Ας ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα την μάνα που σας γέννησε.

Ζοζέ Σαραμάγκου

27.9.11

"Το φάντασμα του κομμουνισμού διαλύθηκε την αυγή" 2





Β. Α. Βαζιούλιν
Ιστορία και κομμουνιστικό ιδανικό
(μέρος δεύτερο)



Η πορεία που έχει διανύσει η ανθρωπότητα στην ιστορία της — αν ληφθούν υπόψη το τυχαίο, οι παλινωδίες, οι παύσεις, οι διαφορετικές γραμμές της ανάπτυξης... — μπορεί να συγκριθεί με ένα δέντρο, με τον κορμό του, τα κλαδιά και τα φύλλα του. Αν διακρίνουμε όμως τη νομοτελειακή, τη βασική πορεία της ιστορίας, δηλαδή αν στρέψουμε την προσοχή μας στον «κορμό του δέντρου», τότε θα μπορούσε να παρομοιασθεί με σπείρα της έλικας, και η ανθρωπότητα βρίσκεται σήμερα κάπου κοντά στο τέλος αυτής της σπείρας. Συνήθως αυτή η σπείρα (στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα χαρακτηριστικά της) εξετάζεται μέσα από το πρίσμα: προταξική κοινωνία — ταξική κοινωνία — αταξική κοινωνία. Σε μια τέτοια προσέγγιση (η οποία — ειρήσθω εν παρόδω — σε λίγο - πολύ αναπτυγμένη μορφή δεν έχει πραγματοποιηθεί πουθενά), δίνεται έμφαση στην ταξική κοινωνία. Η τελευταία λειτουργεί σαν το σημείο αναφοράς, ενώ οι υπόλοιπες ορίζονται από τη σκοπιά της άρνησης: σαν μη ταξικές (προ- και μεταταξικές) κοινωνίες.
Πιστεύω ότι ωρίμασαν (είτε ωριμάζουν) ιστορικά οι συνθήκες για μια βαθύτερη κατανόηση αυτής της σπείρας της ελικοειδούς ανάπτυξης της ανθρώπινης ιστορίας.
Ας εξετάσουμε αυτή τη σπείρα ξεκινώντας από το χαρακτηρισμό της σχέσης των ανθρώπων προς τη φύση.
Η αφετηριακή σχέση έχει ανακύψει φυσικά. Πραγματοποιείται μια χρησιμοποίηση μέσων επενέργειας, δεδομένων από τη φύση, σε έτοιμη μορφή. Σ' αυτό το τμήμα της έλικας της ιστορίας, η φύση δρα μόνη της, αυτενεργεί, λαμβάνει χώρα κατ' εξοχήν μια κατανάλωση αποτελεσμάτων της αυτενέργειας της φύσης. Αυτή η σχέση προς τη φύση δεσπόζει κατά την περίοδο στην οποία δεσπόζει η συλλεκτική οικονομία. Συλλογή είναι η άγρα, ο προσπορισμός, η χρησιμοποίηση έτοιμων αντικειμένων της φύσης, έστω και αν πραγματοποιείται με τη βοήθεια δημιουργημένων μέσων επενέργειας.
Τα δημιουργημένα μέσα επενέργειας εμφανίζονται, εννοείται, με την εμφάνιση του ανθρώπου ως βιολογικού όντος (σχηματίζοντας μια σημαντικότατη «πλευρά» της ανθρωποκοινωνιογένεσης). Κατακτούν όμως για πρώτη φορά την υλική ζωή της κοινωνίας με τη μετάβαση από την οικειοποιούμενη (με τη συλλογή και το κυνήγι) οικονομία στηνπαράγουσα. Θα χρειαστεί ωστόσο να περάσουν πάρα πολλοί αιώνες μέσα στους οποίους εκτυλίσσεται η διαδικασία διαμόρφωσης του αποφασιστικού ρόλου των τεχνητών, των δημιουργημένων από τους ανθρώπους μέσων επενέργειας. Εδώ δεν πρόκειται να απαριθμήσω και να χαρακτηρίσω τα στάδια αυτής της διαδικασίας, θα αναφέρω μόνο ότι μέχρι τον καπιταλισμό το βασικό μέσο παραγωγής παρέμενε η γη, δηλαδή ένα μέσο παραγωγής δεδομένο κατ' εξοχήν σεέτοιμη μορφή. Κυρίαρχο ρόλο έπαιξαν εδώ η κτηνοτροφία και η γεωργία. Παρ' όλα αυτά, αν και οι άνθρωποι πέρασαν από την άγρα στην καλλιέργεια φυτών και στην εκτροφή ζώων, ωστόσο θα έλεγε κανείς ότι στην «κατεργασία» τους εξακολουθούσαν να έχουν να κάνουν με αντικείμενα τα οποία ουσι­αστικά περνούσαν στη διάθεση τους ως δώρο της φύσης. Η «επεξεργασία» των αντικειμένων της φύσης γενικά και συνολικά παραμένει επιφανειακή. Συνεπώς, η ανθρωπότητα προς το παρόν γενικά και συνολικά μετασχηματίζει τη φύση εξωτερικά.
Με το σχηματισμό της μεγάλης βιομηχανίας αρχίζουν να δεσπόζουν στην πα­ραγωγή τα τεχνητά μέσα παραγωγής. Αυτό σημαίνει ότι μέσα στη μετασχηματι­στική σχέση των ανθρώπων προς τη φύση, όλο και σημαντικότερη, αποφασι­στικότερη σημασία για τη ζωή τους αποκτά η διείσδυση στην ουσία, στις ενδό­τερες συνάφειες των φυσικών διαδικασιών, των φυσικών μορφωμάτων.
Με τη μετάβαση από τους ανθρωποειδείς πιθήκους, τους προγόνους, προς τον άνθρωπο, οι διαμορφωνόμενοι άνθρωποι άρχισαν να χρησιμοποιούν αντικείμε­να της φύσης ως μέσα για την ικανοποίηση των αναγκών τους. Η συλλογή υλικού για την παραγωγή μέσων εργασίας και η ίδια η παραγωγή μέσων εργασί­ας ήταν κυρίως έργο βαρύ, κοπιαστικό. Αυτό είναι σαφές. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι σε πολλές γλώσσες οι λέξεις με τις οποίες επισημαίνεται η εργασία είναι συγγενείς, ετυμολογικά, με λέξεις που επισημαίνουν κόπο, μόχθο, δυσκο­λία*. Και όπως είναι φυσικό υπήρχε πάντοτε η τάση για τη διευκόλυνση της εργασίας. (Προς το παρόν κάνω αφαίρεση από την αποτελεσματικότητα της ερ­γασίας).
Σταδιακά γινόταν η μετάβαση από τα μέσα παραγωγικής επενέργειας στη φύ­ση, τα οποία ήταν δεδομένα από τη φύση σε έτοιμη μορφή, σε παραγωγικά μέ­σα επενέργειας, τα οποία απαιτούσαν άμεσες προσπάθειες του ανθρώπου για την παραγωγή και τη χρησιμοποίηση τους, σε αυτενεργά μέσα. Αυτό αποτελεί κατά κάποιο τρόπο επάνοδο στο αφετηριακό σημείο: στην αυτενέργεια (στο αφετηρι­ακό σημείο «αυτενεργεί» η παρθενική φύση), αλλά στην αυτενέργεια πλέον της τεχνητής φύσης.
Στο μεταξύ, με την πάροδο του χρόνου τα αυτενεργά, τα μέσα που ενεργούν αυτόματα, αρχίζουν από μόνα τους να παράγουν τον εαυτό τους. Τα αυτόματα αρχίζουν να δημιουργούν αυτόματα, πραγματοποιείται η αυτοαναπαραγωγήαυτε­νεργών μέσων επίδρασης πάνω στη φύση.
Αυτή η κατά κάποιο τρόπο επάνοδος στο αφετηριακό σημείο έγκειται στο γε­γονός ότι ο άνθρωπος αρχίζει και πάλι να έχει να κάνει με διαδικασίες δημιουρ­γίας αντικειμένων, ικανών να ικανοποιήσουν τις ανάγκες του οι οποίες (διαδικα­σίες) διεξάγονται σε σημαντικό βαθμό από μόνες τους, αυτόματα, χωρίς την άμεση εργασία. Ωστόσο δεν πρόκειται παρά μόνο για μια κατά κάποιο τρόπο επάνοδο, διότι: 1. Οι τελευταίες διαδικασίες κατάγονται από την εργασία και 2. στην κάθε δεδομένη στιγμή η αυτοματοποιημένη παραγωγή κατευθύνεται, σε τελ­ευταία ανάλυση, από την εργασία των ανθρώπων σύμφωνα με τις ανάγκες τους. Δηλαδή, η αυτοματοποιημένη παραγωγή παραμένει υποταγμένη στην εργασία, στους ανθρώπους, διατηρείται στη θέση του μέσου παραγωγικής επενέργειας των ανθρώπων στη φύση. Δεν πρόκειται πλέον για ένα μέσο που έχει προκύψει με φυσικό τρόπο, αλλά για ένα μέσο τεχνητό, δημιούργημα των ανθρώπων, το οποίο έχει σε σημαντικό βαθμό μετατραπεί σε αυτενεργό, σε αυτόματο. Στο βαθμό που έχει μετατραπεί σε αυτενεργό, γίνεται και ανεξάρτητο από τους ανθρώπους. Για την ακρίβεια, τα μέρη της αυτοματοποιημένης παραγωγής αποκτούν όλο και με­γαλύτερη σχετική αυτοτέλεια, αν και συνολικά η παραγωγή παραμένει υποταγμέ­νη στους ανθρώπους. Οι άνθρωποι αποκτούν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν κατά όλο και πιο ευέλικτο τρόπο για τους σκοπούς τους ολόκληρη την παραγω­γή στο σύνολο της και ως όλο.
Κάτι αντίστοιχο, αν και όχι πανομοιότυπο, συμβαίνει με το υλικό που υφίστα­ται την επίδραση. Αρχικά χρησιμοποιείται υλικό δεδομένο από τη φύση σε έτοιμη μορφή. Στη συνέχεια, υλικό το οποίο προκαταβολικά επεξεργάζεται μέσα στη διαδικασία της εργασίας, ωστόσο εξακολουθεί να διατηρεί τις βασικές φυ­σικές ιδιότητες, τις οποίες διέθετε και πριν από την επεξεργασία. Στο τελικό τμήμα αυτής της σπείρας της έλικας δημιουργούνται τεχνητά υλικά με προκαθο­ρισμένες ιδιότητες.
Συνεπώς, από τη μια πλευρά ο άνθρωπος διαθέτει δεδομένο από τη φύση υλικό, χρησιμοποιεί τις φυσικές νομοτέλειες. Από την άλλη πλευρά δεν προσαρμόζεται απλώς στο φυσικό υλικό, αλλά θέτει συνειδητά το καθήκον, το ζητούμενο (να δη­μιουργήσει υλικό με τις ιδιότητες που χρειάζονται στον άνθρωπο) και παράγει τέτοιο υλικό.
Η αλλαγή της σχέσης προς το υλικό καθορίζεται πρώτα απ' όλα από την ανάπτυξη των μέσων εργασίας.
Όλη η ιστορία που έχει διανύσει η ανθρωπότητα είναι η ιστορία της υπερο­χής της μηχανικής παραγωγής, η ιστορία της χρησιμοποίησης κατ' εξοχήν (όμως κάθε άλλο παρά αποκλειστικά) της μηχανικής μορφής κίνησης, αν και από τα πρώτα κιόλας στάδια αρχίζουν να χρησιμοποιούνται και άλλες μορφές κίνη­σης της ύλης (αυτό μαρτυρεί π.χ. η φωτιά). Η υπεροχή της χρησιμοποίησης της μηχανικής παραγωγής φέρει τη σφραγίδα της προέλευσης του ανθρώπου από τον ζωικό κόσμο (το χέρι αποτελεί όργανο μηχανικής μετατόπισης). Η εργασία με όλα τα συστατικά της διαμορφωνόταν κατά τη χρησιμοποίηση κατ' εξοχήν της μηχανικής μορφής κίνησης. Ως προς την ουσία της, η χειρωνακτική εργασία έχει προσαρμοστεί στη μηχανική δραστηριότητα. Με βάση τις ήδη υπάρχουσες τάσεις μπορεί να πει κανείς ότι στο μέλλον όλο και μεγαλύτερο ρόλο θα αποκτά ο μετασχηματισμός διαδικασιών (στη μηχανική παραγωγή μετασχηματίζονται κυρίως πράγματα), ότι ολοένα και μεγαλύτερη σημασία θα αποκτούν οι παρα­γωγές που βασίζονται στη χρησιμοποίηση πιο αναπτυγμένων από τη μηχανική μορφών κίνησης. Σε τελική ανάλυση η παραγωγή, κατά τη γνώμη μου, θα κατα­στεί κατ' εξοχήν βιολογική. Η βιοτεχνολογία ήδη συνιστά έναν από τους τομείς της επιστήμης και της παραγωγής με τις μεγαλύτερες προοπτικές. Η μετάβαση όμως στη βιο-παραγωγή θα σημάνει την κατοχή από τους ανθρώπους της ουσί­ας ολόκληρου του έμβιου κόσμου και του ανθρώπου ως βιολογικού όντος. Μα­ζί μ' αυτό ανακύπτουν και αναπτύσσονται δύο αντίθετες δυνατότητες: 1. Η δυνα­τότητα κατάκτησης των βιολογικών νομοτελειών (αναφορικά με τον άνθρωπο — για την εξάλειψη των ασθενειών, για την παράταση της ζωής του ανθρώπου, για την εναρμόνιση του ως βιολογικού όντος) και ταυτόχρονα 2. η δυνατότητα φθο­ράς του ανθρώπου, ολόκληρης της ανθρωπότητας ως συνόλου βιολογικών όντων.


Η παρέμβαση στη βιολογική φύση του ανθρώπου ενέχει τον κίνδυνο να αποκτή­σει οριακά το χαρακτήρα αυτοκτονίας για την ανθρωπότητα. Εδώ παρατηρούμε άλλη μια σπείρα της έλικας: από τη «δημιουργία» του ανθρώπου (ως βιολογικού όντος) από τη φύση στη, βιολογική αυτοδημιουργία (που συνοδεύεται από την ικανότητα για αυτοκαταστροφή) του ανθρώπου από τον ίδιο τον άνθρωπο.
Σ' όλη τη διάρκεια αυτής της σπείρας της έλικας της ιστορίας, μεταβάλλεται ουσιαστικά η αλληλεπίδραση της ανθρωπότητας με τη φύση και από άλλες πλευρές της. Αφετηριακή αλληλεπίδραση (που προσιδιάζει και στα ζώα) με τη φύση είναι η κατ' εξοχήν προσαρμογή στη φύση. Με το σχηματισμό των αν­θρώπων εμφανίζεται, ως σταθερή διαδικασία, η διαδικασία μετασχηματισμού της φύσης, κατά την οποία η φύση προβάλλει ως μέσο για την ικανοποίηση των αναγκών του ανθρώπου. Κατά τη διάρκεια των πρώτων φάσεων εμφάνισης της ανθρωπότητας, ο άνθρωπος αγωνίζεται για τη βιολογική επιβίωση. Αρχικά, γενι­κά και στο σύνολο της, η αποδοτικότητα της δραστηριότητας των ανθρώπων για την εξασφάλιση της ζωής τους ταλαντεύεται κοντά στο ελάχιστο. Δηλαδή, η τα­λάντωση εκτείνεται κοντά σε δείκτες οι οποίοι είναι οι ελάχιστοι απαραίτητοι όροι για τη διατήρηση εν ζωή του ανθρώπινου γένους. Αυτό εκδηλώνεται μεταξύ άλλων και με το γεγονός ότι ο πληθυσμός της γης σ' αυτή τη φάση της ιστορί­ας αναπτύσσεται με εξαιρετικά βραδείς ρυθμούς (αυτό μαρτυρεί και η χαμηλή διάρκεια ζωής).
Ολόκληρη η περίοδος διαμόρφωσης της ανθρωπότητας από αυτή την άποψη (από την άποψη της δυνατότητας ικανοποίησης των αναγκών) αρχίζει από τη χρονική στιγμή κατά την οποία το ανθρώπινο γένος απέκτησε την ικανότητα να προσπορίζεται και να παράγει μέσα για την ύπαρξη του, τα οποία σε κάποιο βαθμό υπερβαίνουν το ελάχιστο που αναφέραμε. Όμως η ανθρωπότητα δεν έχει ακόμα κατακτήσει μια παραγωγή η οποία καθιστά δυνατή την ικανοποίηση του βέλτιστου των βιολογικών αναγκών (διατροφής, ένδυσης, υπόδησης, κατοικίας, βιολογικά βέλτιστων συνθηκών εργασίας κλπ.).
Σε όλη τη διάρκεια διαμόρφωσης της ανθρωπότητας διατηρείται (αν και σε διαφορετικό βαθμό) η πάλη των ανθρώπων για την επιβίωση τόσο μεταξύ τους, όσο και με τη φύση. Προς το παρόν θα σταθώ στην τελευταία. Η σχέση προς τη φύση, η μετασχηματιστική επενέργεια σε αυτήν προβάλλει, κατά την περίοδο διαμόρφωσης της ανθρωπότητας, κατ' εξοχήν ως αγώνας με ένα αμείλικτο απει­λητικό αντίπαλο. Γι' αυτό σε πρώτο πλάνο προβάλλει η καθυπόταξη της φύσης από τον άνθρωπο, η κυριαρχία του ανθρώπου επάνω στη φύση, η αρπακτική σχέ­ση προς τη φύση (αρπαγή πάση θυσία). Στην αρχή όμως η επενέργεια της αν­θρωπότητας στη· φύση μπορεί να συγκριθεί ως προς την κλίμακα και το βάθος της επίδρασης, με αυτή των ζώων στο περιβάλλον. Η αλήθεια είναι ότι εξυπαρχής οι άνθρωποι, σε αντιδιαστολή με τα ζώα, επενεργούν στη φύση κατ' εξοχήν με τη βοήθεια παραγωγικών εργαλείων. Και στις απαρχές — περίπου στην περί­οδο κατά την οποία η ικανοποίηση των-αναγκών του ανθρώπινου γένους κυ­μαίνεται γύρω στο ελάχιστο — οι άνθρωποι εξακολουθούν κυρίως να προσαρμό­ζονται σ' αυτήν. Οι άνθρωποι δεν έχουν επίγνωση ούτε των φυσικών, ούτε των κοινωνικών συνεπειών της επενέργειας τους (ως ανθρωπότητας, ως ανθρώπινου γένους) στη φύση. Αυτή η κατάσταση εξακολουθεί να διατηρείται, αν και σε χαμηλότερο βαθμό, και κατά την περίοδο διαμόρφωσης της ανθρωπότητας.


Κατ' αυτό τον τρόπο, η σχέση των ανθρώπων προς τη φύση, τόσο κατά την περίοδο εμφάνισης, όσο και κατά την περίοδο διαμόρφωσης της ανθρωπότητας, από τη μια πλευρά, αντιπαρατίθεται σε αυτή των ζώων (ως μετασχηματίζουσα), ενώ από την άλλη πλευρά παραμένει ζωώδης (αρπακτική, χωρίς να λογαριάζει τις συνέπειες της επενέργειας στη φύση).
Στο βαθμό που εμβαθύνει και διευρύνεται η μετασχηματιστική επενέργεια, η κλίμακα και το βάθος της επενέργειας των ανθρώπων στη φύση, αρχίζει ολοένα και περισσότερο να διαφοροποιείται από αυτή των ζώων. Σταδιακά οι άνθρωποι αρχίζουν να προβλέπουν τις όλο και βαθύτερες και απώτερες συνέπειες της επε­νέργειας τους στη φύση. Και ταυτόχρονα εμβαθύνει και διευρύνεται η αρπακτική σχέση προς τη φύση, η υποταγή της φύσης στον άνθρωπο. Η επενέργεια αυτή ως προς το βάθος και την κλίμακα της καθίσταται τελικά τόσο σημαντική, ώστε καταλαμβάνει ολόκληρο το φυσικό περιβάλλον στο οποίο διαμορφώθηκε η αν­θρωπότητα, δηλαδή ολόκληρη τη Γη, όλη την επιφάνεια και το υπέδαφος της. Και μάλιστα την καταλαμβάνει σε τόσο βάθος ώστε το τεχνητά δημιουργούμενο περιβάλλον αρχίζει να διαπερνά ολόκληρο το κατοικήσιμο περιβάλλον. Μ' άλλα λόγια, σε μια ευρύτερη και βαθύτερη διατύπωση, η δημιουργημένη με αρπακτικό τρόπο «τεχνητή φύση» αρχίζει να διαπερνά ολόκληρη τη «φυσική φύση». Η ανθρωπότητα αποκτά δυο αντίθετες δυνατότητες: από τη μια πλευρά, τη δυνατό­τητα μετασχηματισμού όλων των γήινων συνθηκών ύπαρξης της σύμφωνα με τις ανάγκες της· από την άλλη, τη δυνατότητα ολοσχερούς καταστροφής της Γης, είτε με πόλεμο, είτε ειρηνικά. Αυτές οι κολοσσιαίες δημιουργικές και ταυτόχρο­να αυτοκαταστροφικές δυνατότητες της ανθρωπότητας τη θέτουν ενώπιον του διλήμματος: είτε θα αποκτήσει συνειδητά τον έλεγχο και την κυριότητα των υπέρογκων δυνατοτήτων της και θα τις χρησιμοποιήσει για το καλό της ανθρω­πότητας ως όλου, είτε θα πεθάνει.
Σήμερα η κατακερματισμένη ανθρωπότητα, στην καλύτερη περίπτωση, είναι ικανή να εξουδετερώσει τις μεν ή τις δε άμεσες, είτε σε ασήμαντο βαθμό τις γενικές επιπτώσεις της αρπακτικής παραγωγικής δραστηριότητας της. Ωστόσο, στο βαθμό που διαμορφώνονται οι παγκόσμιοι παραγωγικοί δεσμοί και εμβαθύ­νει η παραγωγική επενέργεια, η καταστροφική επίδραση στον πλανήτη μας κα­θίσταται όλο και πιο βαθιά, σφαιρική και ολόπλευρη.
Μόνο η συνένωση της ανθρωπότητας και η συνειδητή ενοποιημένη παναν­θρώπινη ανάπτυξη, που θα είναι σχεδιοποιημένη στην κλίμακα της ανθρωπότη­τας, θα διανοίξει ριζικά νέες προοπτικές για την εξάλειψη των αρνητικών συνε­πειών της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η πορεία της ιστορίας, υπό την απειλή του θανάτου της ανθρωπότητας, ωθεί αναγκαστικά σε μια νέα σχέση προς τη φύση, σε μια σχέση η οποία θα αποτελεί κατά κάποιο τρόπο επάνοδο στο αφε­τηριακό σημείο. Σε ένα τέτοιο μετασχηματισμό της φύσης που θα συνιστούσε κατά κάποιο τρόπο προσαρμογή, κατά κάποιο τρόπο διατήρηση της φύσης σε παρθενική μορφή, δηλαδή σε ένα μετασχηματισμό που θα λάμβανε υπόψη τις απώτερες συνέπειες της επενέργειας στη φύση στο σύνολο τους.
Παρ’ όλα αυτά, η παραγωγή αυτή θα είναι τόσο σημαντική και βαθιά, ώστε με την πληρέστερη χρησιμοποίηση του λόγου, της επιστήμης, θα οδηγήσει στο μετασχηματισμό όλης της Γης (του εδάφους και του υπεδάφους της), και κατά συνέπεια, στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος της ανθρωπότητας, το οποίο δεν θα είναι πλέον φυσικό, αλλά τεχνητό. Η ανάπτυξη των δυνατοτήτων της ανθρωπό­τητας για τη δημιουργία τεχνητού περιβάλλοντος, η ανάπτυξη των δυνατοτήτων της αυτοματοποίησης και της δημιουργίας τεχνητών υλικών σημαίνουν ότι θα δημιουργηθούν προϋποθέσεις για την έξοδο της ανθρωπότητας από τα πλαίσια του φυσικού περιβάλλοντος της, για την υπέρβαση των. ορίων του αποκλειστικά γήινου πολιτισμού και τη μετάβαση στο διαστημικό, κοσμικό πολιτισμό. Η ανα­γκαιότητα αυτού του κοσμικού πολιτισμού υπαγορεύεται μεταξύ άλλων και από τα όρια των αποθεμάτων πρώτων υλών για την παραγωγή, χώρου για την ανά­πτυξη της παραγωγής και του πληθυσμού (πιστεύω ότι η δημιουργία αφθονίας υλικών αγαθών θα επιφέρει μια νέα δημογραφική έκρηξη).
Έτσι λοιπόν, ο πολιτισμός που έχει αναπτυχθεί στην ιστορία και εξακολου­θεί να αναπτύσσεται σήμερα συνιστά τη σπείρα της έλικας του γήινου πολιτι­σμού, τον οποίο ήδη έρχεται να αντικαταστήσει — καθίσταται πλέον αναγκαιό­τητα — ο κοσμικός πολιτισμός. Μια από τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη μετάβαση στον τελευταίο είναι η ενοποίηση της ανθρωπότητας. Χωρίς την ενο­ποίηση της, η ανθρωπότητα δεν θα μπορέσει ούτε να επιβιώσει, ούτε και να συγκεντρώσει τις δυνάμεις που είναι απαραίτητες για μια ευρεία προσπέλαση στο διάστημα (από σήμερα κιόλας μεγάλα διαστημικά προγράμματα μπορούν να πραγματοποιούνται είτε από τα ισχυρότερα κράτη, είτε από μερικά κράτη που συνενώνουν τις δυνάμεις τους).
Δεν είναι μόνο τα μέσα της παραγωγικής επενέργειας στη φύση και τα χρησι­μοποιούμενα στην παραγωγή υλικά που αναπτύσσονται ελικοειδώς, αλλά και και ο ίδιος ο άνθρωπος. Από την αρχή η εργασία αποτελεί τον καθοριστικό παράγο­ντα της εμφάνισης και της περαιτέρω ανάπτυξης της ανθρωπότητας. Όμως στην πρωτόγονη κοινωνία δεν υπερτερεί η παραγωγή αλλά η συλλογή, ο πορισμός έτοιμων αγαθών. Αντίστοιχα και οι άνθρωποι — από τη σκοπιά της δραστηριό­τητας που υπερτερεί — δεν είναι παραγωγοί αλλά «συλλέκτες». Αντίστοιχα οι «τεχνικές» και οι δεξιότητες τους είναι κατ' εξοχήν «τεχνικές» και δεξιότητες για τη χρησιμοποίηση μέσων επενέργειας (δημιουργημένων είτε παρμένων σε έτοιμη μορφή από τη φύση) μέσα στη διαδικασία της άγρας, της συλλογής, οι δε γνώσεις τους απορρέουν κατ' εξοχήν από την άμεση παρατήρηση. Εφ' όσον δε η συλλογή με τη βοήθεια μέσων επενέργειας, δεδομένων σε έτοιμη μορφή από τη φύση είτε δημιουργημένων από την εργασία, αποτελεί ανηρημένη ζωώδη σχέση προς τη φύση, στη συνείδηση των ανθρώπων υπερτερεί η συνειδητοποίηση της ζωώδους σχέσης προς τη φύση, δηλαδή η συνείδηση της ζωντανής συγκεκριμέ­νης συνάφειας με ό,τι τους περιβάλλει και των μεταξύ τους δεσμών. Με τη μετά­βαση στην υπεροχή της παραγωγής, στην παράγουσα οικονομία οι άνθρωποι καθίστανται κατ' εξοχήν παραγωγοί. Όμως στην παραγωγή για ένα παρατεταμέ­νο χρονικό διάστημα βασικά μέσα παραγωγής παραμένουν τα μέσα παραγωγής που έχουν προκύψει με φυσικό τρόπο: η γη και τα ζώα. Απ' εδώ απορρέει και η παρατεταμένη επικράτηση της άμεσης σχέσης προς τη φύση: ο ίδιος ο παραγωγός προβάλλει άμεσα είτε σε σημαντικό βαθμό ως φυσικό σώμα, ως δεδομένο από τη φύση μέσο παραγωγής, δηλαδή ο ίδιος ο παραγωγός στον ένα ή στον άλλο βαθμό δεν έχει ακόμα αποσπαστεί από τα μέσα παραγωγής, αποτελεί και ο ίδιος μέσο παραγωγής. Ο διαχωρισμός μέσων παραγωγής και παραγωγών, η διάκριση των παραγωγών από τα μέσα παραγωγής, πραγματοποιείται στο βαθμό της ανάπτυξης και διάδοσης των δημιουργημένων από την εργασία μέσων παρα­γωγής. Μεταξύ των δημιουργημένων από την εργασία μέσων παραγωγής αρχικά υπερτερούν τα μέσα εργασίας, τα οποία τίθενται σε λειτουργία από την ατομική εργασία.
Η διάδοση της χειρωνακτικής εργασίας (με, είτε χωρίς καταμερισμό εργασίας) αντιστοιχεί στην εναρκτήρια φάση διείσδυσης στην ουσία διαδικασιών και φαι­νομένων. Ωστόσο η διείσδυση αυτή συνειδητοποιείται με τη μορφή της μοναδι­κότητας, είτε της ιδιαιτερότητας, δηλαδή με μορφή που αντιφάσκει με την ου­σία. Στο βαθμό που καταβάλλονται προσπάθειες για τη γνώση της ουσίας σε καθαρή μορφή, η γνώση αυτή υπάρχει σαν εικασία, περιπλεγμένη με αρκετή δόση φαντασίας. Στη βάση της ανάπτυξης της χειρωνακτικής εργασίας, ανα­πτύσσεται σε τελευταία ανάλυση το χάσμα μεταξύ φυσικής και διανοητικής ερ­γασίας, καθώς και μεταξύ εμπειρικής και θεωρητικής γνώσης και μάλιστα παρα­γωγική σημασία έχει η εμπειρική και όχι η θεωρητική γνώση.
Με την ανάπτυξη της παραγωγής με μηχανές και τη μετατροπή της σε αποφα­σιστικό είδος της παραγωγής επικρατέστερη καθίσταται η μηχανική, η φυσική εργασία για τη χρησιμοποίηση των μηχανών. Ταυτόχρονα η τελειοποίηση, και περισσότερο η δημιουργία μηχανών απαιτεί, σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό, όχι μόνο εμπειρικές αλλά και θεωρητικές γνώσεις (η ίδια η εμπειρία σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό κατευθύνεται και μετατρέπεται σε πείραμα). Η θεωρητική και η πειραματική γνώση αποκτά άμεσα παραγωγική σημασία. Η μηχανική παραγω­γή προετοιμάζει το έδαφος για την κατάργηση του χάσματος μεταξύ φυσικής και διανοητικής εργασίας, μεταξύ εμπειρικής και θεωρητικής γνώσης, οδηγώντας το ως το ακραίο όριο του. Ωστόσο το έδαφος αυτό ετοιμάζεται πλήρως με την ανα­πτυγμένη αυτοματοποίηση, οπότε η εργασία για την ανάπτυξη της αυτοματοποι­ημένης παραγωγής και η γενική διεύθυνση αυτής της παραγωγής αρχίζουν να υπερτερούν έναντι της απλής χρησιμοποίησης μηχανών.
Με την ανάπτυξη της απλής μηχανικής παραγωγής και στη συνέχεια της αυ­τοματοποιημένης παραγωγής, αναπτύσσεται και ο κοινωνικός χαρακτήρας της ερ­γασίας.
Η ιστορική ανάπτυξη του χαρακτήρα της εργασίας διεξαγόταν με ελικοειδή μορφή. Αφετηριακό σημείο ήταν η εργασία που είχε συλλογικό χαρακτήρα, ο οποίος ανέκυψε με φυσικό τρόπο. Ο χαρακτήρας αυτός καθοριζόταν από την αναγκαιότητα επιβίωσης του ανθρώπινου γένους σε αντίξοες φυσικές συνθήκες, από το ανέφικτο της μοναχικής ζωής. Η εκδίωξη από την ομάδα, όταν μάλιστα ήταν αδύνατο να εισχωρήσει ο εξοστρακισμένος σε κάποια άλλη ομάδα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων σήμαινε θάνατο.
Στη συνέχεια αναπτύσσεται όλο και πιο πολύ η ατομική χειρωνακτική εργα­σία. Οι κεφαλαιοκρατικές παραγωγικές σχέσεις ανέκυψαν πρωταρχικά ακριβώς πάνω στη βάση της χειρωνακτικής εργασίας και οδήγησαν στη συνεργασία, στο συντονισμό αυτής της εργασίας. Μέσα στη διαδικασία της συνεργασίας και του καταμερισμού, είτε του επιμερισμού και της συνεργασίας της χειρωνακτικής ερ­γασίας πραγματοποιείται η μετάβαση στη μηχανική εργασία, Ακριβώς η μετά­βαση στην εργασία με μηχανές αποτέλεσε και το πέρασμα στον καθ' εαυτό κοι­νωνικό χαρακτήρα της εργασίας, δηλαδή πραγματοποιείται μια κατά κάποιο τρό­πο επάνοδος στο αφετηριακό σημείο: στην ενοποιημένη εργασία.
Η ανάπτυξη διάνυσε το δρόμο από τη διαδικασία λήψης αντικειμένων κατανά­λωσης, κατά την οποία διεξάγεται κατ' εξοχήν άμεση παρατήρηση, στη διείσ­δυση στην ουσία των χρησιμοποιούμενων διαδικασιών, στη διάκριση της ουσίας σε καθαρές μορφές, στη θεωρία και στην εμπειρία η οποία βασίζεται στη χρησι­μοποίηση της θεωρίας (στο πείραμα), στην επιστήμη ως παραγωγική δύναμη. Η χρησιμοποίηση της επιστήμης ως παραγωγικής δύναμης σημαίνει πλέον χρησι­μοποίηση της θεωρίας και του πειράματος ως κοινωνικού όλου στην πρακτική, στην παραγωγή, σημαίνει κίνηση από τη θεωρία στην πρακτική ως κοινωνικό φαινόμενο, δηλαδή στην επιστήμη και την πρακτική της κοινωνίας. Από τη δρα­στηριότητα για τη χρησιμοποίηση (με τη βοήθεια οργάνων του σώματος) κατ' εξοχήν δεδομένων από τη φύση μέσων παραγωγής, προς την επικράτηση της ερ­γασίας για τη χρησιμοποίηση δημιουργημένων μέσων παραγωγής και από αυτή στην επικράτηση της εργασίας για τη δημιουργία και χρησιμοποίηση αυτενερ­γών μέσων παραγωγής.
Με ελικοειδή τρόπο αναπτύσσονταν επίσης και οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώ­πων. Η ανάπτυξη προχώρησε από τους συλλογικούς δεσμούς φυσικής προέλευ­σης προς τη διάλυση αυτών των δεσμών, προς τη διάκριση των ανθρώπων από τις τέτοιου είδους ομάδες και τη διαμόρφωση δεσμών των μεμονωμένων ατόμων, ενοποιημένων από το γεγονός ότι όλοι οι υπόλοιποι προβάλλουν για το άτομο μόνο ως μέσο για την υποστήριξη της δικής του ύπαρξης και από αυτούς τους δεσμούς στους αυθεντικά κοινωνικούς δεσμούς των ανθρώπων ως προσωπικοτή­των. Εν τω μεταξύ, ενώ οι αφετηριακές ομάδες ήταν ολιγάριθμες και αποκομμέ­νες μεταξύ τους, στο τέλος αυτής της σπείρας της έλικας ομάδα θα είναι ολό­κληρη η ενοποιημένη ανθρωπότητα. Και ποια είναι η βάση αυτής της ανάπτυ­ξης; Η ανάπτυξη της παραγωγικής αμοιβαίας, σχέσης με τη φύση. Σχηματοποι­ώντας σχετικά τα πράγματα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι όσο κυριαρχούν στην παραγωγική αλληλεπίδραση με τη φύση μέσα παραγωγής τα οποία έχουν προκύ­ψει από τη φύση και στις μεταξύ των ανθρώπων σχέσεις κυριαρχούν οι φυσικής προέλευσης δεσμοί των ανθρώπων. Όταν όμως κυριαρχούν τα δημιουργημένα μέσα παραγωγής στην παραγωγική αλληλεπίδραση με τη φύση, μεταξύ των αν­θρώπων κυριαρχούν οι καθαυτό κοινωνικοί δεσμοί. Η γενική πορεία ανάπτυξης των δημιουργημένων μέσων παραγωγής οδηγεί από τα ατομικά μέσα τα οποία ενεργοποιούνται με τη χειρωνακτική εργασία, στα μέσα παραγωγής τα οποία έχουν καθαυτό κοινωνικό χαρακτήρα. Ο καθαυτό κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας με την εμφάνιση και ανάπτυξη της μηχανικής παραγωγής καθίσταται πλέον τεχνική αναγκαιότητα. Ο κοινωνικός χαρακτήρας της εργασίας είναι που οριοθετεί την ενοποίηση των ανθρώπων, την κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Ο βαθμός ανάπτυξης του οριοθετεί σε τελευταία ανάλυση και το βαθμό της πραγματικής (σ' αντιδιαστολή με την τυπική) κοινωνικοποίησης. Η ανάπτυξη των σχέσεων παραγωγής, πάνω στη βάση και στην ενότητα της με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων προχωρά: από την ιδιοκτησία των γενών, των φυλών και της κοινότητας προς την ιδιωτική ιδιοκτησία (ας σημειώσουμε ότι η ιδιωτική ιδιοκτησία αντιστοιχεί πλήρως στα χειρωνακτικά μέσα εργασίας) και από αυτή στην κοινωνική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής.
Είναι πολύ σημαντικό να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι αρχικά παραγωγικές δυνάμεις και σχέσεις παραγωγής ταυτίζονται άμεσα μεταξύ τους. Φυσικά εδώ δεν πρόκειται για μια απόλυτη ταύτιση, διαφορές μεταξύ τους υπάρχουν από την εμφάνιση κιόλας του ανθρώπου. Στη συνέχεια, κατά την περίοδο διαμόρφωσης της ανθρώπινης κοινωνίας, όλο και περισσότερο προβάλλει σε πρώτο πλάνο η ουσιώδης διαφορά μεταξύ παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής. Ωστόσο και κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου (της διαμόρφωσης της ανθρώ­πινης κοινωνίας) δεν εξαλείφεται πλήρως η άμεση ταύτιση τους.
Στους προκαπιταλιστικούς ανταγωνιστικούς σχηματισμούς αυτό είναι κατά τη γνώμη μου δεδομένο με σαφή και εξόφθαλμο τρόπο: ο δούλος και εν μέρει ο φεουδαρχικά εξαρτημένος αγρότης ταυτίζονται με τα μέσα παραγωγής. Στον κα­πιταλισμό η άμεση ταύτιση παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής έχει σχεδόν εξαλειφθεί. Ωστόσο, παρ' όλα αυτά εξακολουθεί να διατηρείται σε λανθάνουσα κατάσταση: η εργατική δύναμη είναι πράγμα, το οποίο υφίσταται αγοραπωλησία, δηλαδή σ' αυτή τη σχέση εξισώνεται με οποιοδήποτε εμπόρευ­μα, με οποιοδήποτε αντικείμενο. Ως αγορασμένο από τον καπιταλιστή για την παραγωγική χρησιμοποίηση του, το «πράγμα» εργατική δύναμη εξισώνεται σ' αυτή τη σχέση με τα μέσα παραγωγής.
Το επόμενο στάδιο είναι η αποκατάσταση της ταύτισης παραγωγικών δυνάμε­ων και σχέσεων παραγωγής. Πρόκειται όμως εδώ για μια διαφορετική ταύτιση που εδράζεται σε νέα βάση: ο άνθρωπος απελευθερώνεται σταδιακά από την άμεση εργασία για τη χρησιμοποίηση των αυτοματοποιημένων μέσων παραγω­γικής επενέργειας στη φύση.
Στα αφετηριακά στάδια λαμβάνει χώρα μια διαβίβαση των φυσικών ενεργειών του ανθρώπου σε τεχνητά μέσα παραγωγής επενέργειας στη φύση, στη συνέχεια δε όλο και πιο περίπλοκων διανοητικών λειτουργιών. Η κατεύθυνση αυτής της τάσης έγκειται στο γεγονός ότι ο άνθρωπος όλο και περισσότερο απωθείται (με τα αυτόματα μέσα παραγωγικής επενέργειας στη φύση) από τη σφαίρα της ερ­γασίας. Ο όγκος της ζωντανής εργασίας τον οποίο έχει ανάγκη η κοινωνία, σε τελευταία ανάλυση, έχει την τάση να μειώνεται. Η διατηρούμενη εργασία συνδέ­εται με ολοένα και πιο διαμεσολαβημένο τρόπο με το τελικό προϊόν και στην εργασία διατηρούνται οι πλέον περίπλοκες λειτουργίες του, οι οποίες διατη­ρούνται κάτω από την πίεση «της επέλασης των μηχανών στην εργασία». Φυσι­κά η τάση αυτή ούτε σε καθαρή μορφή πραγματοποιείται, ούτε και ακολουθεί μια ευθεία ανοδική γραμμή. Είναι γνωστό π.χ. ότι η αυτοματοποίηση σε ορισμένα αφετηριακά στάδια οδηγεί στην αύξηση της εργασίας που απαιτεί χαμηλή κατάρ­τιση.
Τα αυτόματα μέσα παραγωγικής επενέργειας στη φύση δημιουργούν, σε τελευ­ταία ανάλυση, τις προϋποθέσεις για τη μείωση του εργάσιμου χρόνου (ο οποίος είναι απαραίτητος για την αναπαραγωγή του δεδομένου ατόμου, της οικογένειας του, για τις κοινωνικές ανάγκες), για τη μείωση της διάρκειας της εργάσιμης ημέρας, για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας. Διανοίγουν προοπτικές για την επίτευξη συνθηκών, κατά τις οποίες οι προσπάθειες που αναλώνουν τα άτο­μα κατά τη διάρκεια του γενικού αναγκαίου εργάσιμου χρόνου να αποτελούν το μικρότερο μέρος των παραγωγικών προσπαθειών για τις οποίες είναι ικανός ο άνθρωπος: Αυτό θα άνοιγε τη -δυνατότητα για μια ελεύθερη πραγμάτωση του μεγαλύτερου μέρους αυτών των προσπαθειών ολοκληρωτικά (είτε κατά κύριο λόγο) σύμφωνα με τα ενδιαφέροντα των ατόμων.
Η διαβίβαση φυσικών λειτουργιών του ανθρώπου στις μηχανές προκάλεσε την ανάγκη για την ανάπτυξη της φυσικής αγωγής. Αν η εργασία κατευθύνεται κατ' εξοχήν σε ένα αντικείμενο εξωτερικό ως προς τον άνθρωπο, η φυσική αγωγή έχει τον άνθρωπο ως αυτοσκοπό. Στο βαθμό που θα διαβιβάζονται στις μηχανές διανοητικές λειτουργίες, θα αυξάνεται και η ανάγκη των ατόμων για διανοητική αγωγή. Η ίδια η ανάπτυξη των μέσων παραγωγής δημιουργεί τη δυνατότητα, η δε φύση του ανθρώπου ως κοινωνικό - φυσικού όντος απαιτεί τη φυσική και διανοητική αγωγή και ανάπτυξη. Έτσι, αν ο άνθρωπος θέλει (σε συνθήκες δια­βίβασης στις μηχανές φυσικών και διανοητικών λειτουργιών) να μη είναι ασθε­νής, να ζει μια άρτια ζωή, τότε η φυσική και η διανοητική αγωγή αποβαίνουν αναγκαιότητα, δηλαδή καθίσταται αναγκαιότητα η φυσική και η διανοητική ανά­πτυξη των ατόμων ως αυτοσκοπός. Και μ' αυτή την αναγκαιότητα δηλώνει την παρουσία της και μια άλλη τάση. Η ίδια η βιολογική ζωή, ως ενότητα και αντί­θεση ζωής και θανάτου, απαιτεί μια διαρκή πάλη με το θάνατο για τη ζωή. Η εργασία, η οποία ανέκυψε ως μέσο διατήρησης της φυσικής ύπαρξης, διαμόρ­φωσε το βιολογικό είδος του ανθρώπου και ταυτόχρονα δεν απέβη μόνο κάτι από το οποίο προσπαθούν να απαλλαγούν, αλλά και κάτι, χωρίς το οποίο ο άνθρωπος δεν μπορεί να υπάρξει όχι μόνο ως ιδιότυπο ανθρώπινο όν (σ' αντιδιαστολή με τα ζώα), αλλά ακόμα και ως βιολογικό ον ειδικού γένους. Μ' άλλα λόγια η εργασία δεν συνιστά μόνο επαχθές φορτίο, αλλά και ανάγκη. Πρόκειται για μια ανάγκη η οποία είναι, κατά τη γνώμη μου, από τη μια πλευρά κοινωνικό - φυσι­κή, ενώ από την άλλη καλλιεργείται με τη διαπαιδαγώγηση. Η ανάγκη για εργα­σία είναι η ανάγκη του υγιούς ανθρώπινου οργανισμού για εργασιακή ένταση. Και στο βαθμό που θα αίρεται η υπέρμετρη εντατικότητα και η διάρκεια της εργασίας, στο βαθμό της βελτίωσης των συνθηκών εργασίας, προωθείται σε πρώτο πλάνο η ανάγκη για εργασία (συγκριτικά με την ανάγκη αποφυγής της εργασίας).
Ο κομμουνισμός, ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης, αποτελεί την άρνηση της άρνη­σης της προγενέστερης ιστορίας. Ο κομμουνισμός είναι ο νέος τύπος ανάπτυξης της ανθρωπότητας, ο οποίος όταν φτάσει στην ωριμότητα του θα έχει, κατά τα φαινόμενα, και ο ίδιος διάφορα στάδια ανάπτυξης. Μόνο η κομμουνιστική, η αυθεντικά ενοποιημένη ανθρωπότητα θα είναι σε θέση να αποτρέψει τελειωτικά την απειλή της πολεμικής εξόντωσης της και της θανάτωσης της από τις ανεξέ­λεγκτες δευτερογενείς επιπτώσεις της παραγωγής, να κατευθύνει ορθολογικά την ανάπτυξη των ατόμων (συμπεριλαμβανομένης και της τελειοποίησης της βιολο­γικής τους φύσης), της κοινωνίας, να μετασχηματίζει σύμφωνα με τις ανάγκες του ολόκληρη τη Γη και τον κοντά στη Γη χώρο, να εγκατασταθεί οριστικά έξω από τα όρια της Γης, να περάσει ολοκληρωτικά στον κοσμικό πολιτισμό, διατη­ρώντας τη Γη ως Μέκκα του κοσμικού τουρισμού.
Μία είναι κατά τη γνώμη μου η εναλλακτική λύση που απορρέει από τη νομοτελειακή πορεία της ιστορίας: είτε ο θάνατος της ανθρωπότητας, είτε σε τελευταία ανάλυση, η αυθεντική ενοποίηση της ανθρωπότητας και η συνειδητή διεύθυνση των κοινωνικών δυνάμεων, οι οποίες έχουν κατακτήσει είτε κατα­κτούν φονική ισχύ.

Μετάφραση από το ρωσικό πρωτότυπο:
Δημήτρης Πατέλης



[1] Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Έργα., τόμ. 4, σελ. 423 (ρωσ. εκδ.).
[2] Η λέξη ιδανικό χρησιμοποιείται εδώ με την έννοια του ύψιστου στόχου στον οποίο κατατείνουμε.
[3] Για μια εκτενέστερη διαπραγμάτευση του ζητήματος βλ. Β. Α. Βαζιούλιν, Η λογική της ιστορί­ας. Ζητήματα θεωρίας και μεθοδολογίας,Μόσχα, 1988.
[4] Τι σημαίνει λοιπόν η λέξη αναθεώρηση; Αν ο δογματικός πασχίζει να διατηρήσει παρωχημένες θέσεις του μαρξισμού, ο αναθεωρητής απορρίπτει τις θέσεις εκείνες του μαρξισμού που δεν πάλιωσαν, αλλά εξακολουθούν να διατηρούν τη σημασία τους και για τη σύγχρονη εποχή. Επομένως, τόσο ο δογματικός, όσο και ο αναθεωρητής (εφόσον παραμένουν τέτοιοι) αποδεικνύονται ανίκανοι να έχουν μια δημιουργική σχέση με τον μαρξισμό.
[5] Β. Ι. Λένιν, Άπαντα, τομ. 17, σελ. 24 (ρωσ. έκδ.).
[6] Α. Σ. Μακάρενκο, Για τη διαπαιδαγώγηση της νεολαίας, Μόσχα 1951, σελ. 199.
* Στα ρωσικά η λέξη τρούντ (εργασία) έχει την ίδια ρίζα με τη λέξη τρούντνο (δύσκολα)· στην ελ­ληνική η λέξη δουλειά προέρχεται προφανώς απ' τη δουλεία κλπ. (Σ.τ.μ.).
1

12 σχόλια:

  1. http://radicaldesire.blogspot.com/2009/11/claude-levi-strauss.html

    ''Η πορεία που έχει διανύσει η ανθρωπότητα στην ιστορία της — αν ληφθούν υπόψη το τυχαίο, οι παλινωδίες, οι παύσεις, οι διαφορετικές γραμμές της ανάπτυξης... — μπορεί να συγκριθεί με ένα δέντρο, με τον κορμό του, τα κλαδιά και τα φύλλα του. Αν διακρίνουμε όμως τη νομοτελειακή, τη βασική πορεία της ιστορίας, δηλαδή αν στρέψουμε την προσοχή μας στον «κορμό του δέντρου», τότε θα μπορούσε να παρομοιασθεί με σπείρα της έλικας, και η ανθρωπότητα βρίσκεται σήμερα κάπου κοντά στο τέλος αυτής της σπείρας''.

    Η Λογική της Ιστορίας περιγράφει την κοινωνική ολότητα ως ένα ιεραρχικά δομημένο οργανικό όλο.
    Επίσης ο Μάρξ υιοθετεί δομιστικούς όρους όπως υποδομή-υπερδομή, βάση εποικοδόμημα κλπ όταν περιγράφει την κοινωνία.

    Ποτέ δεν είχα την ευκαιρία να ρωτήσω τον σ.Πατέλη, τί από τον Αλτουσέρ κρίνεται για την σχολή αποδοκιμαστέο, και τί εύλογο.

    Οι παραπομπές στον Λέβι Στρως και τον Αλτουσέρ, σε αντιδιαστολή με τον Βαζιούλιν, είναι μια νύξη για το τί σχέση έχει η βαζιουλινική προσέγγιση με αυτήν του ''δομικού μαρξισμού''. Αυτό είναι το τελευταίο καιρό είναι το ''μαρξιστικό'' που με απασχολεί έντονα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. κάτσε να δω τι μου έχεις στείλει πρώτα. :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. εξαιρετικό απόσπασμα δεν το ειχα δει.

    το βάζω εδώ ολόκληρο:


    Πέρα απ’ το γεγονός ότι τα συστήματα ταξινόμησης, όπως και οι γλώσσες, μπορούν να διαφέρουν σε ό,τι αφορά το αυθαίρετο ή το μη αυθαίρευτό τους στοιχείο χωρίς να πάψει να έχει ισχύ το δεύτερο, ο διχοτομικός χαρακτήρας τον οποίο εντοπίσαμε σ’ αυτά εξηγεί πώς τα αυθαίρετα στοιχεία (ή αυτά που φαίνονται να είναι αυθαίρετα, γιατί δεν μπορεί ποτέ να γνωρίζει κανείς αν μια επιλογή που είναι αυθαίρετη για τον παρατηρητή δεν είναι ταυτόχρονα μη αυθαίρετη από τη σκοπιά της ιθαγενούς σκέψης) φτάνουν να προσαρτηθούν στα λογικά στοιχεία χωρίς να αλλάξει η φύση τους. Έχω παρουσιάσει τα συστήματα ταξινόμησης ως “δέντρα”: και η ανάπτυξη ενός δέντρου είναι καλό παράδειγμα της μεταμόρφωσης που μόλις ανέφερα. Το δέντρο είναι, ας πούμε, έντονα λογικό σε ό,τι αφορά τα χαμηλότερά του τμήματα: πρέπει να έχει κορμό, και ο κορμός πρέπει να είναι σχεδόν κάθετος. Τα χαμηλότερα κλαδιά ήδη επιτρέπουν περισσότερη αυθαιρεσία: ο αριθμός τους, αν και είναι αναμενόμενο να είναι περιορισμένος, δεν προκαθορίζεται ποτέ, ούτε προκαθορίζεται ο προσανατολισμός του κάθε κλαδιού ή η γωνία του σε σχέση με τον κορμό. Αλλά αυτά τα στοιχεία παραμένουν δέσμια αμοιβαίων σχέσεων, εφόσον τα μεγαλύτερα κλαδιά, δεδομένου του βάρους τους και των μικρότερων, γεμάτων φύλλα κλαδιών που υποστηρίζουν, πρέπει να εξισορροπούν τις πιέσεις τις οποίες εφαρμόζουν στο κοινό σημείο στήριξης. Όμως, ο ρόλος τον οποίο παίζει το έλλογο κίνητρο μικραίνει και αυτός του αυθαίρετου στοιχείου μεγαλώνει καθώς κοιτάζουμε ψηλότερα: τα τελευταία κλαδιά δεν μπορούν πια να θέσουν σε κίνδυνο την σταθερότητα του δέντρου ούτε να αλλάξουν το χαρακτηριστικό του σχήμα. Η πολλαπλότητα και η ασημαντότητά τους τα έχουν απελευθερώσει από τους αρχικούς περιορισμούς, και η γενική τους κατανομή μπορεί να εξηγηθεί είτε ως μια σειρά επαναλήψεων, σε όλο και μικρότερη κλίμακα, ενός σχεδίου που είναι επίσης εγγεγραμένο στα γονίδια μέσα στα κύτταρα των κλαδιών αυτών, είτε ως αποτέλεσμα στατιστικών μεταπτώσεων. Η δομή, η οποία είναι αρχικά κατανοητή, φτάνει, καθώς διακλαδώνεται, σε ένα είδος αδράνειας ή λογικής αδιαφορίας. Χωρίς να έρθει σε αντίφαση με την αρχική της φύση, η δομή μπορεί εφεξής να υποβληθεί στις συνέπειες πολλαπλών και ποικίλων συμβάντων τα οποία συμβαίνουν πολύ αργά για να εμποδίσουν τον προσεκτικό παρατηρητή από το να ταυτοποιήσει τη δομή και να την ταξινομήσει ως είδος.

    Claude Lévi-Strauss
    La Pensée Sauvage

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ενότητα Λογικής και Ιστορικής Αναδίπλωσης. Αυτό διαβάζω στο πιο πάνω απόσπασμα

    Αίρεται διαλεκτικά η αφαίρεση ενός εξωϊστορικού αρχέγονου στο σημείο αυτό :

    « Όμως, ο ρόλος τον οποίο παίζει το έλλογο κίνητρο μικραίνει και αυτός του αυθαίρετου στοιχείου μεγαλώνει καθώς κοιτάζουμε ψηλότερα: τα τελευταία κλαδιά δεν μπορούν πια να θέσουν σε κίνδυνο την σταθερότητα του δέντρου ούτε να αλλάξουν το χαρακτηριστικό του σχήμα.»

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Η λογικότητα του κορμού είναι, ως παραδοχή, κοινός τόπος, είτε μιλάμε για την λογική της αυτοανάπτυξης ενός οργανικού όλου είτε για τους δομικούς, αιτιακούς καθορισμούς της αλτουσεριανής αντίληψης.
    Όπως είπα και πριν, Βαζιούλιν-Αλτουσέρ, καμιά φορά έχεις την αίσθηση ότι πράγματα που χάνει ο ένας, τα ''προσθέτει'' ο άλλος. Καλό παράδειγμα είναι η αντιπαράθεση βαζιουλινικών μορφών κοινωνικής συνείδησης και αλτουσεριανών ιστορικά συγκεκριμένων ''ιδεολογιών''. Ή, ας πούμε, πώς συμβιβάζεται η εγελομαρξιστική ''ουσία''-παραγωγή και αντίφαση κεφαλαίου-εργασίας η οποία εμφαίνεται στις μορφές κοινωνικής συνείδησης, με την ιεράρχηση των ιστορικά συγκεκριμένων αντιφάσεων εντός του σύνθετα και ιεραρχικά δομημένου κοινωνικού όλου (με μετατιθέμενη την ''εκρηκτικη'' αντίφαση σε μια ορισμένη συγκυρία-πχ το μεταναστευτικό)?
    Θέλω να πω, ότι ένα ενδιαφέρον ερευνητικό πρόγραμμα είναι το παραπάνω. Ίσως την δουλειά αυτή την έχει κάνει η Λογική της Ιστορίας, αν και δεν υπάρχει κάποιο δημοσιευμένο κείμενο. Πέρα από ένα του Παυλίδη που κάνει κριτική στην αλτουσεριανή ιδεολογία, σε σχέση με την εκπαιδευτική θεσμικότητα, το οποίο όμως άρθρο υπονοεί σε κάποια σημεία δυνατότητα ''σύνθεσης'', και αναγνωρίζει ορθολογικό πυρήνα στον Αλτουσέρ.
    Βασικά δεν θέλω να σου στέλνω κατεβατά, απλώς θέτω μερικά ζητήματα γιατί δεν έχω κάποιον να τα συζητήσω. Ετοιμάζω μια ανάρτηση σχετικά την οποία μάλλον θα αργήσω να την τελειώσω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. για το άλλο ερώτημα, να ρωτήσουμε τον σ.Πατέλη. :)

    εγώ θα αρκεστώ να πω, πως η σχολη της Λογικής της Ιστορίας δεν έχει σχέση με συμπτωματικές αναγνώσεις του Κεφαλαίου ούτε που απονέκρωση του μαρξισμού από τη διαλεκτική. Σ΄αυτα ειδικός ειναι ο κ.Μηλιός.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. ''Η δομή, η οποία είναι αρχικά κατανοητή, φτάνει, καθώς διακλαδώνεται, σε ένα είδος αδράνειας ή λογικής αδιαφορίας. Χωρίς να έρθει σε αντίφαση με την αρχική της φύση, η δομή μπορεί εφεξής να υποβληθεί στις συνέπειες πολλαπλών και ποικίλων συμβάντων τα οποία συμβαίνουν πολύ αργά για να εμποδίσουν τον προσεκτικό παρατηρητή από το να ταυτοποιήσει τη δομή και να την ταξινομήσει ως είδος''.

    Aυτό θυμίζει κάπως, στις ''μορφές που προηγούνται της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης'' (http://takseis-ithikh.blogspot.com/2011/07/blog-post_2476.html), τον Μάρξ όταν διακρίνει τη θεμελιακή σχέση από την πολλαπλότητα των μορφών που μπορεί να πάρει. Οι μορφές έχουν έναν ουσιακό δεσμό με τη θεμελιακή σχέση, ο καπιταλισμός μπορεί να πάρει αστικοδημοκρατικό ή φασιστικό εποικοδόμημα (ή άλλου ''κράτους εκτάκτου ανάγκης''). Διάφορα τα κλαδιά-μορφές αλλά έχουν ένα κοινό, λογικό περιεχόμενο με την οικονομική βάση-κορμό. Είναι κλαδιά και όχι κάτι άλλο, επίσης είναι κλαδιά αυτού του συγκεκριμένου κορμού. Υπάρχουν όμως διάφορες δυνατές μορφές της θεμελιακής σχέσης-διάφορα κλαδιά, και όσο πλησιάζουμε σε επουσιώδεις μορφοποιήσεις, τόσο απομακρυνόμαστε από την λογική συνάφεια που πρέπει να έχουν με τον κορμό-θεμέλιο.
    Από την άλλη μια διαφορά είναι ότι για τον Μάρξ, σε αφαιρετικό επίπεδο, ο κορμός-θεμελιακή σχέση συναντά την εγελομαρξιστική ''συνθήκη'' (ιστορική συνθήκη), και έτσι μορφοποιούνται τα κλαδιά του αλλά και ο ίδιος πλέον δεν αποτελεί μια απλή ύλη αλλά κορμό των κλαδιών-θεμέλιο των θεμελιωμένων. Από την άλλη, στον Λέβι Στρως όπως το βλέπω, μάλλον στον Αλτουσέρ, δεν υπάρχει ο κορμός και μετά μορφοποιούνται τα κλαδιά (εξελικτικισμός), αλλά υπάρχει όλο το δέντρο το οποίο είναι ταυτόχρονο, ως συνολική δομή, με τα στοιχεία της δομής του (βασικό χαρακτηριστικό της αλτουσεριανής δομής).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Kαλά, αυτό που λες εννοείται! Φρίττω από την αλτουσεριανή κοπτοραπτική και το σχεδόν ''μίσος'' στον Χέγκελ-άσε τα ψέματα ότι ο Κάρολος τον παράτησε από τα μικράτα του και ότι ήταν απλό ερωτοτρόπημα με τον Χέγκελ η ''Λογική του Κεφαλαίου''. Απλώς, όλη αυτή η προβληματική της αλτουσεριανής προσέγγισης ξεκίνησε από μια προσπάθεια ανεύρεσης των υπαρκτών διαφορών μαρξικής και εγελιανής μεθόδου-και είπα μερικά παραδείγματα όρων όπως το υποδομή-υπερδομή κλπ. Αυτό βέβαια δεν έγινε από τον δρόμο που έπρεπε, και κατέληξε σε αληθινό αναθεωρητισμό. Ωστόσο, νομίζω πως η σχέση αυτή πάει πολύ μακριά-αυτήν την εντύπωση έχω.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. "Καλό παράδειγμα είναι η αντιπαράθεση βαζιουλινικών μορφών κοινωνικής συνείδησης και αλτουσεριανών ιστορικά συγκεκριμένων ''ιδεολογιών'"

    Fredric Jameson

    "Μια μοναδική νεωτερικότητα". Κεφάλαιο 6. Αν όχι ολόκληρο το βιβλίο.

    (συνήθως το "ανοιχτό πανεπιστήμιο" είναι το RD :))

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Για τον Αλτουσέρ θα ρωτήσεις τον Αντώνη.

    Εγώ είμαι της "γερμανικής" παράδοσης σταθερά! :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Eυχαριστώ για την πρόταση. Την ελληνική έκδοση του ''μεταμοντέρνου'' του Fredric έχω διαβάσει, και βρήκα πολύ σχετικό υλικό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Είναι κάκιστη η μετάφραση. Αλλά εκεί θα βρεις απαντήσεις για πολλά, παρα πολλά απ΄αυτά που αναφέραμε σήμερα. Δεν είναι "απτες" οι απαντήσεις αλλά εσύ δεν χρειάζεσαι "απτές" απαντήσεις.

    Ξέρεις τι ψάχνεις και θα το βρεις.

    σ΄ευχαριστώ για την παρέμβαση. περιμένω το δεύτερο μέρος του άρθρου σου για τον μαρξισμό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή