ΕΚΑΝΑΝ ΤΗ ΛΑΝΤΖΑ, ἡ γυναίκα του ἐπλένε τὰ πιάτα κι αὐτὸς τὰ σκούπιζε. Τὸ προηγούμενο βράδυ τὰ εἶχε πλύνει ἐκεῖνος. Σὲ ἀντίθεση μὲ τοὺς περισσότερους ἄντρες ποὺ ἤξερε, ἐκεῖνος συνεισέφερε οὐσιαστικὰ στὶς δουλειὲς τοῦ σπιτιοῦ. Πρὶν ἀπὸ λίγους μῆνες εἶχε κρυφακούσει μιὰ φίλη τῆς γυναίκας του νὰ τὴ συγχαίρει ποὺ εἶχε ἕναν τόσο καλὸ σύζυγο, καὶ εἶχε σκεφτεῖ, Προσπαθῶ. Τὸ νὰ βοηθάει στὸ πλύσιμο τῶν πιάτων ἦταν ἕνας τρόπος ποὺ εἶχε βρεῖ γιὰ νὰ ἀποδεικνύει πόσο καλὸς σύζυγος ἦταν.
Μιλοῦσαν περὶ ἀνέμων καὶ ὑδάτων καὶ κάπως ἦρθε ἡ κουβέντα στὸ ἂν πρέπει οἱ λευκοὶ νὰ παντρεύονται μὲ μαῦρες ἢ τὸ ἀντίστροφο. Ἐκεῖνος εἶπε ὅτι, ἂν τὰ ἔβαζες κάτω, ἦταν μᾶλλον κακὴ ἰδέα.
«Γιατί;» τὸν ρώτησε.
Ὧρες-ὧρες, ἡ γυναίκα του ἔπαιρνε ἕνα συγκεκριμένο ὕφος: ἔσμιγε τὰ φρύδια, δάγκωνε τὸ κάτω χείλι καὶ κάρφωνε τὸ βλέμμα της κάπου χαμηλά. Ὅταν τὴν ἔβλεπε ἔτσι, καταλάβαινε ἀμέσως ὅτι ἔπρεπε νὰ κρατήσει τὸ στόμα του κλειστό, ἀλλὰ ποτὲ δὲν τὸ ἔκανε. Μάλιστα, κάτι τὸν ἔσπρωχνε νὰ μιλάει ἀκόμα πιὸ πολύ. Ἐκείνη εἶχε πάρει τώρα αὐτὸ τὸ ὕφος.
«Γιατί;» τὸν ξαναρώτησε καὶ σταμάτησε μὲ τὸ χέρι της μέσα σ’ ἕνα μπόλ, δίχως νὰ τὸ πλένει παρὰ κρατώντας το μόνο πάνω ἀπ’ τὴ σαπουνάδα.
«Ἄκου», τῆς εἶπε, «εἶχα συμμαθητὲς μαύρους, ἔχω συνεργαστεῖ μὲ μαύρους, ἔχω μείνει στὴν ἴδια γειτονιὰ μὲ μαύρους, καὶ πάντα τὰ πηγαίναμε μιὰ χαρά. Δὲν μοῦ ἀρέσει καθόλου νὰ ὑπαινίσσεσαι ὅτι εἶμαι ρατσιστής».
«Δὲν ὑπαινίσσομαι τίποτα», εἶπε ἐκείνη κι ἄρχισε πάλι νὰ πλένει τὸ μπόλ, στριφογυρνώντας το στὸ χέρι της σὰν νὰ τὸ σμίλευε. «Ἁπλά, δὲν καταλαβαίνω τί πειράζει νὰ παντρεύεται λευκὸς μὲ μαύρη ἢ μαύρη μὲ λευκό.»
«Ἔχουν ἄλλη κουλτούρα ἀπὸ τὴ δική μας. Στῆσε μιὰ φορὰ αὐτὶ νὰ τοὺς ἀκούσεις – ἔχουν καὶ τὴ δική τους γλώσσα ἀκόμα. Ἐγὼ δὲν ἔχω πρόβλημα μ’ αὐτό, μ’ἀρέσει νὰ τοὺς ἀκούω νὰ μιλᾶνε» —κι ἦταν ἀλήθεια, ὅταν τοὺς ἄκουγε, τὸν πλημμύριζε ἕνα ἀνεξήγητο αἴσθημα εὐδαιμονίας— «ἀλλὰ ἡ γλώσσα τους εἶναι διαφορετική. Ἕνα ἄτομο ἀπὸ τὸν δικό τους πολιτισμὸ κι ἕνα ἄτομο ἀπὸ τὸν δικό μας, δὲν γίνεται νὰ γνωρίσουν ποτὲ ἀληθινὰ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο».
«Ὅπως γνωρίζεις ἐσὺ ἐμένα, δηλαδή;» ρώτησε ἡ γυναίκα του.
«Ναί. Ὅπως γνωρίζω ἐγὼ ἐσένα.»
«Ἄν, ὅμως, ἀγαπιοῦνται», εἶπε. Τώρα ἐπλένε μὲ πιὸ γοργὲς κινήσεις, δίχως νὰ τὸν κοιτάζει.
Ὤ, Θεέ μου, συλλογίστηκε ἐκεῖνος. «Ἐντάξει, μὴν ἀκοῦς ἐμένα», εἶπε. «Γιὰ δές, ὅμως, τὶς στατιστικές. Οἱ περισσότεροι μικτοὶ γάμοι διαλύονται.»
«Οἱ στατιστικές!» Ἡ γυναίκα του στοίβαζε τὰ πιάτα μὲ ἰλιγγιώδη ταχύτητα στὸ στραγγιστήρι ἐνῶ μόλις ποὺ τὰ εἶχε περάσει μὲ τὸ σφουγγάρι. Πολλὰ εἶχαν λίπη ἀκόμα, ὑπῆρχαν κομματάκια φαγητοῦ ἀνάμεσα στὰ δόντια τῶν πιρουνιῶν. «Ὡραία», εἶπε. «Καὶ αὐτοὶ ποὺ εἶναι ἀπὸ ἄλλες χῶρες; Ὑποθέτω ὅτι ἔχεις τὴν ἴδια ἄποψη καὶ γιὰ τοὺς ξένους ποὺ παντρεύονται μεταξύ τους».
«Πράγματι», εἶπε ἐκεῖνος, «τὸ ἴδιο πιστεύω καὶ γι’ αὐτούς. Πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ καταλάβεις κάποιον ποὺ προέρχεται ἀπὸ ἕνα περιβάλλον τελείως διαφορετικό;»
«Διαφορετικό», εἶπε ἡ γυναίκα του. «Ὄχι ἴδιο, ὅπως ἐμεῖς.»
«Ναί, διαφορετικό», τῆς πέταξε, θυμωμένος μαζί της ποὺ κατέφευγε στὸ τέχνασμά του νὰ ἐπαναλαμβάνει τὶς δικές του λέξεις ἔτσι ὥστε νὰ ἠχοῦν ἀνόητες ἢ ὑποκριτικές. «Αὐτὰ εἶναι βρόμικα», εἶπε καὶ ξαναπέταξε ὅλα τα μαχαιροπίρουνα μὲς στὸ νεροχύτη.
Τὸ νερὸ εἶχε γίνει θολὸ καὶ γκρίζο. Ἐκείνη τὸ κοίταξε μὲ σφιγμένα χείλη, κι ὕστερα βύθισε τὰ χέρια της κάτω ἀπ’ τὴν ἐπιφάνεια. «Ἄουτς!» ἔκανε κι ἀναπήδησε. Ἔπιασε τὸ δεξί της χέρι ἀπ’ τὸν καρπὸ καὶ τὸ σήκωσε ψηλά. Ὁ ἀντίχειράς της ἔτρεχε αἷμα.
«Ἄνν, μὴ κουνηθεῖς», τῆς εἶπε. «Μεῖνε ἐκεῖ ποὺ εἶσαι». Ἔτρεξε ἐπάνω, στὸ λουτρό, καὶ ψαχούλεψε στὸ ντουλαπάκι τοῦ φαρμακείου γιὰ νὰ βρεῖ οἰνόπνευμα, βαμβάκι καὶ λευκοπλάστ. Ὅταν ξανακατέβηκε, τὴ βρῆκε ἀκουμπισμένη στὸ ψυγεῖο, μὲ τὰ μάτια κλειστά, νὰ κρατάει ἀκόμα τὸ χέρι της. Πῆρε τὸ χέρι καὶ σφούγγισε τὸν ἀντίχειρά της μὲ τὸ βαμβάκι. Τὸ αἷμα εἶχε σταματήσει. Πίεσε τὸ δάχτυλο νὰ δεῖ πόσο βαθιὰ ἦταν ἡ πληγὴ καὶ φάνηκε μόνο μιὰ αἱμάτινη σταγόνα, τρεμουλιαστὴ καὶ κατακόκκινη, ποὺ ἔπεσε στὸ πάτωμα. Ἐκείνη τὸν παρακολουθοῦσε πάνω ἀπ’ τὸν ἀντίχειρά της μὲ κατηγόρια. «Δὲν εἶναι τίποτα», τῆς εἶπε. «Αὔριο οὔτε ποὺ θὰ φαίνεται.» Ἤλπιζε ὅτι θὰ ἐκτιμοῦσε ἡ γυναίκα του τὸ πῶς εἶχε σπεύσει νὰ τὴν περιποιηθεῖ. Τὸ εἶχε κάνει ἀπὸ γνήσιο ἐνδιαφέρον, δίχως νὰ σκεφτεῖ νὰ ζητήσει κάτι σὲ ἀντάλλαγμα, τώρα, ὅμως, τοῦ πέρασε ἀπ’ τὸ νοῦ ὅτι θὰ ἦταν εὐγενικὴ κίνηση ἐκ μέρους της νὰ μὴν ἐπανέλθει σ’ ἐκείνη τὴν κουβέντα, γιατί τὸν εἶχε κουράσει. «Θὰ τὰ τελειώσω ἐγώ», τῆς εἶπε. «Ἐσὺ ἄντε νὰ ξεκουραστεῖς.»
«Δὲν πειράζει», εἶπε ἐκείνη. «Θὰ τὰ σκουπίζω.»
Ἐκεῖνος ἄρχισε νὰ πλένει πάλι τὰ μαχαιροπίρουνα, προσέχοντας ἰδιαίτερα τὰ πιρούνια.
«Ὁπότε», εἶπε ἐκείνη, «ἂν ἤμουν μαύρη δὲν θὰ μὲ εἶχες παντρευτεῖ».
«Ἄνν, γιὰ ὄνομα τοῦ Θεοῦ πιά!»
«Μά, αὐτὸ δὲν εἶπες;»
«Ὄχι, δὲν εἶπα αὐτό. Τὸ ὅλο ἐρώτημα εἶναι γελοῖο. Ἂν ἤσουν μαύρη, τὸ πιθανότερο εἶναι ὅτι δὲν θὰ εἴχαμε ποτὲ γνωριστεῖ. Ἐσὺ θὰ εἶχες τὶς παρέες σου κι ἐγὼ τὶς δικές μου. Ἡ μόνη μαύρη κοπέλα ποὺ γνώρισα πραγματικὰ ἦταν ἡ παρτενέρ μου στὸν ρητορικὸ ὅμιλο, καὶ τότε τὰ εἶχα ἤδη φτιάξει μαζί σου.»
«Ἄν, ὅμως, μὲ γνώριζες καὶ ἤμουν μαύρη;»
«Τότε τὸ πιθανότερο εἶναι ὅτι θὰ τὰ εἶχες ἤδη μὲ κάποιον μαῦρο.» Πῆρε τὸ ντοὺς τοῦ νεροχύτη καὶ ξέπλυνε τὰ μαχαιροπίρουνα. Τὸ νερὸ ἦταν τόσο καυτὸ ποὺ τὸ ἀτσάλι ἔγινε στιγμιαία γαλαζωπὸ πρὶν ξαναπάρει τὸ ἀσημένιο χρῶμα του.
«Ἂς ποῦμε ὅτι δὲν τὰ εἶχα μὲ κανένα», συνέχισε ἐκείνη. «Πὲς ὅτι εἶμαι μαύρη, ἐλεύθερη, γνωρίζω ἐσένα κι ἐρωτευόμαστε.»
Τῆς ἔριξε μιὰ ματιά. Τὸν παρακολουθοῦσε μὲ μάτια ποὺ ἔλαμπαν. «Ἄκου», τῆς εἶπε, σὰν νὰ ἤθελε νὰ τὴ λογικέψει, «αὐτὸ δὲν γίνεται. Ἂν ἤσουν μαύρη δὲν θὰ ἤσουν ἐσύ». Καθὼς τὸ ἔλεγε αὐτό, συνειδητοποίησε ὅτι ἴσχυε πέρα γιὰ πέρα. Δὲν ὑπῆρχε ἡ παραμικρὴ ἀμφιβολία πὼς ἂν ἦταν μαύρη δὲν θὰ ἦταν ἐκείνη ποὺ ἦταν. Κι ἔτσι ἐπανέλαβε: «Ἂν ἤσουν μαύρη, δὲν θὰ ἤσουν ἐσύ.»
«Τὸ ξέρω», εἶπε, «ἀλλά, ἔτσι, πές».
Ἐκεῖνος πῆρε βαθιὰ ἀναπνοή. Τὴν εἶχε κερδίσει μὲ τὸ ἐπιχείρημά του, ἀλλὰ ἐξακολουθοῦσε νὰ τὸν διακατέχει μιὰ ἀνησυχία. «Νὰ πῶ τί;» ρώτησε.
«Πὲς ὅτι εἶμαι μαύρη, κι ὅτι εἶμαι ἀκόμα ἐγώ, κι ἐρωτευόμαστε. Θὰ μὲ παντρευτεῖς;»
Ἐκεῖνος τὸ σκέφτηκε.
«Λοιπόν;» τοῦ εἶπε κι ἔκανε ἕνα βῆμα πιὸ κοντά του. Τὰ μάτια της ἀστραποβολοῦσαν. «Θὰ μὲ παντρευτεῖς;»
«Τὸ σκέφτομαι», τῆς εἶπε.
«Δὲν θὰ τὸ κάνεις, εἶναι ὁλοφάνερο. Θὰ πεῖς ὄχι.»
«Νομίζω ὅτι βιάζεσαι πολύ», εἶπε ἐκεῖνος. «Ἔχουμε πολλὰ πράγματα νὰ βάλουμε κάτω. Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ κάνουμε κάτι γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ μετανιώνουμε σ’ ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωή μας.»
«Ἄσε ἔξω τὴ λογική. Ναὶ ἢ ὄχι;»
«Ἐφόσον τὸ θέτεις ἔτσι…»
«Ναὶ ἢ ὄχι.»
«Καλά, Ἂνν – ἐντάξει. Ὄχι.»
«Εὐχαριστῶ», τοῦ εἶπε καὶ φεύγοντας ἀπ’ τὴν κουζίνα πῆγε στὸ σαλόνι. Ἕνα λεπτὸ μετά, τὴν ἄκουσε ποὺ ξεφύλλιζε ἕνα περιοδικό. Ἤξερε ὅτι ἦταν πολὺ θυμωμένη ὥστε πραγματικὰ νὰ τὸ διαβάζει, ἀλλὰ δὲν γύριζε ἀπότομα τὶς σελίδες ὅπως θὰ ἔκανε αὐτὸς ἂν βρισκόταν σὲ παρόμοια θέση. Τὶς γύριζε ἀργὰ-ἀργά, σὰν νὰ μελετοῦσε τὴν κάθε ἀράδα. Τοῦ ἔκανε ἐπίδειξη τῆς ἀδιαφορίας της καὶ αὐτὴ ἡ ἐπίδειξη εἶχε τὴν ἐπιθυμητὴ ἐπίδραση πάνω του. Τὸν πλήγωνε.
Δὲν εἶχε ἄλλη ἐπιλογὴ παρὰ νὰ τῆς δείξει κι αὐτὸς τὴ δική του ἀδιαφορία. Ἔπλυνε ἥσυχα καὶ προσεκτικά τα ὑπόλοιπα πιάτα. Μετὰ τὰ σκούπισε καὶ τὰ ἔβαλε στὸ ντουλάπι. Σκούπισε τοὺς πάγκους, τὴν ἑστία τῆς κουζίνας κι ἔσκυψε νὰ καθαρίσει τὸ πάτωμα στὸ σημεῖο ποὺ εἶχε πέσει ἡ σταγόνα τοῦ αἵματος. Πάνω ἐκεῖ ἀποφάσισε ὅτι ἦταν εὐκαιρία νὰ τὸ σφουγγαρίσει ὅλο. Ὅταν τελείωσε, ἡ κουζίνα ἦταν σὰν καινούρια, ὅπως τὴ μέρα ποὺ ὁ μεσίτης τοὺς ἔδειχνε γιὰ πρώτη φορὰ τὸ σπίτι, πρὶν κὰν ἐγκατασταθοῦν ἐκεῖ.
Πῆρε τὴ σακούλα τῶν σκουπιδιῶν καὶ βγῆκε ἔξω. Ἦταν ἀνέφελη ἡ βραδιὰ καὶ στὰ δυτικά, ἐκεῖ ποὺ δὲν ἔφταναν τὰ φῶτα τῆς πόλης, διακρίνονταν μερικὰ ἀστέρια. Στὸ Ἒλ Καμίνο, ἡ κίνηση τῶν αὐτοκινήτων ἦταν ἀραιὴ καὶ σταθερή, σὰν ἤρεμο ποτάμι. Ἔνιωθε ντροπὴ ποὺ εἶχε ἐπιτρέψει στὴ γυναίκα του νὰ τὸν παρασύρει σ’ αὐτὸ τὸν καβγά. Σὲ καμιὰ τριανταριὰ χρόνια ἀπὸ τώρα θὰ ἦταν καὶ οἱ δυό τους πεθαμένοι. Τί σημασία θὰ εἶχαν ὅλα αὐτὰ τότε; Συλλογίστηκε τὰ χρόνια ποὺ εἶχαν ζήσει μαζὶ καὶ πόσο στενὴ ἦταν ἡ σχέση τους, πόσο καλὰ γνώριζαν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο, κι ἔνιωσε ἕνα κόμπο στὸ λαρύγγι ποὺ δὲν τὸν ἄφηνε νὰ πάρει ἀνάσα. Ἕνα φούντωμα ἁπλώθηκε στὸ πρόσωπο καὶ τὸ λαιμό του. Μιὰ ζέστη πλημμύρισε τὸ στῆθος του. Στάθηκε ἐκεῖ γιὰ λίγο, ἀπολαμβάνοντας αὐτὲς τὶς αἰσθήσεις, κι ὕστερα πῆρε τὴ σακούλα καὶ βγῆκε στὴν πίσω αὐλή.
Τὰ δυὸ ἀδέσποτα σκυλιὰ τῆς γωνίας εἶχαν τραβήξει πάλι τὸν κάδο τῶν σκουπιδιῶν πιὸ πέρα. Τὸ ἕνα κυλιόταν καταγῆς ἀνάσκελα, ἐνῶ τὸ ἄλλο εἶχε κάτι στὸ στόμα του. Γρυλίζοντας, τὸ πέταξε στὸν ἀέρα, ἔκανε ἕνα ἅλμα καὶ τὸ ἔπιασε, γρύλισε ξανὰ καὶ κούνησε τὸ κεφάλι πέρα-δῶθε. Ὅταν τὸν εἶδαν νὰ πλησιάζει, ἔσπευσαν νὰ ἀπομακρυνθοῦν μὲ κοφτά, λεπτεπίλεπτα βήματα. Σὲ ἄλλη περίπτωση θὰ τοὺς πέταγε πέτρες, ἀλλὰ αὐτὴ τὴ φορὰ τὰ ἄφησε νὰ φύγουν.
Τὸ σπίτι ἦταν σκοτεινὸ ὅταν ξαναμπῆκε μέσα. Ἐκείνη ἦταν στὸ μπάνιο. Κοντοστάθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα καὶ φώναξε τὸ ὄνομά της. Τὴν ἄκουσε ποὺ μετακινοῦσε κάτι μπουκαλάκια, ἀλλὰ δὲν τοῦ ἀπάντησε. «Ἄνν, συγνώμη – εἰλικρινά», εἶπε. «Θὰ ἐπανορθώσω, στὸ ὑπόσχομαι.»
«Πῶς;» τὸν ρώτησε.
Αὐτὴ τὴν ἐρώτηση δὲν τὴν περίμενε. Ἀλλὰ ἀπὸ τὸν τόνο τῆς φωνῆς της, ποὺ εἶχε μιὰ νότα ἤρεμη καὶ τελεσίδικη, μιὰ νότα πρωτάκουστη γιὰ τὰ αὐτιά του, κατάλαβε ὅτι ἔπρεπε νὰ δώσει τὴ σωστὴ ἀπάντηση. Ἔγειρε πάνω στὴν πόρτα. «Θὰ σὲ παντρευτῶ», ψιθύρισε.
«Θὰ δοῦμε», εἶπε ἐκείνη. «Ἄντε στὸ κρεβάτι. Ἔρχομαι σὲ λίγο.»
Ἔβγαλε τὰ ροῦχα του καὶ χώθηκε κάτω ἀπ’ τὰ σκεπάσματα. Κάποια στιγμὴ ἄκουσε ἐπιτέλους τὴν πόρτα τοῦ μπάνιου νὰ ἀνοίγει καὶ νὰ κλείνει πάλι.
«Σβῆσε τὸ φῶς», τοῦ εἶπε ἀπ’ τὸ διάδρομο.
«Τί;»
«Σβῆσε τὸ φῶς.»
Ἐκεῖνος ἅπλωσε τὸ χέρι καὶ τράβηξε τὴν ἁλυσίδα τοῦ πορτατίφ. Τὸ δωμάτιο βυθίστηκε στὸ σκοτάδι. «Ἐντάξει», εἶπε. Ἔμεινε νὰ κείτεται ξαπλωμένος, ἀλλὰ τίποτα δὲν συνέβη. «Ἐντάξει», εἶπε πάλι. Ὕστερα ἄκουσε μιὰ κίνηση στὴν ἄλλη ἄκρη τοῦ δωματίου. Ἀνακάθισε, μὰ δὲν ἔβλεπε τὴ μύτη του. Ἐπικρατοῦσε πάλι σιωπή. Ἡ καρδιά του χτυποῦσε ὅπως τὸ πρῶτο-πρῶτο βράδυ ποὺ πέρασαν μαζί, χτυποῦσε ὅπως ὅταν ξύπναγε καμιὰ φορὰ τὴ νύχτα ἀπὸ κάποιο θόρυβο κι ἔστηνε αὐτὶ μήπως τὸν ξανακούσει – τὸν θόρυβο κάποιου ποὺ κινεῖται μὲς στὸ σπίτι, μιᾶς παρουσίας ξένης.
(Τομπάιας Γούλφ (Tobias Wolff) (Μπέρμιγχαμ, Ἀλαμπάμα, 1945). Εἶναι γνωστὸς γιὰ τὰ χρονικὰ τοῦ This Boy’s Life, καθὼς καὶ γιὰ τὰ διηγήματά του, ἐνῶ ἔχει γράψει καὶ δύο μυθιστορήματα. Οἱ κριτικοὶ τὸν κατέταξαν στὸ κίνημα τοῦ βρόμικου ρεαλισμοῦ μαζὶ μὲ τὸν Ρέιμοντ Κάρβερ καὶ μίλησαν γιὰ ἀναγέννηση τοῦ ἀμερικανικοῦ διηγήματος, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ἀρνεῖται τέτοιους ἰσχυρισμούς. Ἔχει τιμηθεῖ μὲ διάφορα βραβεῖα, ἐνῶ τὰ χρονικὰ καὶ ἕνα διήγημά του ἔχουν μεταφερθεῖ στὸν κινηματογράφο. Βλ. καὶ Πλανόδιον ἀρ. 44 (Ἰούνιος 2008), μιὰ πρώτη ἐκτεταμένη γνωριμία μὲ τὸ ἔργο του στὸ ἀφιέρωμα: «Ἡ χαρὰ τοῦ πολεμιστῆ καὶ ἄλλα διηγήματα», Εἰσαγωγή-μετάφραση-σημειώσεις: Τάσος Ἀναστασίου. Ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Πόλις κυκλοφοροῦν ἐπίσης τὰ βιβλία του Τὸ παλιὸ σχολεῖο (μυθιστόρημα, 2008) καὶ Ὁ κλέφτης τοῦ στρατοπέδου (διηγήματα, 2009)).
http://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/2011/02/21/tobias-wolff-pes-nai/
Ας ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα την μάνα που σας γέννησε.
Ζοζέ Σαραμάγκου
Ζοζέ Σαραμάγκου
31.3.11
26.3.11
Προσευχή
Κύριε, νύχτωσε, και η ψυχή είναι εξαθλιωμένη.
Τόσο τρομερές ήταν η φουρτούνα και η θέληση!
Ό,τι μας έχει απομείνει στην εχθρική αυτή σιωπή,
Η νοσταλγία είναι και η θάλασσα η καθολική.
Όμως, η φλόγα που η ζωή μέσα μας άναψε
Ακόμα σιγοκαίει, αν ακόμα υπάρχει εδώ ζωή,
Θάνατος παγωμένος την έχει κρύψει μες τις στάχτες,
Αλλά το χέρι του ανέμου μπορεί και πάλι να την αναστήσει.
Δώσε πνοή, αέρα - τη λαχτάρα ή την κατάρα -
Τη φλόγα της προσπάθειας να ζωντανέψει.
Κάνε να επανακτήσουμε την Απεραντοσύνη της θάλασσας
Ή όποιουδήποτε άλλου συνόρου, που μπορούμε να κατέχουμε!
Φ. Πεσσόα
Τόσο τρομερές ήταν η φουρτούνα και η θέληση!
Ό,τι μας έχει απομείνει στην εχθρική αυτή σιωπή,
Η νοσταλγία είναι και η θάλασσα η καθολική.
Όμως, η φλόγα που η ζωή μέσα μας άναψε
Ακόμα σιγοκαίει, αν ακόμα υπάρχει εδώ ζωή,
Θάνατος παγωμένος την έχει κρύψει μες τις στάχτες,
Αλλά το χέρι του ανέμου μπορεί και πάλι να την αναστήσει.
Δώσε πνοή, αέρα - τη λαχτάρα ή την κατάρα -
Τη φλόγα της προσπάθειας να ζωντανέψει.
Κάνε να επανακτήσουμε την Απεραντοσύνη της θάλασσας
Ή όποιουδήποτε άλλου συνόρου, που μπορούμε να κατέχουμε!
Φ. Πεσσόα
15.3.11
Το τρελό δίδυμο
Το τρελό δίδυμο Πέτρος Βαγιόπουλος και Μανώλης Ρασούλης.
Δυο τραγούδια για το αντίο. Με χαμόγελο.
Δυο τραγούδια για το αντίο. Με χαμόγελο.
14.3.11
Τώρα που είναι άνοιξη…
Ένα δύο τεστ, ένα δύο τεστ.
Τώρα που είναι άνοιξη…
Ευκαιρία να τα φορτώσω στον κόκορα.
Για να τα φορτώσω στον κόκορα, χρειάζεται μια κάποια ανακατανομή.
στόχοι Α (βαθμός δυσκολίας : 0/10)
1.μαθαίνω να φτιάχνω αγγουρόσουπα (τρώγεται κρύα, τώρα που είναι άνοιξη…)
2.χάνω 4 κιλά για να μου ξαναμπεί το μπικίνι (προτεινόμενη δίαιτα: Κ δύο εβδομάδων + αγγουρόσουπα 1 φορά τη μέρα)
3.κάνω γενική καθαριότητα – μα τι ωραία, τώρα που είναι άνοιξη...
4.γεμίζω το σπίτι με βάζα.
5.βάζω χαρούμενη μουσική και κάθομαι με τις ώρες στη βεράντα ρεμβάζοντας και χαμογελώντας. Ρίχνω πεταχτές ματιές στα βάζα μου.
στόχοι Β (βαθμός δυσκολίας : 3/10)
1.κάνω το πρώτο ανοιξιάτικο πάρτι (α χα,χαχα…α χα,χαχα)
2.βγάζω, πλένω, σιδερώνω όλα τα πολύχρωμα ανοιξιάτικα μου ρούχα (α χα,χαχα…α χα, χαχα)
3.τρώω τακτικά – δυό φορές τη βδομάδα ψάρι – απαραιτήτως
4.αποφασίζω να ανακαλύψω ξανά τις ομορφιές του νησιού μας, που δεν είναι μόνο πολύπαθο, πριτς.
5.γνωρίζω καθαρούς ξένους που ζουν στη χώρα μας και ανταλλάζουμε επισκέψεις επειδή δεν είμαι ρατσίστρια. Κατά προτίμηση πλούσιους ρώσους που έχουν δεύτερο διαμέρισμα στη Μόσχα μη φάμε τρία μηνιάτικα στα ξενοδοχεία όταν πάμε.
στόχοι Γ (βαθμός δυσκολίας : 6/10)
1.αποκτώ τη συνήθεια να πλένω το αυτοκίνητο μου ανελλιπώς μια φορά τη βδομάδα (σε κάνει να νοιώθεις όμορφα αυτό, κοιτάς αλλιώς τον κόσμο όταν φεύγεις από το πλυντήριο αυτοκινήτων)
2.γράφομαι στο γυμναστήριο σε κάνει να σκέφτεσαι καθαρότερα μου είπαν
3.ανακαλύπτω τη θηλυκότητα μου κάνοντας μανικιούρ-τζελ με εναλλακτικά σχέδια στο αριστερό παράμεσο δάκτυλο.
4.διαβάζω βιβλία και μπλογκς επαναστατικής αυτό-βοήθειας. Χωρίς έμπνευση τι να το κάνεις, θέλει κι ο αναγνώστης το κατιτίς του να φαντασιωθεί.
5.φορώ γάντια όταν πλένω τα πιάτα για να παραμείνουν τα χέρια μου λεία και τρυφερά και για να μην ξεθωριάζει το τζελ. Φαίνεται άσχημο όταν κρατάς – εναλλακτικά – το μπουκάλι της μπύρας.
Στόχοι Δ (βαθμός δυσκολίας : 10/10)
1.ξοφλώ τα χρέη μου με καρτερία και υπομονή και σταματώ να βλέπω ειδήσεις. δεν είναι κομψό να απελπίζεσαι και να θυμώνεις.
2.κάνω κάθε βράδυ την ευχή μου με ότι νάναι φτάνει να είναι αισιόδοξο και αποκηρύττω τους σκοτεινούς πειρασμούς. δεν βοηθά σε τίποτα ο σατανάς ούτε σε κάνει πιο έξυπνο.
3.βάζω την αγάπη, την ειρήνη και τη γλυκύτητα στη καρδιά μου τελειωτικά.
4.κόβω το κάπνισμα
5.γίνομαι δημοφιλής κάνοντας παρέα με άλλους δημοφιλείς.
Στόχοι Ε
1.καταλαβαίνω τη μοναδικότητα μου στον κόσμο
2.συνεισφέρω τα μέγιστα στο παρόν σεβόμενη την μοναδικότητά μου χωρίς να γίνομαι αντικοινωνική προς θεού.
3.πουλώ τη ψυχή μου στο διάολο σεβόμενη το παρόν που λέγαμε, δεν είν΄κακό.
4.δεν έχω κανένα στόχο που να μην είναι εμφανίσιμος (αμέ)
5.πετώ το μαχαίρι απ΄το στόμα. (αν ακόμα δεν έχει πέσει από μόνο του)
Τώρα που είναι άνοιξη…
Ευκαιρία να τα φορτώσω στον κόκορα.
Για να τα φορτώσω στον κόκορα, χρειάζεται μια κάποια ανακατανομή.
στόχοι Α (βαθμός δυσκολίας : 0/10)
1.μαθαίνω να φτιάχνω αγγουρόσουπα (τρώγεται κρύα, τώρα που είναι άνοιξη…)
2.χάνω 4 κιλά για να μου ξαναμπεί το μπικίνι (προτεινόμενη δίαιτα: Κ δύο εβδομάδων + αγγουρόσουπα 1 φορά τη μέρα)
3.κάνω γενική καθαριότητα – μα τι ωραία, τώρα που είναι άνοιξη...
4.γεμίζω το σπίτι με βάζα.
5.βάζω χαρούμενη μουσική και κάθομαι με τις ώρες στη βεράντα ρεμβάζοντας και χαμογελώντας. Ρίχνω πεταχτές ματιές στα βάζα μου.
στόχοι Β (βαθμός δυσκολίας : 3/10)
1.κάνω το πρώτο ανοιξιάτικο πάρτι (α χα,χαχα…α χα,χαχα)
2.βγάζω, πλένω, σιδερώνω όλα τα πολύχρωμα ανοιξιάτικα μου ρούχα (α χα,χαχα…α χα, χαχα)
3.τρώω τακτικά – δυό φορές τη βδομάδα ψάρι – απαραιτήτως
4.αποφασίζω να ανακαλύψω ξανά τις ομορφιές του νησιού μας, που δεν είναι μόνο πολύπαθο, πριτς.
5.γνωρίζω καθαρούς ξένους που ζουν στη χώρα μας και ανταλλάζουμε επισκέψεις επειδή δεν είμαι ρατσίστρια. Κατά προτίμηση πλούσιους ρώσους που έχουν δεύτερο διαμέρισμα στη Μόσχα μη φάμε τρία μηνιάτικα στα ξενοδοχεία όταν πάμε.
στόχοι Γ (βαθμός δυσκολίας : 6/10)
1.αποκτώ τη συνήθεια να πλένω το αυτοκίνητο μου ανελλιπώς μια φορά τη βδομάδα (σε κάνει να νοιώθεις όμορφα αυτό, κοιτάς αλλιώς τον κόσμο όταν φεύγεις από το πλυντήριο αυτοκινήτων)
2.γράφομαι στο γυμναστήριο σε κάνει να σκέφτεσαι καθαρότερα μου είπαν
3.ανακαλύπτω τη θηλυκότητα μου κάνοντας μανικιούρ-τζελ με εναλλακτικά σχέδια στο αριστερό παράμεσο δάκτυλο.
4.διαβάζω βιβλία και μπλογκς επαναστατικής αυτό-βοήθειας. Χωρίς έμπνευση τι να το κάνεις, θέλει κι ο αναγνώστης το κατιτίς του να φαντασιωθεί.
5.φορώ γάντια όταν πλένω τα πιάτα για να παραμείνουν τα χέρια μου λεία και τρυφερά και για να μην ξεθωριάζει το τζελ. Φαίνεται άσχημο όταν κρατάς – εναλλακτικά – το μπουκάλι της μπύρας.
Στόχοι Δ (βαθμός δυσκολίας : 10/10)
1.ξοφλώ τα χρέη μου με καρτερία και υπομονή και σταματώ να βλέπω ειδήσεις. δεν είναι κομψό να απελπίζεσαι και να θυμώνεις.
2.κάνω κάθε βράδυ την ευχή μου με ότι νάναι φτάνει να είναι αισιόδοξο και αποκηρύττω τους σκοτεινούς πειρασμούς. δεν βοηθά σε τίποτα ο σατανάς ούτε σε κάνει πιο έξυπνο.
3.βάζω την αγάπη, την ειρήνη και τη γλυκύτητα στη καρδιά μου τελειωτικά.
4.κόβω το κάπνισμα
5.γίνομαι δημοφιλής κάνοντας παρέα με άλλους δημοφιλείς.
Στόχοι Ε
1.καταλαβαίνω τη μοναδικότητα μου στον κόσμο
2.συνεισφέρω τα μέγιστα στο παρόν σεβόμενη την μοναδικότητά μου χωρίς να γίνομαι αντικοινωνική προς θεού.
3.πουλώ τη ψυχή μου στο διάολο σεβόμενη το παρόν που λέγαμε, δεν είν΄κακό.
4.δεν έχω κανένα στόχο που να μην είναι εμφανίσιμος (αμέ)
5.πετώ το μαχαίρι απ΄το στόμα. (αν ακόμα δεν έχει πέσει από μόνο του)
13.3.11
Αβάσταχτο Νησί, Virgilio Piñera
(απόσπασμα)
Οι αιώνιες ιστορίες μπροστά στην ιστορία μιας χρήσης του ήλιου,
οι αιώνιες ιστορίες αυτής της γης που ξεπετάει καραγκιόζηδες
και παπαγάλους,
οι αιώνιες ιστορίες των μαύρων που πήγαν
και των λευκών που δεν πήγαν,
ή αντιστρόφως ή όπως καλύτερα νομίζετε,
οι αιώνιες λευκές, μαύρες, κίτρινες, κόκκινες, μπλε ιστορίες,
- όλα τα χρώματα της ίριδας να παίρνουν φωτιά -,
η αιώνια ιστορία του ευρωπαίου με το κυνικό χαμόγελο
που ήρθε για να σφίξει τα βυζιά της μάνας μου.
Ο φρικτός κυκλικός περίπατος,
το ερεβώδες παιχνίδι των ποδιών πάνω στη κυκλική άμμο,
η σπασμωδική κίνηση της φτέρνας που αποφεύγει τη βεντάλια
του σκαντζόχοιρου,
τα καταθλιπτικά βαλτόδεντρα, σαν μια καρκινογόνα ζώνη
τριγυρίζουν το νησί,
τα βαλτόδεντρα κι η σαπισμένη άμμος
σφίξουν τα νεφρά των κατοίκων του νησιού.
Μόνον ανυψώνεται ένα φλαμίνγκο απολύτως.
Κανένας δεν μπορεί να φύγει, κανένας δεν μπορεί να φύγει!
Ένα χωνί η ζωή μας κι από πάνω ο αφρός απ’ την λύσσα.
Κανείς δεν μπορεί να φύγει:
κι ο μικρότερος καρχαρίας δεν θα δεχόταν να μεταφέρει ένα άθικτο
σώμα.
Κανείς δεν μπορεί να φύγει:
ένα τσαμπί σταφύλια στο μέτωπο της ντόπιας γυναίκας
που κάνει αέρα αργά σε μια κουνιστή πολυθρόνα,
και «κανείς δεν μπορεί να φύγει» καταλήγει απαίσια στο χτύπημα
των κλάβες.
Ο κάθε άνθρωπος να τρώει κομμάτια απ’ το νησί,
ο κάθε άνθρωπος να καταβροχθίζει τα φρούτα, τις πέτρες και τα τρέφοντα
περιττώματα,
ο κάθε άνθρωπος να δαγκώνει το χώρο που άφησε η σκιά του,
ο κάθε άνθρωπος να τρίζει τα δόντια του στο κενό όπου ο ήλιος
συνηθίζεται,
ο κάθε άνθρωπος, να ανοίγει το στόμα του σαν στέρνα κλείνει μέσα του
το νερό
της θάλασσας, αλλά όπως το άλογο του βαρόνου Μινχάουζεν
το πετάει με πάθος απ’ το πισινό του τέταρτο,
ο κάθε άνθρωπος στην κακιωμένη δουλειά να κόβει
τις άκρες από το ωραιότερο νησί του κόσμου,
ο κάθε άνθρωπος να προσπαθεί να θέσει σε κίνηση το κτήνος διασταυρωμένο
με πυγολαμπίδες.
Μετάφραση από τα ισπανικά: Γιώργος Ρούβαλης
Πηγή:http://poeticanet.com/main.php
Οι αιώνιες ιστορίες μπροστά στην ιστορία μιας χρήσης του ήλιου,
οι αιώνιες ιστορίες αυτής της γης που ξεπετάει καραγκιόζηδες
και παπαγάλους,
οι αιώνιες ιστορίες των μαύρων που πήγαν
και των λευκών που δεν πήγαν,
ή αντιστρόφως ή όπως καλύτερα νομίζετε,
οι αιώνιες λευκές, μαύρες, κίτρινες, κόκκινες, μπλε ιστορίες,
- όλα τα χρώματα της ίριδας να παίρνουν φωτιά -,
η αιώνια ιστορία του ευρωπαίου με το κυνικό χαμόγελο
που ήρθε για να σφίξει τα βυζιά της μάνας μου.
Ο φρικτός κυκλικός περίπατος,
το ερεβώδες παιχνίδι των ποδιών πάνω στη κυκλική άμμο,
η σπασμωδική κίνηση της φτέρνας που αποφεύγει τη βεντάλια
του σκαντζόχοιρου,
τα καταθλιπτικά βαλτόδεντρα, σαν μια καρκινογόνα ζώνη
τριγυρίζουν το νησί,
τα βαλτόδεντρα κι η σαπισμένη άμμος
σφίξουν τα νεφρά των κατοίκων του νησιού.
Μόνον ανυψώνεται ένα φλαμίνγκο απολύτως.
Κανένας δεν μπορεί να φύγει, κανένας δεν μπορεί να φύγει!
Ένα χωνί η ζωή μας κι από πάνω ο αφρός απ’ την λύσσα.
Κανείς δεν μπορεί να φύγει:
κι ο μικρότερος καρχαρίας δεν θα δεχόταν να μεταφέρει ένα άθικτο
σώμα.
Κανείς δεν μπορεί να φύγει:
ένα τσαμπί σταφύλια στο μέτωπο της ντόπιας γυναίκας
που κάνει αέρα αργά σε μια κουνιστή πολυθρόνα,
και «κανείς δεν μπορεί να φύγει» καταλήγει απαίσια στο χτύπημα
των κλάβες.
Ο κάθε άνθρωπος να τρώει κομμάτια απ’ το νησί,
ο κάθε άνθρωπος να καταβροχθίζει τα φρούτα, τις πέτρες και τα τρέφοντα
περιττώματα,
ο κάθε άνθρωπος να δαγκώνει το χώρο που άφησε η σκιά του,
ο κάθε άνθρωπος να τρίζει τα δόντια του στο κενό όπου ο ήλιος
συνηθίζεται,
ο κάθε άνθρωπος, να ανοίγει το στόμα του σαν στέρνα κλείνει μέσα του
το νερό
της θάλασσας, αλλά όπως το άλογο του βαρόνου Μινχάουζεν
το πετάει με πάθος απ’ το πισινό του τέταρτο,
ο κάθε άνθρωπος στην κακιωμένη δουλειά να κόβει
τις άκρες από το ωραιότερο νησί του κόσμου,
ο κάθε άνθρωπος να προσπαθεί να θέσει σε κίνηση το κτήνος διασταυρωμένο
με πυγολαμπίδες.
Μετάφραση από τα ισπανικά: Γιώργος Ρούβαλης
Πηγή:http://poeticanet.com/main.php
10.3.11
Ben Fine:Προοπτικές της Μαρξιστικής Πολιτικής Οικονομίας
Αυτό το άρθρο εξετάζει τις προοπτικές της Μαρξιστικής Πολιτικής Οικονομίας. Η εξέταση αυτή περιορίζεται στην Δυτική Ακαδημαϊκή σκηνή, δίνοντας έμφαση στο γεγονός ότι οι προοπτικές είναι λαμπρότερες σε σχέση με μια μεγάλη προηγούμενη περίοδο, υπό το φως της διπλής υποχώρησης αφενός μεν του νεοφιλελευθερισμού, αφετέρου δε του μεταμοντερνισμού. Αυτό αντανακλά μια ανανέωση του ενδιαφέροντος, κατά την τελευταία εικοσαετία, στην υλική και την συστημική πραγματικότητα του σύγχρονου καπιταλισμού.
Ένα ενδιαφέρον που θα ενισχυθεί από την παγκόσμια κρίση. Από την άλλη, η μη-ανεκτική δεσπόζουσα τάση στα οικονομικά συνιστά απειλή καθώς επιβουλεύεται να επεκταθεί στις κοινωνικές επιστήμες με τη μορφή του Ιμπεριαλισμού των οικονομικών. Παρά ταύτα, υπάρχουν σοβαροί λόγοι να είμαστε αισιόδοξοι, ειδικά για το ρόλο της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας στις κοινωνικές επιστήμες και στις διεπιστημονικές προσπάθειες (/προσεγγίσεις), με τις κοινωνικές επιστήμες να είναι πιο ανοιχτές στις μελλοντικές τους κατευθύνσεις και στο περιεχόμενο, όπου είναι κομβικό να παρέμβουμε και να κάνουμε τη διαφορά.
Προοπτικές της Μαρξιστικής Πολιτικής Οικονομίας*
του Ben Fine
Η σημερινή ομιλία μου αφορά τις προοπτικές της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας. Οι κρίσεις είναι πολύ παράξενα γεγονότα. Σίγουρα κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο νεοφιλελευθερισμός διέρχεται σήμερα τόσο από μία οικονομική κρίση, όσο και από μια κρίση νομιμοποίησης. Φαίνεται λοιπόν να υπάρχει ένα κενό, που θα μπορούσε να καλυφθεί από το Μαρξισμό, για την κατανόηση και την απάντηση στην κρίση. Και ο Μαρξισμός έχει να υπάρξει τόσο δημοφιλής από το τέλος της μεταπολεμικής έκρηξης 30-40 χρόνια πριν. Κι όμως, εν γένει ο Μαρξισμός φαίνεται να παραμένει στο περιθώριο. Χωρίς αμφιβολία, αυτό είναι συνέπεια της αποδυνάμωσης και της περιθωριοποίησης του εργατικού κινήματος, των προοδευτικών κινημάτων και των αντί-ιμπεριαλιστικών αγώνων, οι τελευταίοι την επαύριον των εξελίξεων στα μετά-αποικιακά κράτη. Επιπροσθέτως, η πιο εντυπωσιακή ιδιορρυθμία αυτής της κρίσης είναι το βάθος της και το εύρος της, παρά την αδυναμία των αντικαπιταλιστικών κινημάτων, παρά την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, και παρά τα χαμηλά επίπεδα των πραγματικών και των κοινωνικών μισθών. Ακριβώς επειδή η εργατική τάξη είναι τόσο αδύναμη, οι αναλύσεις και οι εναλλακτικές από μέρους της είναι τόσο αναγκαίες, και όμως τόσο απούσες.
Όταν λοιπόν μιλάω στο σήμερα για τις προοπτικές της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, αναφέρομαι στις προοπτικές που έχει στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Και αυτό όχι γιατί (ο Μαρξισμός) απουσιάζει από τον έξω-ακαδημαϊκό κόσμο, αλλά γιατί προσωπικά δεν γνωρίζω και πολλά γι’ αυτόν. Η αιτία είναι ότι, έξω από τον ακαδημαϊκό χώρο, είναι πολύ-διασπασμένος και ετερογενής, πράγμα το οποίο με στεναχωρεί πολύ. Και αυτό δεν αντανακλά μόνο την αδυναμία των προοδευτικών κινημάτων, και συγκεκριμένα του εργατικού κινήματος, αλλά και την αδύναμη θέση του μαρξισμού στους κόλπους της εργατικής τάξης. Όμως αυτό επιδρά στη φύση και το περιεχόμενο του Μαρξισμού ο οποίος προκύπτει ως αποτέλεσμα. Φυσικά, στο ένα άκρο έχουμε τον εκφυλισμό του Μαρξισμού –και εδώ έχω στο μυαλό μου την άνοδο και την πτώση του Αναλυτικού Μαρξισμού, ή αλλιώς του Μαρξισμού της Ορθολογικής Επιλογής. Η μελέτη (scholarship) του Μαρξισμού υποβαθμίζεται, φιλοδοξώντας να γίνει αποδεκτή από την «ορθόδοξη» οικονομική σκέψη και την «λόγια» ακαδημαϊκή ελίτ (scholarship). Πράγμα που γίνεται εις βάρος τόσο του περιεχομένου, όσο και της επιρροής του Μαρξισμού.
Αλλά ο εγκλεισμός του Μαρξισμού στον ακαδημαϊκό χώρο έχει πολύ ευρύτερες συνέπειες. Αυτές αφορούν το ποια ερωτήματα τίθενται, πώς τίθενται και σε ποιόν απευθύνονται. Όπως είπε κι ο ίδιος ο γέρο-Μαρξ, οι φιλόσοφοι έχουν ερμηνεύσει τον κόσμο με διάφορους τρόπους, αλλά το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε. Αυτό δεν είναι μόνο μία αξιόλογη έκκληση για δράση, αλλά μια δήλωση για το πώς αποκτάται η γνώση: η δράση για την αλλαγή του κόσμου αποτελεί τη βάση για να κατανοήσουμε τον κόσμο. Για εμένα προσωπικά, από τις συνεισφορές μου στο Μαρξισμό, μεγαλύτερη ικανοποίηση μου προσέφεραν όσες προσδέθηκαν στο εργατικό κίνημα και σε διάφορους ακτιβισμούς. Είναι αυτή η δραστηριότητα μέσα από ή ενάντια σε πολιτικά κόμματα, σε συνεργασία με το κίνημα των σωματείων για την οποία αυτού του είδους η μόρφωση και η έρευνα είναι απαραίτητες. Για να το πούμε διαφορετικά, ο Μαρξισμός είναι στα καλύτερά του όταν συνδέεται με την πάλη για την απελευθέρωση.
Βέβαια, δεν πρέπει να παραβλέψουμε τη δυνατότητα του μαρξισμού να γίνει ένα «δόγμα» στην υπηρεσία πολιτικών καθεστώτων και αγώνων. Άλλωστε πολλοί έλκονται από την ιδέα ενός δημοκρατικού συγκεντρωτισμού που μας τραβάει προς την πρόοδο, εις βάρος της ελευθερίας της έκφρασης και του διαλόγου. «Άγνωστες αι βουλαί» του κόσμου…. Όμως προσωπικά έχω την τάση να σέβομαι το αστικό δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου.
Όμως η αρχική πρόθεσή μου είναι να μιλήσω για τις προοπτικές της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας στον ακαδημαϊκό κόσμο. Και χρειάζεται να περιορίσω ακόμα περισσότερο τον εαυτό μου σε ένα μόνο κομμάτι του Αγγλόφωνου κόσμου. Μπορώ μόνο να ελπίζω ότι η σημαντική επιρροή του μαρξισμού οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, θα έβρισκε ένα τρόπο να μου γνωστοποιηθεί. Όμως δεν υπάρχει καμία εγγύηση γι αυτό και ελπίζω να μάθω από εσάς. Σε αυτή τη βάση και κάτω από αυτόν τον, καθόλου θελκτικό, περιορισμό επιτρέψτε μου να συνεχίσω.
Πρώτο-ασχολήθηκα με τη μαρξιστική πολιτική οικονομία στις δεκαετίες του 1960’ και του 1970’. Τότε βρισκόταν στην κορύφωσή της, καθώς η μεταπολεμική ραγδαία ανάπτυξη πλησίαζε στο τέλος της. Ο ριζοσπαστισμός, οι αγώνες των σωματείων και τα προοδευτικά κινήματα κορυφώνονταν και αντιπολιτεύονταν σε μεγάλο βαθμό τον πόλεμο του Βιετνάμ. Αυτή ήταν η εποχή των μεγάλων αντιπαραθέσεων γύρω από τη μαρξιστική θεωρία της αξίας. Ήταν η εποχή κατά την οποία προσπαθούσαμε να εξηγήσουμε την μεταπολεμική ξέφρενη ανάπτυξη και την κρίση της, διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας το Κεφάλαιο. Από τότε και για πολύ καιρό ακόμα, η μαρξιστική πολιτική οικονομία είχε πάρει την κάτω βόλτα. Γιατί όμως επήλθε αυτή η κατάπτωση; Και γιατί είναι οι προοπτικές της πολύ λαμπρότερες σήμερα, όπως θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια;
Θέλω να προτάξω τέσσερις λόγους για τους οποίους η μαρξιστική πολιτική οικονομία είχε κακές επιδόσεις στην σκηνή της διανόησης. Ο πρώτος έχει να κάνει με της εξελίξεις στα ίδια τα οικονομικά. Παραδόξως, ο στασιμοπληθωρισμός της δεκαετίας του 1970’ έμελλε να επιταχύνει προϋπάρχουσες τάσεις μέσα στα οικονομικά. Ποιες ήταν αυτές οι τάσεις στα οικονομικά ως ακαδημαϊκή πειθαρχία; Ίσως γίνει λίγο τεχνική η κουβέντα, αλλά, πρώτα απ’ όλα, τα οικονομικά στηρίζονταν αποκλειστικά σε μια συγκεκριμένη τεχνική ανάλυσης και σε μια συγκεκριμένη μεθοδολογία. Αυτή ήταν η ιδέα ότι η οικονομία μπορεί να εξηγηθεί εξετάζοντας την ορθολογική συμπεριφορά των ατόμων, η οποία βελτιστοποιεί την ωφέλειά τους. Αυτά τα άτομα υπάρχουν στα πλαίσια των αγορών, που λειτουργούν τέλεια, και οι οικονομολόγοι ανέπτυξαν έναν τεχνικό μηχανισμό για να παρατηρούν τη συμπεριφορά τους, η οποία είναι παρόμοια με την συμπεριφορά όσων μελετούν οικονομικά. Αυτοί οι τεχνικοί μηχανισμοί ονομάστηκαν συναρτήσεις παραγωγής και συναρτήσεις ωφέλειας. Οπότε η εστίαση στο άτομο αντικατέστησε την εστίαση στο καπιταλιστικό σύστημα.
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι υπάρχει ένα σημείο ισορροπίας. Το σημείο ισορροπίας υπάρχει, είναι μοναδικό, είναι σταθερό και αποδοτικό. Αυτό το σημείο ισορροπίας έχει ένα τρόπο να καταλαβαίνει τον κόσμο: όχι επειδή ο κόσμος βρίσκεται πάντα σε ισορροπία, αλλά επειδή θα πρέπει να τον αντιλαμβανόμαστε ως απόκλιση από αυτό το σημείο ισορροπίας.
Οπότε, πρώτον, άτομο, δεύτερον, σημείο ισορροπίας. Το τρίτο χαρακτηριστικό είναι η ιδέα ότι οι αγορές δουλεύουν σωστά, αλλά οι αποκλίσεις λόγω ατελειών στην αγορά μπορούν να μεγαλοποιηθούν, όπως και η δυνατότητα των κρατών να βελτιώνονται από αυτές.
Ένα τέταρτο χαρακτηριστικό των οικονομικών ήταν η χρήση των στατιστικών μεθόδων ως ένας τρόπος κατανόησης των αιτιωδών σχέσεων, μέσω της λεγόμενης οικονομετρίας.
Μαζί με τα προηγούμενα, το πέμπτο χαρακτηριστικό είναι ότι τα οικονομικά θεωρούν τον εαυτό τους επιστήμη. Και απορρίπτουν άλλες μεθόδους, την ιστορία της οικονομικής σκέψης και τις σχέσεις με τις άλλες ακαδημαϊκές πειθαρχίες.
Επιπρόσθετα, οι αρχές της μικροοικονομίας, που μόλις περιέγραψα, άρχισαν να χρησιμοποιούνται και αλλού. Αυτό είναι που αποκαλώ «Ιμπεριαλισμός των Οικονομικών» (όχι οικονομικός ιμπεριαλισμός). Αυτό συνδέθηκε πιο στενά με κάποιον που λέγεται Γκάρυ Μπέκερ (Gary Becker) Η ιδέα του είναι ότι τα οικονομικά δεν μπορούν να εξηγήσουν μόνο την οικονομία, αλλά και ολόκληρη την κοινωνία. Αυτή η ιδέα έκανε να «ανθίσουν» πολλά πεδία των οικονομικών: η θεωρία της Δημόσιας Επιλογής, τα Νέα Οικονομικά της Ανάπτυξης, τα Νέα Οικονομικά του Νοικοκυριού, η θεωρία του Ανθρώπινου κεφαλαίου κ.ο.κ.
Ένας άλλος κάτοχος βραβείου Νόμπελ, όχι ο Γκαρυ Μπέκερ, αλλά ο Τζέημς Μπιουκάναν (James Buchanan), το εξήγησε πολύ καλά αυτό. Εξήγησε την επιλογή μεταξύ πολέμου και ειρήνης όπως θα εξηγούσε την επιλογή μεταξύ ενός μήλου και ενός αχλαδιού. Αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω είναι ότι τα οικονομικά έγιναν ακραία με δύο τρόπους. Πρώτα μέσα στο αντικείμενο των οικονομικών με πιο σημαντικά τα λεγόμενα «νεοκλασικά οικονομικά». Αυτή ήταν μια ακραία μορφή μονεταρισμού, για τον οποίον ο Μίλτον Φρίντμαν (Milton Friedman) φάνταζε πολύ αριστερός, η κοινωνία αποτελούνταν από υπέρ-ορθολογικά άτομα, οι αγορές λειτουργούσαν τέλεια, το κράτος ήταν μη αποτελεσματικό και οι επιχειρηματικοί κύκλοι αναπαριστούσαν οικονομίες που λειτουργούν τέλεια (αντί για ατελώς). Αυτές οι αρχές πήραν τα ηνία στα οικονομικά και προσπάθησαν να κατακτήσουν και τις άλλες κοινωνικές επιστήμες.
Αυτό ήταν, πρώτο απ’ όλα, ένα εξαιρετικά εχθρικό έδαφος για τoν Μαρξισμό. Και μάλιστα με ένα τρόπο πολύ οικείο στους Κορεάτες, κατά τη γνώμη μου. Αυτός είναι η επαγγελματοποίηση και η αμερικανοποίηση της ακαδημαϊκής πειθαρχίας των οικονομικών. Τα οικονομικά είναι ένα βαθιά μη δημοφιλές αντικείμενο. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ ο αριθμός των διδακτορικών διατριβών στα οικονομικά αυξάνεται, ο αριθμός των φοιτητών αμερικανικής καταγωγής που ασχολούνται με το αντικείμενο μειώνεται. Δηλαδή η Αμερική εκπαιδεύει τους οικονομολόγους όλου του κόσμου (Fine and Milonakis, op cit: 139)…[...]
Ότι έχω περιγράψει παραπάνω, αποτελεί την ακαδημαϊκή αντανάκλαση του Ριγκανισμού και του Θατσερισμού, σε μια χρονική περίοδο που αποτελεί για ‘μένα την πρώτη φάση του νεοφιλελευθερισμού. Σε αυτή τη φάση, το ιδιωτικό κεφάλαιο, εμφανώς υποστηριζόμενο από το κράτος, ξαμολήθηκε στον κόσμο προβαίνοντας σε μια «θεραπεία σοκ», που προηγήθηκε και ξεπέρασε τις πολιτικές που συστάθηκαν αργότερα για την Ανατολική Ευρώπη. Αυτή η εξέλιξη στα οικονομικά περίμενε να πλήξει τον Κεϋνσιανισμό. Ενάντια σ’ αυτή την εξέλιξη αναπτύχθηκε τα τελευταία 20 χρόνια και μια αντίδραση, που όμως ήταν ήπια και περιορισμένη: τα μίκρο-οικονομικά των ατελειών της αγοράς και ειδικά των ατελειών στην πληροφόρηση. Αυτή η αντίδραση προωθήθηκε και συσχετίστηκε κυρίως με τον Joe Stiglitz. Να τι είχε να πει, μόλις πριν από λίγους μήνες, για την κρίση: « Η Αριστερά καταλαβαίνει πλέον τις αγορές και το ρόλο που μπορούν και πρέπει να παίξουν στην οικονομία… η νέα Αριστερά προσπαθεί να κάνει τις Αγορές να δουλέψουν.»
Αυτό που εννοεί είναι, ότι προσπαθούν να κάνουν τον Καπιταλισμό να δουλέψει. Και ο τρόπος, με τον οποίο προσπαθούν να το καταφέρουν αυτό, είναι μέσα από μικρές διορθωτικές και υποστηρικτικές παρεμβάσεις στην αγορά. Δηλαδή, δεν έχουν να προσφέρουν κάποια συστημική ανάλυση του καπιταλισμού ή της ίδιας της οικονομικής κρίσης. Αυτά είναι τα οικονομικά που ανταποκρίνονται στην σημερινή κατάσταση. Αυτή είναι η «δεύτερη φάση του νεοφιλελευθερισμού», όπως την αποκαλώ. Και προσπαθεί να κάνει κάτι για τις χειρότερες πτυχές της πρώτης φάσης, αλλά κυρίως, κάνει ότι μπορεί, όπως φαίνεται από τις πολιτικές που υιοθετούνται για το ξεπέρασμα της σημερινής κρίσης, για να μπορέσει το οικονομικό σύστημα (financial system) να δουλέψει.
Όμως αυτά τα νέα «οικονομικά των ατελειών της αγοράς» είναι αυτό που θα αποκαλούσα οικονομικά-ζόμπι (Fine, 2008b. 2008b).Έχουν μεγάλη επιρροή: «Ας διορθώσουμε εδώ, ας διορθώσουμε εκεί, ας διορθώσουμε παραπέρα…». Είναι λοιπόν ζωντανά και καλοδιατηρημένα με τους δικούς τους όρους. Είναι όμως και νεκρά, καθώς δεν έχουν καμία νέα διανοητική ιδέα. Και μολύνουν οτιδήποτε έρθει σε επαφή μαζί τους –όπως και τα ζόμπι-, επειδή ακριβώς τα πάντα μπορούν να ειδωθούν ως ατέλειες της αγοράς ή θεσμικές αποκρίσεις σε ατέλειες της αγοράς. Δεν υπάρχει καμία τάξη, καμία σύγκρουση, καμία εξουσία. Και ως αποτέλεσμα, τα οικονομικά-ζόμπι συνοδεύονται από μία δηλητηριώδη και πολύ πετυχημένη μορφή οικονομικού ιμπεριαλισμού. Όπως είπα και πριν, ο παλιός οικονομικός ιμπεριαλισμός αντιμετώπιζε τα πάντα ως επιλογή μεταξύ μήλων και αχλαδιών. Ο νέος οικονομικός ιμπεριαλισμός αντιμετωπίζει και πάλι τα πάντα ως επιλογή μεταξύ μήλων και αχλαδιών, μόνο που αυτή τη φορά, δεν είναι σίγουρο ποιο είναι το μήλο και ποιο το αχλάδι. Αυτό σήμαινε, ότι ο νέος ιμπεριαλισμός των οικονομικών ήταν πολύ πιο αποτελεσματικός. Έδωσε ζωή σε ένα σωρό άλλα πεδία – τα νέα θεσμικά οικονομικά, τη νέα οικονομική κοινωνιολογία, τη νέα οικονομική γεωγραφία κτλ. Μάλιστα, σε ένα βιβλίο που πούλησε πέντε εκατομμύρια αντίτυπα, αυτό-αποκαλούνται και Φρικονομικά (Freakonomics), όπως και η απομίμησή του, που αποκαλείται Μια Οικονομική Θεωρία Σχεδόν για τα Πάντα.
Όμως, θα έπρεπε να τονίσω ότι αυτός ο Ιμπεριαλισμός των οικονομικών, δεν παρέμεινε αδιαμφισβήτητος. Υπάρχουν δύο ζητήματα που σημάδεψαν τις κοινωνικές επιστήμες τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Το ένα είναι η απόσυρση από το άκρο του μεταμοντερνισμού –την ενασχόληση με το υποκειμενικό, την εφευρετικότητα, το αυτό-δομούμενο και το από-δομημένο άτομο, η εστίαση στο νόημα και στην ερμηνεία του κόσμου, σε αντίθεση με ή και αρνούμενος τις υλικές ιδιότητές του (κόσμου). Στην πρώτη φάση του νέο-φιλελευθερισμού, υπήρχε μια αξιοσημείωτη παράλληλη ύπαρξη του μεταμοντερνισμού και των mainstream (/της δεσπόζουσας τάσης των) οικονομικών. Ήταν δυο πράγματα εντελώς ασύμβατα μεταξύ τους. Από τη μία, στα οικονομικά, έχουμε το άτομο που μεγιστοποιεί την ωφέλειά του με δεδομένες τις προτιμήσεις του και τα διαθέσιμα αγαθά. Και από την άλλη, για τον μετά-μοντερνισμό, έχουμε την υποκειμενική, εφευρετική ενασχόληση με την ερμηνεία του κόσμου.
Υποδέχομαι με ευχαρίστηση την υποχώρηση από το άκρο του μεταμοντερνισμού, όχι εξαιτίας της καλοδεχούμενης κριτικής εξέτασης των εννοιών, αλλά λόγω της ανάγκης πρόσδεσης στις υλικές πραγματικότητες του σύγχρονου καπιταλισμού.
Το δεύτερο ζήτημα, σχετικά με τις κοινωνικές επιστήμες τις τελευταίες δύο δεκαετίες, είναι η υποχώρηση από το άκρο του νεοφιλελευθερισμού –αν και, όπως ανέφερα προηγουμένως, τείνω να θεωρώ, ότι αυτή είναι η δεύτερη φάση του νέο-φιλελευθερισμού και όχι το τέλος του. Όπως προ-είπα, στην πρώτη φάση του νέο-φιλελευθερισμού, επιδιώκονταν η, όσο το δυνατόν μεγαλύτερη, επέκταση του ιδιωτικού κεφαλαίου και ιδιαίτερα του χρηματιστικού κεφαλαίου, αψηφώντας τις συνέπειες. Στη δεύτερη φάση, επιχειρήθηκε η διόρθωση των δυσλειτουργιών και των ανισοτήτων της πρώτης φάσης – κάτι που υποστηρίχθηκε από την αποσπασματική παρέμβαση, που σχετίζεται με της ατέλειες της αγοράς – αλλά κυρίως συνεχίστηκε η προσπάθεια επέκτασης του ιδιωτικού και ιδιαίτερα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.
Η αντίδραση ενάντια στον νέο-φιλελευθερισμό, καθ-εαυτόν και δι-εαυτόν, καθώς και ως ένα μηχανισμό, που καθορίζει την ατζέντα της συζήτησης, αποτυπώνεται καλά στην ανάδυση δύο εννοιών: της παγκοσμιοποίησης και του κοινωνικού κεφαλαίου. Η βιβλιογραφία σχετικά με την παγκοσμιοποίηση, σχετικά με τον ίδιο τον κόσμο, δεν υπήρχε πριν το 1990. Και ήταν μια νέο-φιλελεύθερη ιδέα. Ήταν η ιδέα πως το κράτος σταδιακά μαραίνονταν και πως αυτό ήταν κάτι καλό. Εν συνεχεία, η ακαδημαϊκή βιβλιογραφία υιοθέτησε μια διαφορετική οπτική γωνία. Αφιέρωσε την προσοχή της στον ορισμό του σύγχρονου καπιταλισμού ως ένα παγκόσμιο σύστημα, αναγνώρισε την συνεχιζόμενη σημασία του κράτους και δεν αρνήθηκε την παγκοσμιοποίηση, αλλά υιοθέτησε την άποψη ότι είναι περίπλοκη και τα αποτελέσματά της διαφοροποιούνται ανάλογα με τον τόπο, τον χρόνο και την οπτική γωνία. Οπότε, η ανάδυση της έννοιας της παγκοσμιοποίησης καταδείκνυε την αντίδραση, μέσα από τις κοινωνικές επιστήμες , ενάντια στον νέο-φιλελευθερισμό, απορρίπτοντας τουλάχιστον την αρχική αντίληψη, κατά την οποία ο μαρασμός του κράτους ήταν πραγματικός και επιθυμητός. Ούτως ή άλλως ο νέο-φιλελευθερισμός αφορούσε πάντα κρατικές παρεμβάσεις για την προώθηση των συμφερόντων του ιδιωτικού κεφαλαίου και ιδιαίτερα αναφορικά με την διεθνοποίησή του (με το χρηματοπιστωτικό τομέα να βγαίνει στο προσκήνιο στην παρούσα περίοδο).
Ίσως να μην γνωρίζετε την έννοια του κοινωνικού κεφαλαίου, αλλά η άνοδός του είναι πολύ λιγότερο θετική. Μια σύντομη εξιστόρηση των ανεπαρκειών του περιλαμβάνει τα ακόλουθα: την ομογενοποίηση διαφορετικών περιβαλλόντων, την παραμέληση της οικονομικής, συνδικαλιστικής, κρατικής εξουσίας και σύγκρουσης, του φύλου, της φυλής, των τάξεων, την απόκρυψη της προέλευσή της από την κοινωνιολογία της ορθολογικής επιλογής, την εξιδανίκευση της αυτό-βοήθειας που εμφανίζεται σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, τη μη απόδοση σημασίας στο παγκόσμιο και στις ελίτ και την υιοθέτησή της από την Παγκόσμια Τράπεζα ως μία συμβολική απάντηση στις επικρίσεις των οικονομικών και κοινωνικών της πολιτικών.
Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε από αυτά τα δύο παραδείγματα είναι ότι οι απαντήσεις στην παρούσα κατάσταση μπορεί να είναι πολύ διαφορετικές. Οπότε αυτό που μπορώ να πω είναι ότι, οι προοπτικές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας είναι πολύ λαμπρότερες αν εξετάσουμε την έννοια της Παγκοσμιοποίησης, απ’ ότι αν εξετάσουμε την έννοια του κοινωνικού κεφαλαίου. Αλλά, οι προοπτικές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας είναι εξαιρετικά λαμπρές μέσα στις κοινωνικές επιστήμες, εκτός των ίδιων των οικονομικών. Κι αυτό, επειδή ακριβώς υπήρξε αυτή η διπλή υποχώρηση από τον μετά-μοντερνισμό και από το νέο-φιλελευθερισμό. Αυτή η διπλή υποχώρηση αντικατοπτρίζει ένα πραγματικό ενδιαφέρον για τη φύση του κόσμου στον οποίο ζούμε. Επομένως, στις κοινωνικές επιστήμες, εξαιρουμένων των οικονομικών, υπάρχει μια γνήσια επιθυμία να κατανοήσουμε την πραγματικότητα του σύγχρονου καπιταλισμού.
Αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω, είναι ο τρόπος με τον οποίον οι εξελίξεις, από την προηγούμενη κρίση, στις κοινωνικές επιστήμες, περιθωριοποίησαν το μαρξισμό. Αυτό συνέβη εξαιτίας του Ιμπεριαλισμού των οικονομικών, του νέο-φιλελευθερισμού, του μετά-μοντερνισμού. Αλλά, ενώ ο Ιμπεριαλισμός των οικονομικών ζει νεκρό-ζώντανος ανάμεσά μας, ο μετά-μοντερνισμός και ο νέο-φιλελευθερισμός είναι διανοητικά σε υποχώρηση. Αυτό ενισχύθηκε από την παρούσα κρίση, και ιδιαίτερα από το πώς ο χρηματοπιστωτικός τομέας κατέληξε να κυριεύει τις ζωές μας. Προκαλώντας επιβράδυνση της μεταπολεμικής ραγδαίας ανάπτυξης, έκανε την οικονομία επιρρεπή στις οικονομικές κρίσεις. Αυτό δεν φαίνονταν σημαντικό, μέχρι που η κρίση χτύπησε τις ΗΠΑ και, παρά την αδυναμία του κινήματος της εργατικής τάξης και των λοιπών προοδευτικών κινημάτων, έφτασε σε τέτοιο βάθος και εύρος. Έτσι, αποκαλύφθηκαν απότομα τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της Αμερικάνικης ηγεμονίας.
Σκοπός της σημερινής ομιλίας μου δεν είναι να περιγράψω τη μαρξιστική απάντηση σε αυτά τα ζητήματα. Σκοπός μου είναι περισσότερο να αποτιμήσω τη δυνατότητα ανάπτυξης της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, υπό αυτές τις συνθήκες. Δεν αμφιβάλλω, ότι ο μαρξισμός γενικά και η πολιτική του οικονομία ειδικότερα είναι, διανοητικά, απαραίτητα στοιχεία για τα καθήκοντα που έχουμε μπροστά μας. Υπάρχει για παράδειγμα, η ανάγκη να κατανοήσουμε τη χρήματο-οικονομική, αλλά και να την υπερβούμε. Υπάρχει επίσης η ανάγκη να συνδέσουμε την κρίση με την ταξική ανάλυση και με τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική. Και, πρώτα και κύρια, υπάρχει η ανάγκη να παρουσιάσουμε εναλλακτικές, που να υπερασπίζονται μεν τους εργαζόμενους απέναντι στην επίδραση της κρίσης, αλλά, ταυτόχρονα, να βοηθούν στο κτίσιμο της άλλης κοινωνίας. Όμως, για να γυρίσω στο αρχικό μου θέμα: Δεν έχω αμφιβολία ότι οι προοπτικές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας εξαρτώνται από τη δύναμη του εργατικού κινήματος και των προοδευτικών κινημάτων. Αλλά η διανοητική προσπάθεια παραμένει και αυτή σημαντική.
Μπορώ να τα συνοψίσω όλα αυτά, για εσάς, σε ένα είδος επιλόγου; Ας το κάνω, δηλώνοντας ρητά όσα υπονοούσα. Αυτή η περίοδος θα είναι ενδιαφέρουσα και γεμάτη προκλήσεις για τις κοινωνικές επιστήμες, όπως φαίνεται από τις τάσεις που αναγνώρισα παραπάνω. Ας τα υπενθυμίσω: η εστίαση της προσοχής στην συστημική φύση του σύγχρονου καπιταλισμού και η διπλή υποχώρηση από τα άκρα του νέο-φιλελευθερισμού και του μεταμοντερνισμού –τα δύο τελευταία φαίνονται άσχετα από τα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου. Ο μεταμοντερνισμός και ο νέο-φιλελευθερισμός δεν εξηγούν πώς το πλουσιότερο 1% του πληθυσμού αύξησε το μερίδιο του πλούτου που κατέχει από 10% σε 20%. Στο διανοητικό επίπεδο, τα οικονομικά ως ακαδημαϊκή πειθαρχία έχουν χρεοκοπήσει ολοκληρωτικά. Όμως, ως ακαδημαϊκή πειθαρχία, αποτελούν ένα φρούριο και εφορμώντας από αυτό, τα οικονομικά επιχειρούν να αποικιοποιήσουν τις άλλες κοινωνικές επιστήμες. Και αυτό θα δημιουργήσει αντίσταση και συζήτηση. Από τη μία, υπάρχει μια δέσμευση στην δι-επιστημονικότητα, ενώ από την άλλη παρατηρείται η εξειδίκευση, η επαγγελματοποίηση, η εμπορευματοποίηση και η Αμερικανοποίηση της πνευματικής ζωής. Επίσης, υπάρχουν και οι αντιφάσεις της δεύτερης φάσης του νεοφιλελευθερισμού, όπως διαγράφονται υπό το φως της κρίσης και των τεράστιων πόρων, που διατέθηκαν για την διάσωση του χρήματο-οικονομικού συστήματος, σε βάρος της δικής μας τσέπης. Όσο συχνά κι αν τονίζω τα νούμερα, ποτέ δεν είναι αρκετό: το χρηματικό ποσό που δαπανήθηκε για τη διάσωση του παγκόσμιου χρήματο-οικονομικού συστήματος θα ήταν αρκετό για να εξαλείψουμε την παγκόσμια φτώχεια για τα επόμενα πενήντα χρόνια. Ανάμεσα σε όλες τις τάσεις που διέκρινα, ανάμεσα στις ακαδημαϊκές πειθαρχίες και στα θέματα, η έκβαση είναι εξαιρετικά ανοιχτή. Το μέλλον των κοινωνικών επιστημών είναι μάλλον πιο ανοιχτό σήμερα, απ’ ότι σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή από τότε που πρώτο-θεμελιώθηκαν τα όρια των διάφορων ακαδημαϊκών πειθαρχιών. Η επόμενη περίοδος, θα είναι μια περίοδος εφευρετική και ανανεωτική∙ μια περίοδος πνευματικής αμφισβήτησης και όχι συνένωσης συμβατικών σοφιστείων και μεθόδων.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον οι προοπτικές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας είναι δυνητικά λαμπρές. Αλλά δεν είναι ούτε εξασφαλισμένες, ούτε σίγουρες. Χρειάζεται να εξετάσουμε το ρόλο της «χρηματιστικοποίησης» (financialization) και του κράτους, της νέας τάξης πραγμάτων και των αντιφάσεων της ηγεμονίας των ΗΠΑ, καθώς και τη θέση της ταξικής πάλης σε συνθήκες που ο νεοφιλελευθερισμός έχει αποτύχει, αλλά οι εναλλακτικές παραμένουν αδύναμες στην πράξη. Ό, τι κάνουμε σε ατομικό ή σε συλλογικό επίπεδο, μπορεί να έχει κάποιο αντίκτυπο. Μπορούμε να επιλέξουμε να αγνοήσουμε τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις, μπορούμε να υποχωρήσουμε στις καλά οχυρωμένες δι-επιστημονικές πρακτικές και ανησυχίες, να παραχωρήσουμε τις νέες πεδιάδες σε αυτούς που θα τις καλλιεργήσουν, χωρίς απαραίτητα να έχουν ευρύτερες ανησυχίες. Ή μπορούμε να πάρουμε την υπόθεση στα χέρια μας. Εγώ ξέρω ποια είναι η δική μου επιλογή, και ελπίζω να είναι και η δική σας.
Μετάφραση: Δημήτρης Σουφτάς
* Αυτό το άρθρο αποτελεί μια καταγραφή της ομιλίας του συγγραφέα που δόθηκε για τους φοιτητές του Εθνικού πανεπιστημίου της Gyeongsang στις 22 Οκτωβρίου του 2009. Τα περιεχόμενα αυτού του άρθρου βασίζονται στο άρθρο των Fine and Milonakis (2009a), στο οποίο απονεμήθηκε το βραβείο Isaak and Tamara Deuxcher Prize για το 2009. Βλέπε επίσης από τους ίδιους το Fine and Milonakis (2009b), που κέρδισε το βραβείο Gunnar Myrdal Prize για το 2009.
** Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών της Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών (School of Oriental and African Studies- SOAS) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.
Εισαγωγή-Μετάφραση: Δημήτρης Σουφτάς
πηγή: http://ilesxi.wordpress.com/
Ένα ενδιαφέρον που θα ενισχυθεί από την παγκόσμια κρίση. Από την άλλη, η μη-ανεκτική δεσπόζουσα τάση στα οικονομικά συνιστά απειλή καθώς επιβουλεύεται να επεκταθεί στις κοινωνικές επιστήμες με τη μορφή του Ιμπεριαλισμού των οικονομικών. Παρά ταύτα, υπάρχουν σοβαροί λόγοι να είμαστε αισιόδοξοι, ειδικά για το ρόλο της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας στις κοινωνικές επιστήμες και στις διεπιστημονικές προσπάθειες (/προσεγγίσεις), με τις κοινωνικές επιστήμες να είναι πιο ανοιχτές στις μελλοντικές τους κατευθύνσεις και στο περιεχόμενο, όπου είναι κομβικό να παρέμβουμε και να κάνουμε τη διαφορά.
Προοπτικές της Μαρξιστικής Πολιτικής Οικονομίας*
του Ben Fine
Η σημερινή ομιλία μου αφορά τις προοπτικές της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας. Οι κρίσεις είναι πολύ παράξενα γεγονότα. Σίγουρα κανένας δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ο νεοφιλελευθερισμός διέρχεται σήμερα τόσο από μία οικονομική κρίση, όσο και από μια κρίση νομιμοποίησης. Φαίνεται λοιπόν να υπάρχει ένα κενό, που θα μπορούσε να καλυφθεί από το Μαρξισμό, για την κατανόηση και την απάντηση στην κρίση. Και ο Μαρξισμός έχει να υπάρξει τόσο δημοφιλής από το τέλος της μεταπολεμικής έκρηξης 30-40 χρόνια πριν. Κι όμως, εν γένει ο Μαρξισμός φαίνεται να παραμένει στο περιθώριο. Χωρίς αμφιβολία, αυτό είναι συνέπεια της αποδυνάμωσης και της περιθωριοποίησης του εργατικού κινήματος, των προοδευτικών κινημάτων και των αντί-ιμπεριαλιστικών αγώνων, οι τελευταίοι την επαύριον των εξελίξεων στα μετά-αποικιακά κράτη. Επιπροσθέτως, η πιο εντυπωσιακή ιδιορρυθμία αυτής της κρίσης είναι το βάθος της και το εύρος της, παρά την αδυναμία των αντικαπιταλιστικών κινημάτων, παρά την ηγεμονία του νεοφιλελευθερισμού υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, και παρά τα χαμηλά επίπεδα των πραγματικών και των κοινωνικών μισθών. Ακριβώς επειδή η εργατική τάξη είναι τόσο αδύναμη, οι αναλύσεις και οι εναλλακτικές από μέρους της είναι τόσο αναγκαίες, και όμως τόσο απούσες.
Όταν λοιπόν μιλάω στο σήμερα για τις προοπτικές της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, αναφέρομαι στις προοπτικές που έχει στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Και αυτό όχι γιατί (ο Μαρξισμός) απουσιάζει από τον έξω-ακαδημαϊκό κόσμο, αλλά γιατί προσωπικά δεν γνωρίζω και πολλά γι’ αυτόν. Η αιτία είναι ότι, έξω από τον ακαδημαϊκό χώρο, είναι πολύ-διασπασμένος και ετερογενής, πράγμα το οποίο με στεναχωρεί πολύ. Και αυτό δεν αντανακλά μόνο την αδυναμία των προοδευτικών κινημάτων, και συγκεκριμένα του εργατικού κινήματος, αλλά και την αδύναμη θέση του μαρξισμού στους κόλπους της εργατικής τάξης. Όμως αυτό επιδρά στη φύση και το περιεχόμενο του Μαρξισμού ο οποίος προκύπτει ως αποτέλεσμα. Φυσικά, στο ένα άκρο έχουμε τον εκφυλισμό του Μαρξισμού –και εδώ έχω στο μυαλό μου την άνοδο και την πτώση του Αναλυτικού Μαρξισμού, ή αλλιώς του Μαρξισμού της Ορθολογικής Επιλογής. Η μελέτη (scholarship) του Μαρξισμού υποβαθμίζεται, φιλοδοξώντας να γίνει αποδεκτή από την «ορθόδοξη» οικονομική σκέψη και την «λόγια» ακαδημαϊκή ελίτ (scholarship). Πράγμα που γίνεται εις βάρος τόσο του περιεχομένου, όσο και της επιρροής του Μαρξισμού.
Αλλά ο εγκλεισμός του Μαρξισμού στον ακαδημαϊκό χώρο έχει πολύ ευρύτερες συνέπειες. Αυτές αφορούν το ποια ερωτήματα τίθενται, πώς τίθενται και σε ποιόν απευθύνονται. Όπως είπε κι ο ίδιος ο γέρο-Μαρξ, οι φιλόσοφοι έχουν ερμηνεύσει τον κόσμο με διάφορους τρόπους, αλλά το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε. Αυτό δεν είναι μόνο μία αξιόλογη έκκληση για δράση, αλλά μια δήλωση για το πώς αποκτάται η γνώση: η δράση για την αλλαγή του κόσμου αποτελεί τη βάση για να κατανοήσουμε τον κόσμο. Για εμένα προσωπικά, από τις συνεισφορές μου στο Μαρξισμό, μεγαλύτερη ικανοποίηση μου προσέφεραν όσες προσδέθηκαν στο εργατικό κίνημα και σε διάφορους ακτιβισμούς. Είναι αυτή η δραστηριότητα μέσα από ή ενάντια σε πολιτικά κόμματα, σε συνεργασία με το κίνημα των σωματείων για την οποία αυτού του είδους η μόρφωση και η έρευνα είναι απαραίτητες. Για να το πούμε διαφορετικά, ο Μαρξισμός είναι στα καλύτερά του όταν συνδέεται με την πάλη για την απελευθέρωση.
Βέβαια, δεν πρέπει να παραβλέψουμε τη δυνατότητα του μαρξισμού να γίνει ένα «δόγμα» στην υπηρεσία πολιτικών καθεστώτων και αγώνων. Άλλωστε πολλοί έλκονται από την ιδέα ενός δημοκρατικού συγκεντρωτισμού που μας τραβάει προς την πρόοδο, εις βάρος της ελευθερίας της έκφρασης και του διαλόγου. «Άγνωστες αι βουλαί» του κόσμου…. Όμως προσωπικά έχω την τάση να σέβομαι το αστικό δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου, μέχρις αποδείξεως του αντιθέτου.
Όμως η αρχική πρόθεσή μου είναι να μιλήσω για τις προοπτικές της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας στον ακαδημαϊκό κόσμο. Και χρειάζεται να περιορίσω ακόμα περισσότερο τον εαυτό μου σε ένα μόνο κομμάτι του Αγγλόφωνου κόσμου. Μπορώ μόνο να ελπίζω ότι η σημαντική επιρροή του μαρξισμού οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, θα έβρισκε ένα τρόπο να μου γνωστοποιηθεί. Όμως δεν υπάρχει καμία εγγύηση γι αυτό και ελπίζω να μάθω από εσάς. Σε αυτή τη βάση και κάτω από αυτόν τον, καθόλου θελκτικό, περιορισμό επιτρέψτε μου να συνεχίσω.
Πρώτο-ασχολήθηκα με τη μαρξιστική πολιτική οικονομία στις δεκαετίες του 1960’ και του 1970’. Τότε βρισκόταν στην κορύφωσή της, καθώς η μεταπολεμική ραγδαία ανάπτυξη πλησίαζε στο τέλος της. Ο ριζοσπαστισμός, οι αγώνες των σωματείων και τα προοδευτικά κινήματα κορυφώνονταν και αντιπολιτεύονταν σε μεγάλο βαθμό τον πόλεμο του Βιετνάμ. Αυτή ήταν η εποχή των μεγάλων αντιπαραθέσεων γύρω από τη μαρξιστική θεωρία της αξίας. Ήταν η εποχή κατά την οποία προσπαθούσαμε να εξηγήσουμε την μεταπολεμική ξέφρενη ανάπτυξη και την κρίση της, διαβάζοντας και ξαναδιαβάζοντας το Κεφάλαιο. Από τότε και για πολύ καιρό ακόμα, η μαρξιστική πολιτική οικονομία είχε πάρει την κάτω βόλτα. Γιατί όμως επήλθε αυτή η κατάπτωση; Και γιατί είναι οι προοπτικές της πολύ λαμπρότερες σήμερα, όπως θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια;
Θέλω να προτάξω τέσσερις λόγους για τους οποίους η μαρξιστική πολιτική οικονομία είχε κακές επιδόσεις στην σκηνή της διανόησης. Ο πρώτος έχει να κάνει με της εξελίξεις στα ίδια τα οικονομικά. Παραδόξως, ο στασιμοπληθωρισμός της δεκαετίας του 1970’ έμελλε να επιταχύνει προϋπάρχουσες τάσεις μέσα στα οικονομικά. Ποιες ήταν αυτές οι τάσεις στα οικονομικά ως ακαδημαϊκή πειθαρχία; Ίσως γίνει λίγο τεχνική η κουβέντα, αλλά, πρώτα απ’ όλα, τα οικονομικά στηρίζονταν αποκλειστικά σε μια συγκεκριμένη τεχνική ανάλυσης και σε μια συγκεκριμένη μεθοδολογία. Αυτή ήταν η ιδέα ότι η οικονομία μπορεί να εξηγηθεί εξετάζοντας την ορθολογική συμπεριφορά των ατόμων, η οποία βελτιστοποιεί την ωφέλειά τους. Αυτά τα άτομα υπάρχουν στα πλαίσια των αγορών, που λειτουργούν τέλεια, και οι οικονομολόγοι ανέπτυξαν έναν τεχνικό μηχανισμό για να παρατηρούν τη συμπεριφορά τους, η οποία είναι παρόμοια με την συμπεριφορά όσων μελετούν οικονομικά. Αυτοί οι τεχνικοί μηχανισμοί ονομάστηκαν συναρτήσεις παραγωγής και συναρτήσεις ωφέλειας. Οπότε η εστίαση στο άτομο αντικατέστησε την εστίαση στο καπιταλιστικό σύστημα.
Ένα δεύτερο χαρακτηριστικό είναι ότι υπάρχει ένα σημείο ισορροπίας. Το σημείο ισορροπίας υπάρχει, είναι μοναδικό, είναι σταθερό και αποδοτικό. Αυτό το σημείο ισορροπίας έχει ένα τρόπο να καταλαβαίνει τον κόσμο: όχι επειδή ο κόσμος βρίσκεται πάντα σε ισορροπία, αλλά επειδή θα πρέπει να τον αντιλαμβανόμαστε ως απόκλιση από αυτό το σημείο ισορροπίας.
Οπότε, πρώτον, άτομο, δεύτερον, σημείο ισορροπίας. Το τρίτο χαρακτηριστικό είναι η ιδέα ότι οι αγορές δουλεύουν σωστά, αλλά οι αποκλίσεις λόγω ατελειών στην αγορά μπορούν να μεγαλοποιηθούν, όπως και η δυνατότητα των κρατών να βελτιώνονται από αυτές.
Ένα τέταρτο χαρακτηριστικό των οικονομικών ήταν η χρήση των στατιστικών μεθόδων ως ένας τρόπος κατανόησης των αιτιωδών σχέσεων, μέσω της λεγόμενης οικονομετρίας.
Μαζί με τα προηγούμενα, το πέμπτο χαρακτηριστικό είναι ότι τα οικονομικά θεωρούν τον εαυτό τους επιστήμη. Και απορρίπτουν άλλες μεθόδους, την ιστορία της οικονομικής σκέψης και τις σχέσεις με τις άλλες ακαδημαϊκές πειθαρχίες.
Επιπρόσθετα, οι αρχές της μικροοικονομίας, που μόλις περιέγραψα, άρχισαν να χρησιμοποιούνται και αλλού. Αυτό είναι που αποκαλώ «Ιμπεριαλισμός των Οικονομικών» (όχι οικονομικός ιμπεριαλισμός). Αυτό συνδέθηκε πιο στενά με κάποιον που λέγεται Γκάρυ Μπέκερ (Gary Becker) Η ιδέα του είναι ότι τα οικονομικά δεν μπορούν να εξηγήσουν μόνο την οικονομία, αλλά και ολόκληρη την κοινωνία. Αυτή η ιδέα έκανε να «ανθίσουν» πολλά πεδία των οικονομικών: η θεωρία της Δημόσιας Επιλογής, τα Νέα Οικονομικά της Ανάπτυξης, τα Νέα Οικονομικά του Νοικοκυριού, η θεωρία του Ανθρώπινου κεφαλαίου κ.ο.κ.
Ένας άλλος κάτοχος βραβείου Νόμπελ, όχι ο Γκαρυ Μπέκερ, αλλά ο Τζέημς Μπιουκάναν (James Buchanan), το εξήγησε πολύ καλά αυτό. Εξήγησε την επιλογή μεταξύ πολέμου και ειρήνης όπως θα εξηγούσε την επιλογή μεταξύ ενός μήλου και ενός αχλαδιού. Αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω είναι ότι τα οικονομικά έγιναν ακραία με δύο τρόπους. Πρώτα μέσα στο αντικείμενο των οικονομικών με πιο σημαντικά τα λεγόμενα «νεοκλασικά οικονομικά». Αυτή ήταν μια ακραία μορφή μονεταρισμού, για τον οποίον ο Μίλτον Φρίντμαν (Milton Friedman) φάνταζε πολύ αριστερός, η κοινωνία αποτελούνταν από υπέρ-ορθολογικά άτομα, οι αγορές λειτουργούσαν τέλεια, το κράτος ήταν μη αποτελεσματικό και οι επιχειρηματικοί κύκλοι αναπαριστούσαν οικονομίες που λειτουργούν τέλεια (αντί για ατελώς). Αυτές οι αρχές πήραν τα ηνία στα οικονομικά και προσπάθησαν να κατακτήσουν και τις άλλες κοινωνικές επιστήμες.
Αυτό ήταν, πρώτο απ’ όλα, ένα εξαιρετικά εχθρικό έδαφος για τoν Μαρξισμό. Και μάλιστα με ένα τρόπο πολύ οικείο στους Κορεάτες, κατά τη γνώμη μου. Αυτός είναι η επαγγελματοποίηση και η αμερικανοποίηση της ακαδημαϊκής πειθαρχίας των οικονομικών. Τα οικονομικά είναι ένα βαθιά μη δημοφιλές αντικείμενο. Είναι ενδεικτικό ότι ενώ ο αριθμός των διδακτορικών διατριβών στα οικονομικά αυξάνεται, ο αριθμός των φοιτητών αμερικανικής καταγωγής που ασχολούνται με το αντικείμενο μειώνεται. Δηλαδή η Αμερική εκπαιδεύει τους οικονομολόγους όλου του κόσμου (Fine and Milonakis, op cit: 139)…[...]
Ότι έχω περιγράψει παραπάνω, αποτελεί την ακαδημαϊκή αντανάκλαση του Ριγκανισμού και του Θατσερισμού, σε μια χρονική περίοδο που αποτελεί για ‘μένα την πρώτη φάση του νεοφιλελευθερισμού. Σε αυτή τη φάση, το ιδιωτικό κεφάλαιο, εμφανώς υποστηριζόμενο από το κράτος, ξαμολήθηκε στον κόσμο προβαίνοντας σε μια «θεραπεία σοκ», που προηγήθηκε και ξεπέρασε τις πολιτικές που συστάθηκαν αργότερα για την Ανατολική Ευρώπη. Αυτή η εξέλιξη στα οικονομικά περίμενε να πλήξει τον Κεϋνσιανισμό. Ενάντια σ’ αυτή την εξέλιξη αναπτύχθηκε τα τελευταία 20 χρόνια και μια αντίδραση, που όμως ήταν ήπια και περιορισμένη: τα μίκρο-οικονομικά των ατελειών της αγοράς και ειδικά των ατελειών στην πληροφόρηση. Αυτή η αντίδραση προωθήθηκε και συσχετίστηκε κυρίως με τον Joe Stiglitz. Να τι είχε να πει, μόλις πριν από λίγους μήνες, για την κρίση: « Η Αριστερά καταλαβαίνει πλέον τις αγορές και το ρόλο που μπορούν και πρέπει να παίξουν στην οικονομία… η νέα Αριστερά προσπαθεί να κάνει τις Αγορές να δουλέψουν.»
Αυτό που εννοεί είναι, ότι προσπαθούν να κάνουν τον Καπιταλισμό να δουλέψει. Και ο τρόπος, με τον οποίο προσπαθούν να το καταφέρουν αυτό, είναι μέσα από μικρές διορθωτικές και υποστηρικτικές παρεμβάσεις στην αγορά. Δηλαδή, δεν έχουν να προσφέρουν κάποια συστημική ανάλυση του καπιταλισμού ή της ίδιας της οικονομικής κρίσης. Αυτά είναι τα οικονομικά που ανταποκρίνονται στην σημερινή κατάσταση. Αυτή είναι η «δεύτερη φάση του νεοφιλελευθερισμού», όπως την αποκαλώ. Και προσπαθεί να κάνει κάτι για τις χειρότερες πτυχές της πρώτης φάσης, αλλά κυρίως, κάνει ότι μπορεί, όπως φαίνεται από τις πολιτικές που υιοθετούνται για το ξεπέρασμα της σημερινής κρίσης, για να μπορέσει το οικονομικό σύστημα (financial system) να δουλέψει.
Όμως αυτά τα νέα «οικονομικά των ατελειών της αγοράς» είναι αυτό που θα αποκαλούσα οικονομικά-ζόμπι (Fine, 2008b. 2008b).Έχουν μεγάλη επιρροή: «Ας διορθώσουμε εδώ, ας διορθώσουμε εκεί, ας διορθώσουμε παραπέρα…». Είναι λοιπόν ζωντανά και καλοδιατηρημένα με τους δικούς τους όρους. Είναι όμως και νεκρά, καθώς δεν έχουν καμία νέα διανοητική ιδέα. Και μολύνουν οτιδήποτε έρθει σε επαφή μαζί τους –όπως και τα ζόμπι-, επειδή ακριβώς τα πάντα μπορούν να ειδωθούν ως ατέλειες της αγοράς ή θεσμικές αποκρίσεις σε ατέλειες της αγοράς. Δεν υπάρχει καμία τάξη, καμία σύγκρουση, καμία εξουσία. Και ως αποτέλεσμα, τα οικονομικά-ζόμπι συνοδεύονται από μία δηλητηριώδη και πολύ πετυχημένη μορφή οικονομικού ιμπεριαλισμού. Όπως είπα και πριν, ο παλιός οικονομικός ιμπεριαλισμός αντιμετώπιζε τα πάντα ως επιλογή μεταξύ μήλων και αχλαδιών. Ο νέος οικονομικός ιμπεριαλισμός αντιμετωπίζει και πάλι τα πάντα ως επιλογή μεταξύ μήλων και αχλαδιών, μόνο που αυτή τη φορά, δεν είναι σίγουρο ποιο είναι το μήλο και ποιο το αχλάδι. Αυτό σήμαινε, ότι ο νέος ιμπεριαλισμός των οικονομικών ήταν πολύ πιο αποτελεσματικός. Έδωσε ζωή σε ένα σωρό άλλα πεδία – τα νέα θεσμικά οικονομικά, τη νέα οικονομική κοινωνιολογία, τη νέα οικονομική γεωγραφία κτλ. Μάλιστα, σε ένα βιβλίο που πούλησε πέντε εκατομμύρια αντίτυπα, αυτό-αποκαλούνται και Φρικονομικά (Freakonomics), όπως και η απομίμησή του, που αποκαλείται Μια Οικονομική Θεωρία Σχεδόν για τα Πάντα.
Όμως, θα έπρεπε να τονίσω ότι αυτός ο Ιμπεριαλισμός των οικονομικών, δεν παρέμεινε αδιαμφισβήτητος. Υπάρχουν δύο ζητήματα που σημάδεψαν τις κοινωνικές επιστήμες τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Το ένα είναι η απόσυρση από το άκρο του μεταμοντερνισμού –την ενασχόληση με το υποκειμενικό, την εφευρετικότητα, το αυτό-δομούμενο και το από-δομημένο άτομο, η εστίαση στο νόημα και στην ερμηνεία του κόσμου, σε αντίθεση με ή και αρνούμενος τις υλικές ιδιότητές του (κόσμου). Στην πρώτη φάση του νέο-φιλελευθερισμού, υπήρχε μια αξιοσημείωτη παράλληλη ύπαρξη του μεταμοντερνισμού και των mainstream (/της δεσπόζουσας τάσης των) οικονομικών. Ήταν δυο πράγματα εντελώς ασύμβατα μεταξύ τους. Από τη μία, στα οικονομικά, έχουμε το άτομο που μεγιστοποιεί την ωφέλειά του με δεδομένες τις προτιμήσεις του και τα διαθέσιμα αγαθά. Και από την άλλη, για τον μετά-μοντερνισμό, έχουμε την υποκειμενική, εφευρετική ενασχόληση με την ερμηνεία του κόσμου.
Υποδέχομαι με ευχαρίστηση την υποχώρηση από το άκρο του μεταμοντερνισμού, όχι εξαιτίας της καλοδεχούμενης κριτικής εξέτασης των εννοιών, αλλά λόγω της ανάγκης πρόσδεσης στις υλικές πραγματικότητες του σύγχρονου καπιταλισμού.
Το δεύτερο ζήτημα, σχετικά με τις κοινωνικές επιστήμες τις τελευταίες δύο δεκαετίες, είναι η υποχώρηση από το άκρο του νεοφιλελευθερισμού –αν και, όπως ανέφερα προηγουμένως, τείνω να θεωρώ, ότι αυτή είναι η δεύτερη φάση του νέο-φιλελευθερισμού και όχι το τέλος του. Όπως προ-είπα, στην πρώτη φάση του νέο-φιλελευθερισμού, επιδιώκονταν η, όσο το δυνατόν μεγαλύτερη, επέκταση του ιδιωτικού κεφαλαίου και ιδιαίτερα του χρηματιστικού κεφαλαίου, αψηφώντας τις συνέπειες. Στη δεύτερη φάση, επιχειρήθηκε η διόρθωση των δυσλειτουργιών και των ανισοτήτων της πρώτης φάσης – κάτι που υποστηρίχθηκε από την αποσπασματική παρέμβαση, που σχετίζεται με της ατέλειες της αγοράς – αλλά κυρίως συνεχίστηκε η προσπάθεια επέκτασης του ιδιωτικού και ιδιαίτερα του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.
Η αντίδραση ενάντια στον νέο-φιλελευθερισμό, καθ-εαυτόν και δι-εαυτόν, καθώς και ως ένα μηχανισμό, που καθορίζει την ατζέντα της συζήτησης, αποτυπώνεται καλά στην ανάδυση δύο εννοιών: της παγκοσμιοποίησης και του κοινωνικού κεφαλαίου. Η βιβλιογραφία σχετικά με την παγκοσμιοποίηση, σχετικά με τον ίδιο τον κόσμο, δεν υπήρχε πριν το 1990. Και ήταν μια νέο-φιλελεύθερη ιδέα. Ήταν η ιδέα πως το κράτος σταδιακά μαραίνονταν και πως αυτό ήταν κάτι καλό. Εν συνεχεία, η ακαδημαϊκή βιβλιογραφία υιοθέτησε μια διαφορετική οπτική γωνία. Αφιέρωσε την προσοχή της στον ορισμό του σύγχρονου καπιταλισμού ως ένα παγκόσμιο σύστημα, αναγνώρισε την συνεχιζόμενη σημασία του κράτους και δεν αρνήθηκε την παγκοσμιοποίηση, αλλά υιοθέτησε την άποψη ότι είναι περίπλοκη και τα αποτελέσματά της διαφοροποιούνται ανάλογα με τον τόπο, τον χρόνο και την οπτική γωνία. Οπότε, η ανάδυση της έννοιας της παγκοσμιοποίησης καταδείκνυε την αντίδραση, μέσα από τις κοινωνικές επιστήμες , ενάντια στον νέο-φιλελευθερισμό, απορρίπτοντας τουλάχιστον την αρχική αντίληψη, κατά την οποία ο μαρασμός του κράτους ήταν πραγματικός και επιθυμητός. Ούτως ή άλλως ο νέο-φιλελευθερισμός αφορούσε πάντα κρατικές παρεμβάσεις για την προώθηση των συμφερόντων του ιδιωτικού κεφαλαίου και ιδιαίτερα αναφορικά με την διεθνοποίησή του (με το χρηματοπιστωτικό τομέα να βγαίνει στο προσκήνιο στην παρούσα περίοδο).
Ίσως να μην γνωρίζετε την έννοια του κοινωνικού κεφαλαίου, αλλά η άνοδός του είναι πολύ λιγότερο θετική. Μια σύντομη εξιστόρηση των ανεπαρκειών του περιλαμβάνει τα ακόλουθα: την ομογενοποίηση διαφορετικών περιβαλλόντων, την παραμέληση της οικονομικής, συνδικαλιστικής, κρατικής εξουσίας και σύγκρουσης, του φύλου, της φυλής, των τάξεων, την απόκρυψη της προέλευσή της από την κοινωνιολογία της ορθολογικής επιλογής, την εξιδανίκευση της αυτό-βοήθειας που εμφανίζεται σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, τη μη απόδοση σημασίας στο παγκόσμιο και στις ελίτ και την υιοθέτησή της από την Παγκόσμια Τράπεζα ως μία συμβολική απάντηση στις επικρίσεις των οικονομικών και κοινωνικών της πολιτικών.
Αυτό που μπορούμε να συμπεράνουμε από αυτά τα δύο παραδείγματα είναι ότι οι απαντήσεις στην παρούσα κατάσταση μπορεί να είναι πολύ διαφορετικές. Οπότε αυτό που μπορώ να πω είναι ότι, οι προοπτικές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας είναι πολύ λαμπρότερες αν εξετάσουμε την έννοια της Παγκοσμιοποίησης, απ’ ότι αν εξετάσουμε την έννοια του κοινωνικού κεφαλαίου. Αλλά, οι προοπτικές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας είναι εξαιρετικά λαμπρές μέσα στις κοινωνικές επιστήμες, εκτός των ίδιων των οικονομικών. Κι αυτό, επειδή ακριβώς υπήρξε αυτή η διπλή υποχώρηση από τον μετά-μοντερνισμό και από το νέο-φιλελευθερισμό. Αυτή η διπλή υποχώρηση αντικατοπτρίζει ένα πραγματικό ενδιαφέρον για τη φύση του κόσμου στον οποίο ζούμε. Επομένως, στις κοινωνικές επιστήμες, εξαιρουμένων των οικονομικών, υπάρχει μια γνήσια επιθυμία να κατανοήσουμε την πραγματικότητα του σύγχρονου καπιταλισμού.
Αυτό που προσπαθώ να εξηγήσω, είναι ο τρόπος με τον οποίον οι εξελίξεις, από την προηγούμενη κρίση, στις κοινωνικές επιστήμες, περιθωριοποίησαν το μαρξισμό. Αυτό συνέβη εξαιτίας του Ιμπεριαλισμού των οικονομικών, του νέο-φιλελευθερισμού, του μετά-μοντερνισμού. Αλλά, ενώ ο Ιμπεριαλισμός των οικονομικών ζει νεκρό-ζώντανος ανάμεσά μας, ο μετά-μοντερνισμός και ο νέο-φιλελευθερισμός είναι διανοητικά σε υποχώρηση. Αυτό ενισχύθηκε από την παρούσα κρίση, και ιδιαίτερα από το πώς ο χρηματοπιστωτικός τομέας κατέληξε να κυριεύει τις ζωές μας. Προκαλώντας επιβράδυνση της μεταπολεμικής ραγδαίας ανάπτυξης, έκανε την οικονομία επιρρεπή στις οικονομικές κρίσεις. Αυτό δεν φαίνονταν σημαντικό, μέχρι που η κρίση χτύπησε τις ΗΠΑ και, παρά την αδυναμία του κινήματος της εργατικής τάξης και των λοιπών προοδευτικών κινημάτων, έφτασε σε τέτοιο βάθος και εύρος. Έτσι, αποκαλύφθηκαν απότομα τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της Αμερικάνικης ηγεμονίας.
Σκοπός της σημερινής ομιλίας μου δεν είναι να περιγράψω τη μαρξιστική απάντηση σε αυτά τα ζητήματα. Σκοπός μου είναι περισσότερο να αποτιμήσω τη δυνατότητα ανάπτυξης της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, υπό αυτές τις συνθήκες. Δεν αμφιβάλλω, ότι ο μαρξισμός γενικά και η πολιτική του οικονομία ειδικότερα είναι, διανοητικά, απαραίτητα στοιχεία για τα καθήκοντα που έχουμε μπροστά μας. Υπάρχει για παράδειγμα, η ανάγκη να κατανοήσουμε τη χρήματο-οικονομική, αλλά και να την υπερβούμε. Υπάρχει επίσης η ανάγκη να συνδέσουμε την κρίση με την ταξική ανάλυση και με τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και πολιτική. Και, πρώτα και κύρια, υπάρχει η ανάγκη να παρουσιάσουμε εναλλακτικές, που να υπερασπίζονται μεν τους εργαζόμενους απέναντι στην επίδραση της κρίσης, αλλά, ταυτόχρονα, να βοηθούν στο κτίσιμο της άλλης κοινωνίας. Όμως, για να γυρίσω στο αρχικό μου θέμα: Δεν έχω αμφιβολία ότι οι προοπτικές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας εξαρτώνται από τη δύναμη του εργατικού κινήματος και των προοδευτικών κινημάτων. Αλλά η διανοητική προσπάθεια παραμένει και αυτή σημαντική.
Μπορώ να τα συνοψίσω όλα αυτά, για εσάς, σε ένα είδος επιλόγου; Ας το κάνω, δηλώνοντας ρητά όσα υπονοούσα. Αυτή η περίοδος θα είναι ενδιαφέρουσα και γεμάτη προκλήσεις για τις κοινωνικές επιστήμες, όπως φαίνεται από τις τάσεις που αναγνώρισα παραπάνω. Ας τα υπενθυμίσω: η εστίαση της προσοχής στην συστημική φύση του σύγχρονου καπιταλισμού και η διπλή υποχώρηση από τα άκρα του νέο-φιλελευθερισμού και του μεταμοντερνισμού –τα δύο τελευταία φαίνονται άσχετα από τα προβλήματα του σύγχρονου κόσμου. Ο μεταμοντερνισμός και ο νέο-φιλελευθερισμός δεν εξηγούν πώς το πλουσιότερο 1% του πληθυσμού αύξησε το μερίδιο του πλούτου που κατέχει από 10% σε 20%. Στο διανοητικό επίπεδο, τα οικονομικά ως ακαδημαϊκή πειθαρχία έχουν χρεοκοπήσει ολοκληρωτικά. Όμως, ως ακαδημαϊκή πειθαρχία, αποτελούν ένα φρούριο και εφορμώντας από αυτό, τα οικονομικά επιχειρούν να αποικιοποιήσουν τις άλλες κοινωνικές επιστήμες. Και αυτό θα δημιουργήσει αντίσταση και συζήτηση. Από τη μία, υπάρχει μια δέσμευση στην δι-επιστημονικότητα, ενώ από την άλλη παρατηρείται η εξειδίκευση, η επαγγελματοποίηση, η εμπορευματοποίηση και η Αμερικανοποίηση της πνευματικής ζωής. Επίσης, υπάρχουν και οι αντιφάσεις της δεύτερης φάσης του νεοφιλελευθερισμού, όπως διαγράφονται υπό το φως της κρίσης και των τεράστιων πόρων, που διατέθηκαν για την διάσωση του χρήματο-οικονομικού συστήματος, σε βάρος της δικής μας τσέπης. Όσο συχνά κι αν τονίζω τα νούμερα, ποτέ δεν είναι αρκετό: το χρηματικό ποσό που δαπανήθηκε για τη διάσωση του παγκόσμιου χρήματο-οικονομικού συστήματος θα ήταν αρκετό για να εξαλείψουμε την παγκόσμια φτώχεια για τα επόμενα πενήντα χρόνια. Ανάμεσα σε όλες τις τάσεις που διέκρινα, ανάμεσα στις ακαδημαϊκές πειθαρχίες και στα θέματα, η έκβαση είναι εξαιρετικά ανοιχτή. Το μέλλον των κοινωνικών επιστημών είναι μάλλον πιο ανοιχτό σήμερα, απ’ ότι σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή από τότε που πρώτο-θεμελιώθηκαν τα όρια των διάφορων ακαδημαϊκών πειθαρχιών. Η επόμενη περίοδος, θα είναι μια περίοδος εφευρετική και ανανεωτική∙ μια περίοδος πνευματικής αμφισβήτησης και όχι συνένωσης συμβατικών σοφιστείων και μεθόδων.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον οι προοπτικές της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας είναι δυνητικά λαμπρές. Αλλά δεν είναι ούτε εξασφαλισμένες, ούτε σίγουρες. Χρειάζεται να εξετάσουμε το ρόλο της «χρηματιστικοποίησης» (financialization) και του κράτους, της νέας τάξης πραγμάτων και των αντιφάσεων της ηγεμονίας των ΗΠΑ, καθώς και τη θέση της ταξικής πάλης σε συνθήκες που ο νεοφιλελευθερισμός έχει αποτύχει, αλλά οι εναλλακτικές παραμένουν αδύναμες στην πράξη. Ό, τι κάνουμε σε ατομικό ή σε συλλογικό επίπεδο, μπορεί να έχει κάποιο αντίκτυπο. Μπορούμε να επιλέξουμε να αγνοήσουμε τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις, μπορούμε να υποχωρήσουμε στις καλά οχυρωμένες δι-επιστημονικές πρακτικές και ανησυχίες, να παραχωρήσουμε τις νέες πεδιάδες σε αυτούς που θα τις καλλιεργήσουν, χωρίς απαραίτητα να έχουν ευρύτερες ανησυχίες. Ή μπορούμε να πάρουμε την υπόθεση στα χέρια μας. Εγώ ξέρω ποια είναι η δική μου επιλογή, και ελπίζω να είναι και η δική σας.
Μετάφραση: Δημήτρης Σουφτάς
* Αυτό το άρθρο αποτελεί μια καταγραφή της ομιλίας του συγγραφέα που δόθηκε για τους φοιτητές του Εθνικού πανεπιστημίου της Gyeongsang στις 22 Οκτωβρίου του 2009. Τα περιεχόμενα αυτού του άρθρου βασίζονται στο άρθρο των Fine and Milonakis (2009a), στο οποίο απονεμήθηκε το βραβείο Isaak and Tamara Deuxcher Prize για το 2009. Βλέπε επίσης από τους ίδιους το Fine and Milonakis (2009b), που κέρδισε το βραβείο Gunnar Myrdal Prize για το 2009.
** Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών της Σχολής Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών (School of Oriental and African Studies- SOAS) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.
Εισαγωγή-Μετάφραση: Δημήτρης Σουφτάς
πηγή: http://ilesxi.wordpress.com/
9.3.11
Φυσάει
…στα κοκκαλιάρικα απλωμένα χέρια των ζητιάνων
στα σκαλοπάτια των εκκλησιών
Φυσάει στις ξεπαγιασμένες σιωπηλές ουρές έξω απ΄τα λαϊκά συσσίτια
Φυσάει στα ορφανοτροφεία στα μπορντέλα στα παιδικά άσυλα
Φυσάει
Φυσάει
- Να διαφυλάξωμεν την ασφάλεια του έθνους
- Θα διώξουν λένε κι άλλους εργάτες αύριο – τι θα γίνουμε
- Σας πάει περίφημα η ερμίνα σας αγαπητή μου
- Ελεήστε με χριστιανοί, δώστε μου μια δραχμίτσα χριστιανοί
- Μακάριοι οι πεινώντες και οι διψώντες
- Κάνε πιο κει ντε το στόμα σου βρωμάει σαν απόπατος
- Η ελευθερία της πατρίδος
- Την πήγα στο νοσοκομείο μα θέλαν λεφτά…
- Απαιτεί να εξοπλισθώμεν
- Πέθανε
- Φυτίλια για τους αναφτήρες…φυτίλια για τους αναφτήρες
Φυσάει
Τι θα γίνει
Πάρτε αδέρφια έχουμε και φυτίλια για δυναμίτες
Φάτσες αυλακωμένες απ το χρόνο και τη βλογιά
Φάτσες σημαδεμένες απ΄τη πείνα και τα εργατικά ατυχήματα
Φάτσες πρησμένες βρώμικες τριχωτές
Φάτσες τραβηγμένες απ τις τανάλιες ενός άγριου χαμόγελου
Φάτσες φαρδειές σαν στήθεια μητρικά
Φάτσες σκληρές σαν αμμωνία
Μια γυναίκα βγάζει το στήθος της και θηλάζει ένα κίτρινο μωρό
Ο άνεμος μπερδεύει τα σύννεφα
Τα σύννεφα μπερδεύονται στις σημαίες
Ο θάνατος περιοδεύει τον κόσμο με τη μάσκα ενός στρατηγού
Κλαίνε οι γυναίκες πλένοντας τα μαύρα ρούχα τους
Οι άνθρωποι κλαίνε στα κατώφλια στις γωνιές των δρόμων
Στα χωράφια
Κλαίνε στα χαρακώματα στα νοσοκομεία έξω απ τα ταμεία ανεργίας
Δάκρυα δάκρυα
Τα μάτια μας θα ζήσουνε και πέρα απ΄το θάνατό μας
Για να κλαίνε
Φυσάει
Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου, 1953
Τάσος Λειβαδίτης
8.3.11
4.3.11
2.3.11
ήμασταν λίγοι,
ανάμεσα μας υπήρχε χώρος
να σκεφτούμε ή να λυπηθούμε που δεν ήμασταν περισσότεροι
να ανάψουμε ένα τσιγάρο και να μιλήσουμε
δεν σήκωσα το βλέμμα
δεν σήκωσα το βλέμμα απέναντι
«είναι ζήτημα της αξιοπρέπειας μας», είπαμε
«δεν είναι μόνο πολιτικό το ζήτημα…»
πολλοί έγιναν σήμερα οι λίγοι.
η αποχή των απόντων στις εκλογικές αναμετρήσεις, εμείς
κι η άρχουσα τάξη του ψεύδους που γίναμε, εμείς
οι ειδικοί πολιτικολόγοι της άνευρης συναινέσεως, εμείς
το εύρος του κελιού μας, εμείς
ποιος ζει εδώ στο δικό μας τόπο;
ζει ο απών. ο ωραίος νεκρός
ο αποσυντεθημένος νεκρός
ο κατέχων την παπαγαλία του κόσμου μικροθεσίτης
απ΄ την ανάποδη αρχίζει ο κόσμος, δεν το ξέραμε
απ΄ το τέλος αρχίζει
απ΄το μεγάλο ερώτημα
το μεγάλο ερώτημα που θάψαμε ήταν η λύση
ο λόγος που δεν συναντηθήκαμε
το κενοτάφιο της ελευθερίας
εν αρχή ην το κενό του ερωτήματος
μα μείναμε άδειοι εμείς
και γεμάτοι μικρά και εύχρηστα για τα χεράκια μας ερωτήματα.
1.3.11
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)