρτοφ, χωρίς να παρατηρήσει ότι το επιχείρημα αυτό του Μάρτοφ στηρίζεται σ’ ένα άλλο επιχείρημα, που δεν υπάρχει στον Κάουτσκι: Ο Μάρτοφ λέει και ο Κάουτσκι επαναλαμβάνει το κατόπι του, πως η Ρωσία δεν είναι ακόμα ώριμη για το σοσιαλισμό, απ’ όπου βγαίνει λογικά πως είναι ακόμα πάρα πολύ νωρίς να μετατρέψουμε τα Σοβιέτ από όργανα μάχης σε κρατικές οργανώσεις (διαβάστε: είναι ευκαιρία να μετατρέψουμε τα Σοβιέτ, με τη βοήθεια των μενσεβίκων αρχηγών, σε όργανα υποταγής των εργατών στην ιμπεριαλιστική αστική τάξη). Αλλά ο Κάουτσκι δε μπορεί να πει καθαρά πως η Ευρώπη δεν είναι ώριμη για το σοσιαλισμό. Στα 1909, προτού γίνει αποστάτης, ο Κάουτσκι έγραφε πως δεν πρέπει να φοβόμαστε από μια πρόωρη επανάσταση, πως θάτανε προδοσία να αρνηθούμε την επανάσταση από το φόβο της ήττας. Ο Κάουτσκι δεν τολμάει να ανασκευάσει ανοιχτά τον εαυτό του. Κι απ’ αυτό βγαίνει μια ασυναρτησία που ξεσκεπάζει όλη τη μωρία και τη δειλία του μικροαστού. Έτσι από το ένα μέρος, η Ευρώπη είναι ώριμη για το σοσιαλισμό και οδεύει προς τις αποφασιστικές μάχες της εργασίας εναντίον του κεφαλαίου· από το άλλο μέρος απαγορεύεται να μετατραπεί το όργανο μάχης(δηλαδή που σχηματίζεται, αναπτύσσεται και δυναμώνει μέσα στην πάλη), η οργάνωση του προλεταριάτου, η πρωτοπορία, ο οργανωτής και ο αρχηγός των καταπιεζομένων, σε κρατική οργάνωση!
* * *
Η ιδέα πως τα Σοβιέτ είναι αναγκαία σαν οργάνωση μάχης, μα δεν πρέπει να μετατραπούν σε κρατική οργάνωση, από πολιτική και πρακτική άποψη είναι ακόμα πιο παράλογη, παρά από θεωρητική άποψη.Ακόμα και σε ειρηνική περίοδο, όταν η κατάσταση δεν είναι επαναστατική, η μαζική πάλη των εργατών ενάντια στους καπιταλιστές, λ.χ. η γενική απεργία, προκαλεί κι απ’ τα δυο μέρη μια άγρια λύσσα, ένα ασυγκράτητο πολεμικό μένος, η μπουρζουαζία δεν παύει να λέει και να ξαναλέει πως μένει και εννοεί να μείνει νοικοκυρά στο σπίτι της κτλ. Ακόμα πιο πολύ μέσα στην επανάσταση, όταν η πολιτική ζωή φτάνει στο κορύφωμά της, μια οργάνωση σαν τα Σοβιέτ, που αγκαλιάζει όλους τους εργάτες, όλους τους βιομηχανικούς κλάδους κ’ ύστερα όλους τους στρατιώτες και όλο το φτωχό και εργαζόμενο πληθυσμό της υπαίθρου, οδηγείται από μόνη της, από την ίδια την πορεία της πάλης, από την «απλή λογική» της δράσης και της αντίδρασης, να θέσει το ζήτημα θαρραλέα. Να προσπαθήσεις να κρατήσεις ουδέτερη στάση, να «συμφιλιώσεις» το προλεταριάτο με την αστική τάξη, αυτό είναι μωρία καταδικασμένη από τα πριν σε αξιοθρήνητη αποτυχία. Αυτή την τύχη είχαν στη Ρωσία τα κηρύγματα: του Μάρτοφ και των άλλων μενσεβίκων: και το ίδιο θα γίνει αναγκαστικά και στη Γερμανία και στις άλλες χώρες, όσο λίγο κι αν αναπτύσσονται, ενοποιούνται και ενισχύονται τα Σοβιέτ. Να πούμε στα Σοβιέτ: «Παλέψτε, αλλά να μην πάρετε στα χέρια σας όλη την κρατική εξουσία, να μη γίνετε κρατικές οργανώσεις», αυτό είναι σα να κηρύχνουμε τη συνεργασία των τάξεων και την «κοινωνική ειρήνη» ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αστική τάξη. Είναι γελοίο ακόμα και να σκέφτεται κανένας, πως μια τέτοια θέση μέσα σε μια λυσσασμένη πάλη μπορεί να καταλήξει άλλου, έξω από μιαν επαίσχυντη χρεοκοπία. Είναι η αιώνια μοίρα του Κάουτσκι, να είναι πάντα καθισμένος ανάμεσα σε δυο καρέκλες. Φαίνεται σα να μην έχει τίποτα κοινό με τους οπορτουνιστές στη θεωρία, ενώ στην πραγματικότητα, σ’ όλα τα ουσιαστικά ζητήματα, δηλαδή στο κάθε τι που σχετίζεται με την επανάσταση, είναι σύμφωνος μαζί τους στην πράξη.
πηγή: Lenin Reloaded
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου